Η στάση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές

Η πολιτική στάση Παππά δεν ώθησε και άλλους βουλευτές της περιφέρειας να εκφρασθούν ανοιχτά, στο εγκάρσιο σημείο όπου αρκετοί εξ αυτών προτίμησαν να δώσουν έμφαση όλη αυτή την περίοδο στην άσκηση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων

by ΣΙΜΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ

ΣΙΜΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ

Όπως είναι γνωστό, στις εσωκομματικές εκλογές που διεξήχθησαν την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου για την εκλογή του νέου προέδρου του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς-Προοδευτική Συμμαχία, πρώτευσε ο Στέφανος Κασσελάκης λαμβάνοντας σχεδόν το 45% των ψήφων, ακολουθούμενος από την Έφη Αχτσιόγλου που εν προκειμένω συγκέντρωσε το 36, 18% των ψήφων.

Οι δύο πρώτοι σε ψήφους υποψήφιοι θα διεκδικήσουν την προεδρία του κόμματος στον δεύτερο επαναληπτικό εκλογικό γύρο που θα λάβει χώρα την Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου.

Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως ο χώρος εκείνος στον οποίο δόθηκε σχετικά μικρή έμφαση1 κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ήσαν η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Σαφώς, και οι βουλευτές του συγκεκριμένου κόμματος είχαν τις προτιμήσεις τους, με σχετικά λίγους όμως να εκφράζουν τις προτιμήσεις τους δημόσια.

Υπό αυτό το πρίσμα, θα ειπωθεί, θεωρητικώ τω τρόπω, πως όλοι όσοι έσπευσαν να ταχθούν ανοιχτά υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου για την προεδρία του κόμματος, ήσαν κατά βάση κοινοβουλευτικοί προβεβλημένοι2 που εκλέγονται σε μεγάλες εκλογικές περιφέρειες (Αθήνα & Θεσσαλονίκη), τη εξαιρέσει εδώ του νεο-εκλεγμένου βουλευτή Κιλκίς Πέτρου Παππά.

Ο οποίος δεν δίστασε εξαρχής να ταχθεί υπέρ της υποψηφιότητας του Στέφανου Κασσελάκη για την προεδρία, προκειμένου να καταδείξει πως η μη-δογματική Αριστερή πλατφόρμα του υποψηφίου ταυτίζεται με την δική του.

Παράλληλα, θέλησε με αυτόν τον τρόπο να κάνει αισθητή την παρουσία του, πολιτικά-κοινοβουλευτικά, καλύπτοντας το χάντικαπ που τον χώριζε από άλλους και περισσότερο προβεβλημένους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.

Η πολιτική στάση Παππά δεν ώθησε και άλλους βουλευτές της περιφέρειας να εκφρασθούν ανοιχτά, στο εγκάρσιο σημείο όπου αρκετοί εξ αυτών προτίμησαν να δώσουν έμφαση όλη αυτή την περίοδο στην άσκηση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων, φροντίζοντας να ενισχύσουν την προσπάθεια του Σωκράτη Φάμελλου,3 του από τον περασμένο Ιούλιο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα.

Από τους σχετικά παλαιούς κοινοβουλευτικούς, υπέρ Κασσελάκη (πόσο ‘παλαιά’ βέβαια μπορεί να θεωρηθεί μία κοινοβουλευτικός που πρωτοεκλέχθηκε τον Ιούλιο του 2019; ), τάχθηκε η βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης Ράνια, η οποία δεν διαδραματίζει ρόλο στη διαμόρφωση των πολιτικοϊδεολογικών του θέσεων, χωρίς να έχει να αναλάβει επικοινωνιακά καθήκοντα, αν και δημοσιογράφος στο επάγγελμα. Κάτι που αντίθετα πράττει η πρώην βουλευτής του κόμματος και επίσης δημοσιογράφος Δώρα Αυγέρη.

Η συμμετοχή της στις βουλευτικές εκλογές του 20234 και η εκλογή της, συνιστούν απόρροια και της προσπάθειας «ανανέωσης» του πολιτικού προφίλ του κόμματος, και της διατύπωσης μίας νέας πρότασης διακυβέρνησης από τον Αλέξη Τσίπρα, για να παραφράσουμε τους Κακεπάκη και Verzichelli,5 ώστε αυτή να καταστεί εν όψει της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και αν εκλεγόταν τότε ο ΣΥΡΙΖΑ, λιγότερο ‘φορτισμένη’ πολιτικά και ιδεολογικά.

