Γιώργης Έξαρχος : Παντού θα στείλω τα πουλιά

Θέλω κι εγώ κρυφά να φτάσω / το μέγα τ’ άστρο τ’ ουρανού / κι όσα κατέχω ας τα χάσω / κι ας μείνω λάμψη ενός φανού…

ΓΙΩΡΓΗΣ ΕΞΑΡΧΟΣ

ΠΑΝΤΟΥ ΘΑ ΣΤΕΙΛΩ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ

 

Ρακοσυλλέκτης των ονείρων
σπουργίτης των μνημονικών
των λύκων και ακανθοχοίρων
κι αφέντης παρανοϊκών…

 

Απ’ της καρδιάς μου το αγγείο
η πένα της συνείδησης
που ’ναι σαν μελανοδοχείο
κλέβει ερυθρό αφήγησης…

 

Να ιστορήσει πεπραγμένα
συμβάντα που οξειδώθηκαν
και σαν φάρσα χιλιοπαιγμένα
μα που δεν αλλοιώθηκαν…

 

Γιατί στου σύμπαντος τη σφαίρα
«πόλεμος, πάντων ο πατήρ»
και κάθε αυγή η νέα μέρα
του μέλλοντος είν’ αορτήρ…

 

Όσο το λίπασμα της μνήμης
τη μούχλα έχει για εχθρό
τόσο τον της δικαιοσύνης
τον ήλιο θα αναζητώ…

 

Η λόγχη μου κάθε σκοτάδι
στης λήθης το σκυρόδεμα
θα το τρυπάει σαν το υφάδι
σαν της βροχής το υπόδημα…

 

Ατάραχος το φως θα δώσω
και θα φωτίσω πρόσωπα
μόν’ την αλήθεια μου να σώσω
στ’ ασήμαντα κι απρόσωπα…

 

Να μάθω γράμματα διψούσα
κι όλα τ’ αλόγατα του νου
να τα δαμάσω αν μπορούσα
ταξίδια να με πάν’ παντού…

 

Οι λέξεις, ξέρεις, δεν αρκούνε
δεν βοηθούν τα λεξικά
τα μάτια της ψυχής σαν δούνε
αρθρώνουν λόγο πειστικά…

 

Το πέλαγο του νου δαγκώνει
βογκάει το κύμα της ψυχής:
«Κι αν η ζωή σου τελειώνει
πάλι εσύ θα γεννηθείς!…»

 

Το φως οι ανθρώποι δεν τ’ αντέχουν,
κι ας το λατρεύουν φωναχτά
μόν’ όσους χρήματα κατέχουν
παντού επαινούνε ανοιχτά…

 

Οι «άνω πάσης υποψίας»
πολίτες ευυπόληπτοι
εις τας οδούς της αμαρτίας
τρέχουν γυμνοί, ξυπόλυτοι…

Ψάχνω τον ήχο των βημάτων
κι αναρωτιέμαι «που με πάν’;»
εγώ στη χώρα των θαυμάτων
Άρης, Ερμής είμαι, και Παν!…

Έλα για να σε ξεναγήσω
στην αγορά των αρετών
κι αν θες θα σε ξαναγεννήσω
με όλο σου το παρελθόν…

Μη ψάχνεις όμορφη γυναίκα
αν θες να μη σε βρει κακό
κι όποια βαθμολογείς με δέκα
νύχτα τη βρίσκει με φακό…

Στων χορευτών την πίστα ρίχνω
στιχάκια μου ερωτικά
με τα τραγούδια μου τους δείχνω:
«Στον έρωτα όλα δανεικά!…»

Θέλω κι εγώ κρυφά να φτάσω
το μέγα τ’ άστρο τ’ ουρανού
κι όσα κατέχω ας τα χάσω
κι ας μείνω λάμψη ενός φανού…

Έτσι θα διώξω το σκοτάδι
παντού θα στείλω τα πουλιά
τη λίμνη τ’ άδικου στον Άδη
ν’ αδειάσουνε γουλιά γουλιά…

Κι όταν τα σύννεφα θα παίζουν
κυνηγητό με αστραπές
νοσταλγικά θα μας εμπαίζουν
με τη βροχή και τις βροντές…

Κρύβουν τα μακρινά ταξίδια
της γλώσσας ηχοχρώματα
που μεθυσμένη λέει τα ίδια
για των καιρών τ’ αρώματα…

Σ’ αυτή τη Γη που αργοσβήνει
που δεν τη νοιάζεται κανείς
ποιος είν’ αυτός που δένει-λύνει
κι ο τρόπος του είναι ειδεχθής;…

Σαν Ηρακλής θ’ αρχίσω άθλους
να σώσω ζώα και φυτά
και θα χαϊδεύω μ’ ασπαλάθους
όσους δεν βλέπουν το μετά…

Σαν ουρανός ποτάμια, λίμνες
θε να γεμίζω με νερό
να ξαναβγούν νεράιδες, δρίμες
νύχτα να στήσουν τον χορό.

Και στ’ ουρανού τα γκρίζα νέφη
γεράκια, κύκνοι κι αετοί
να σεργιανούν όταν τους γνέφει
τ’ ουράνιο τόξο κι οι υετοί…

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com