Υπέρ της Έφης Αχτσιόγλου κατά κύριο λόγο έχουν ταχθεί παλαιοί κοινοβουλευτικοί (κατά πλειοψηφία άνδρες) οι οποίοι σταθεροποίησαν την κοινοβουλευτική τους παρουσίας μετά την κοινωνική, πολιτική και εκλογική ισχυροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, και προέρχονται κατά κύριο λόγο από το παλαιό ΚΚΕ Εσωτερικού και τον παλαιό Συνασπισμό.

Κατά πόσο όμως κατάφεραν να συγκροτήσουν μία συμπαγή ομάδα; Η υποστήριξη τους περισσότερο εκφράσθηκε μέσω μεμονωμένων δηλώσεων, παρά μέσω της ανάληψης κοινών πολιτικών πρωτοβουλιών. Πάντως, οφείλουμε να επισημάνουμε πως η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν μεταβλήθηκε σε ‘αρένα’ (Τσεμπελής) εκτόξευσης κατηγοριών και μαχητικής υποστήριξης του ενός και του άλλου υποψηφίου.

Σε μία συγκριτική προσέγγιση, θα υπογραμμίσουμε πως ήσαν αρκετοί βουλευτές του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, που είχαν υιοθετήσει μία περισσότερο παρεμβατική στάση εν όψει των εσωκομματικών εκλογών για την ηγεσία του κόμματος, τον Δεκέμβριο του 2021, ωθούμενοι να λάβουν θέση συνεπεία και του θανάτου της Φώφης Γεννηματά.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Και αυτό ισχύει και θεωρητικά-επιστημονικά και όχι μόνο σε ένα περισσότερο ‘στενό’ πολιτικό-δημοσιογραφικό επίπεδο. Για παράδειγμα, ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και άλλοτε βουλευτής και υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορος Βερναρδάκης στο πόνημα του στο οποίο εξετάζει με κριτική ματιά τις μεταβολές που συντελέσθηκαν την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης στο κομματικό-πολιτικό σύστημα, παραβλέπει να αναφερθεί στον ρόλο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας κατά την διάρκεια μίας προεκλογικής εκστρατείας που έπεται της εκλογικής διαδικασίας ανοιχτού τύπου. Ο Χριστόφορος Βερναρδάκης καταφέρεται ανοιχτά κατά της συγκεκριμένης διαδικασίας, θεωρώντας πως αυτή προσιδιάζει προς την εν τοις πράγμασι άρση του συλλογικού χαρακτήρα ενός πολιτικού κόμματος. Όμως, έχοντας πλέον το πλεονέκτημα της χρονικής απόστασης και λαμβάνοντας υπόψιν τον αντίκτυπο αυτών των ανοιχτών εσωκομματικών εκλογών από τότε που άρχισαν να διεξάγονται, μπορούμε να αναρωτηθούμε το εξής: Πόσο ‘δικαιώθηκε’ η κριτική Βερναρδάκη; Δεν θα διστάσουμε να απαντήσουμε, λέγοντας πως δεν δικαιώθηκε η κριτική του, καθότι, πρώτον: Η ανοιχτή εκλογική διαδικασία προσέδωσε κοινωνική-πολιτική δυναμική στα κόμματα, διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις ώστε να αποκτήσουν πολιτικοϊδεολογική συνοχή (βλέπε την Νέα Δημοκρατία μετά την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2016). Δεύτερον, δεν κατέστησε τον πρόεδρο ‘αυτόνομο’, ‘παντοδύναμο’ και ‘ανεξέλεγκτο,’ όπως απλοϊκά ισχυριζόταν ο Χριστόφορος Βερναρδάκης. Δεν έχουμε παρατηρήσει τέτοια φαινόμενα εστιάζοντας στις περιπτώσεις του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος και της Νέας Δημοκρατίας που έχουν καθιερώσει αυτόν τον τύπο προεδρικής εκλογής εδώ και αρκετά χρόνια. Αντιθέτως, έχουμε παρατηρήσει πως μετά τις εκλογές, οι πρόεδροι επιδιώκουν να συμβάλλουν στην εύρυθμη και ομαλή λειτουργία των κομματικών οργάνων, κάτι που έχουν πετύχει, υιοθετώντας ένα περισσότερο συμμετοχικό μοντέλο άσκησης εξουσία. Ο μεν Κυριάκος Μητσοτάκης άμα τη εκλογή του θέσπισε θέσεις δύο αντιπροέδρων (Κωστής Χατζηδάκης & Άδωνις Γεωργιάδης), ο δε Νίκος Ανδρουλάκης, όντας μη-κοινοβουλευτικός εκείνη την περίοδο (2021), έσπευσε να ενισχύσει τον ρόλο και την παρουσία της κοινοβουλευτικής ομάδας στο ενδο-Πασοκικό γίγνεσθαι. Τρίτον, δεν επέφερε αρνητικά αποτελέσματα ως προς την παραγωγή ιδεών και πολιτικής. Τέταρτον, δεν εμπόδισε, αλλά αντιθέτως διευκόλυνε την ανάδειξη στην επιφάνεια νέων πολιτικών στελεχών που δεν κινούνταν απαραίτητα στο περιβάλλον του νέου προέδρου. Πέμπτον, συνετέλεσε στην προσαρμογή των πολιτικών κομμάτων στις προκλήσεις της νέας εποχής, βοηθώντας να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά (βλέπε το ΠΑΣΟΚ), την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης. Κοντολογίς, δεν επήλθε το τέλος του «αντιπροσωπευτικού μαζικού κόμματος» με αυτήν την διαδικασία, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Χριστόφορος Βερναρδάκης. Απεναντίας, επήλθε τα πολιτικά κόμματα, μέσω της στροφής σε αυτή την ανοιχτή εκλογική διαδικασία, μετασχηματίσθηκαν, επανανομιμοποιήθηκαν, στηριζόμενα στο τρίπτυχο ‘μέλη-φίλοι-στελέχη’. Βλέπε σχετικά, Βερναρδάκης, Χριστόφορος., ‘Πολιτικά κόμματα, εκλογές & κομματικό σύστημα. Οι μετασχηματισμοί της πολιτικής αντιπροσώπευσης 1990-2010,’ Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2011, σελ. 195-199. Για το ίδιο θέμα και με παρόμοια κριτική ματιά, βλέπε και, Κοντιάδης, Ξενοφών., & Ανθόπουλος, Χαράλαμπος., ‘Κρίση του ελληνικού πολιτικού συστήματος’, Εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2008. Οι δύο συνταγματολόγοι θεωρούν ότι με την διαδικασία εκλογής προέδρου από την βάση του κόμματος, η κρίση του «πολιτικού συστήματος» φθάνει στο ‘peak’ της.

2 Η συχνή εμφάνιση τους σε τηλεοπτικές εκπομπές διευκόλυνε το να ταχθούν ανοιχτά υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου για την αρχηγία, καθότι οι ίδιοι θεώρησαν πως απέναντι στους ψηφοφόρους τους που τους ‘παρακολουθούν’ πρέπει να είναι ‘ξεκάθαροι’ και ‘ειλικρινείς.’ Τι μπορεί να μας πει αυτή η εξέλιξη για τα χαρακτηριστικά και δη για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ; Πως διαφαίνεται η δημιουργία (δεν μιλήσουμε για την εμπέδωση) μίας τομής εντός της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας μεταξύ Κέντρου και Περιφέρειας, προβεβλημένων και λιγότερο προβεβλημένων, για διάφορους λόγους, βουλευτών. Κάποιος αναγνώστης όμως μπορεί να αναρωτηθεί καλοπροαίρετα: Μία τέτοια τομή δεν υπάρχει και στο εσωτερικό των Κοινοβουλευτικών Ομάδων των άλλων μεγάλων κομμάτων; Σαφώς και υπάρχει, θα αποκριθούμε. Η ειδοποιός διαφοράς της με την αντίστοιχη Συριζαϊκή έγκειται στο γεγονός πως η δεύτερη σχετίζεται σχεδόν αποκλειστικά με την διαδικασία εκλογής νέου προέδρου, όντας παράγωγο της όλης διαδικασίας και των προεκτάσεων της.

3 Στην ανάλυση μας, υπεισέρχεται και μία καθαυτό πολιτική διάσταση. Για πολλούς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, είτε αυτοί είναι παλαιοί κοινοβουλευτικοί είτε νέοι, η διαδικασία που εξελίσσεται καθίσταται πρωτόγνωρη, ειδικά εάν συνυπολογίσουμε και την μακροχρόνια ‘ηγεμονία’ Τσίπρα εντός του κόμματος. Η ‘βίαιη’ και ξαφνική απώλεια ενός σταθερού σημείου αναφοράς, στο οποίο όμνυαν βουλευτές διαφορετικών πολιτικοϊδεολογικών καταβολών (ας μην ξεχνάμε τους προερχόμενους από το ΠΑΣΟΚ βουλευτές) και διαφορετικών προσεγγίσεων, επιφέρει τέτοιες ανακατατάξεις που μόλις και μετά βίας γίνονται ‘ορατές’: Ωθεί άλλους στην ‘ηθελημένη σιωπή’ έως ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία εκλογής νέου προέδρου από την βάση∙ Ωθεί άλλους σε ‘λογοδιάρροια’, και για τι σηματοδοτεί η όλη διαδικασία για τον ΣΥΡΙΖΑ και για το κομματικό-πολιτικό σύστημα, και για το ποια ήσαν η πολιτική ‘κληρονομιά’ Τσίπρα και∙ Ωθεί άλλους στο απλά μονολεκτικό ‘δεν απαντώ’: Όλα θα ειπωθούν στην ώρα τους. Χρειάζομαι χρόνο για να αφομοιώσω τις αλλαγές που έλαβαν χώρα.’ ‘Απελευθερώνει’ άλλους βουλευτές, ενθαρρύνοντας τους να στραφούν κατά βουλευτών και κεντρικών στελεχών του κόμματος με τρόπο που δεν θα ήσαν εφικτός παλαιότερα. Αυτό που δεν κατάφερε ο Πέτρος Παππάς, δηλαδή το να ‘συμπαρασύρει’ και άλλους βουλευτές της περιφέρειας να πάρουν θέση, το κατάφερε η είσοδος στον δεύτερο γύρο των δύο θεωρούμενων φαβορί. Την τελευταία εκλογική εβδομάδα, όλο και περισσότεροι βουλευτές καλούνται εκ των πραγμάτων να λάβουν θέση (μεταξύ αυτών και πολλοί που δεν το είχαν κάνει), κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να ‘θρυμματίζεται’ το ‘καθεστώς της σιωπής.’

4 Ορθώς, μέσα σε αυτή την συγκυρία ο δημοσιογράφος των ‘Νέων’ Ηλίας Κανέλλης βρίσκει την ευκαιρία να υπενθυμίζει στους αναγνώστες της εφημερίδας, την σημασία που απέδιδαν στελέχη του χώρου της Ανανεωτικής Αριστεράς όπως οι Μιχάλης Παπαγιαννάκης και Λεωνίδας Κύρκος στην ευγένεια, στην αντι-λαϊκιστική στάση, στην απόρριψη των βερμπαλισμών και των τσιτάτων, στην διαρκή μελέτη, στην θεωρητική κατάρτιση και στην εξειδίκευση, στην φιλο-δυτική πορεία της χώρας. Βλέπε και, Κανέλλης, Ηλίας., ‘Η ανανέωση και ο ΣΥΡΙΖΑ,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 19/09/2023, σελ. 41.

5 Βλέπε σχετικά, Verzichelli, L., ‘Elite circulation and stability,’ στο: Best, H., & Higley, J., (επιμ.), ‘Th e Palgrave handbook of political elites,’ Palgrave Macmillan, 2018, σελ. 573-592. Και, Κακεπάκη, Μανίνα., ‘Μεταξύ κόμματος και αγοράς: Η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας πριν και μετά τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019,’ στο: Βαρουξή, Χριστίνα., Κακεπάκη, Μανίνα., Σαρρής, Νίκος., Τραμουντάνης, Άγγελος., & Τσέκερης, Χαράλαμπος., (επιμ.), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας ΙΙ. Διακυβεύματα και Προκλήσεις,’ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα, 2021, σελ. 291, Διαθέσιμο στο: to-politiko-portraito-tis-elladas-tis-elladas-ii-diakiveumata-kai-proklisis (ekke.gr) Ακόμη και σήμερα, η Δώρα Αυγέρη δεν έχει καταστεί μέλος της κοινοβουλευτικής ελίτ του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της μη επιδραστικής κοινοβουλευτικής της παρουσίας. Μέχρι πρόσφατα βουλευτής που εξέπεσε αυτής της ελίτ σχετικά γρήγορα, ήσαν ο Γιώργος Τσίπρας. Από τους σχετικά ‘παλαιούς’ κοινοβουλευτικούς ένας ακόμη τάχθηκε υπέρ της υποψηφιότητας Κασσελάκη: Ο Χαράλαμπος Μαμουλάκης, βουλευτής Ηρακλείου που στον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών στήριξε τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Μία ενδιαφέρουσα υπόθεση εργασίας την οποία θα έπρεπε να εξετάσουμε πολύ προσεκτικά για να δούμε το κατά πόσο μπορεί να τεκμηριωθεί, είναι η ακόλουθη: Όσο πιο πρόσφατα εκλεγμένος ένας βουλευτής, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες να ταχθεί υπέρ Κασσελάκη.

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com