Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (1929 – 1968)

Αμερικανός ποιμένας του δόγματος των Βαπτιστών, ειρηνιστής και οπαδός της δράσης μέσω της παθητικής αντίστασης, ηγέτης του Αφροαμερικανικού Κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των έγχρωμων ανθρώπων.

by Times Newsroom

Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (Martin Luther King Jr., 15 Ιανουαρίου 1929 – 4 Απριλίου 1968) ήταν Αμερικανός ποιμένας του δόγματος των Βαπτιστών, ειρηνιστής και οπαδός της δράσης μέσω της παθητικής αντίστασης, ηγέτης του Αφροαμερικανικού Κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των έγχρωμων ανθρώπων. Αφού ολοκλήρωσε μια σειρά θεολογικών σπουδών, έλαβε θέση ποιμένα σε εκκλησία των Βαπτιστών και αναμίχθηκε στον αγώνα των έγχρωμων για την απόκτηση πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Το 1955 ηγήθηκε της νικηφόρας εκστρατείας του μποϋκοτάζ των δημοσίων λεωφορείων της πόλης Μοντγκόμερυ της Αλαμπάμα (εξαιτίας του φυλετικού διαχωρισμού των επιβατών) και το 1957 αναγνωρίζοντας την ανάγκη δημιουργίας ενός πανεθνικού οργάνου που θα συντόνιζε τον αγώνα των έγχρωμων ίδρυσε μαζί με άλλους, ιερωμένους και μη, τη Διάσκεψη της Νότιας Χριστιανικής Ηγεσίας (Southern Christian Leadership Conference), μία από τις κυριότερες αντιρατσιστικές οργανώσεις των Η.Π.Α., και έγινε ο πρώτος της πρόεδρος. Το 1961 εμψύχωσε την εκστρατεία “Επιβάτες για την Ελευθερία”, την κινητοποίηση που έφερε και το πραγματικό τέλος στους φυλετικούς διαχωρισμούς σε όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς.

Το 1962 ηγήθηκε του αγώνα εναντίον του φυλετικού διαχωρισμού στο Όλμπανυ της Τζόρτζια (Κίνημα του Όλμπανυ) και το 1963 βοήθησε στη διοργάνωση ειρηνικών πορειών διαμαρτυρίας στην πόλη Μπέρμιγχαμ (Αλαμπάμα) της Αλαμπάμα. Την ίδια περίοδο ηγήθηκε επίσης της «Πορείας στην Ουάσινγκτον» και εκεί εκφώνησε την ιστορική ομιλία του που ξεκινά με τη φράση «Έχω ένα όνειρο…», στην οποία περιγράφει το όραμά του για ισότητα στην αμερικανική κοινωνία. Στις 14 Οκτωβρίου του 1964 του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ για τους αγώνες του υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων των έγχρωμων μέσω ειρηνικών διαμαρτυριών. Το 1965 ηγήθηκε της πορείας από τη Σέλμα στο Μοντγκόμερυ, διαμαρτυρία για τη μη εκχώρηση του δικαιώματος ψήφου στους έγχρωμους.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του μίλησε εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ, κριτικάροντας σφοδρά την αμερικανική κυβέρνηση και το 1967 εκφώνησε τον επίσης περίφημο λόγο του «Πέρα από το Βιετνάμ». Το 1968, και ενώ σχεδίαζε ακόμα μια πορεία προς την Ουάσινγκτον, την «Πορεία των Φτωχών», δολοφονήθηκε στις 4 Απριλίου στο Μέμφις (Τενεσσί). Ο Κινγκ έλαβε μετά θάνατον πολλές διακρίσεις όπως το Προεδρικό Μετάλλιο για την Ελευθερία και το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσσου. Το 1986 η 15η Ιανουαρίου (η ημέρα της γέννησής του) ανακηρύχθηκε επίσημη εορτή στις Η.Π.Α.

Ο Κινγκ γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου του 1929, στην Ατλάντα της Τζόρτζια από τον αιδεσιμότατο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τον πρεσβύτερο και την Αλμπέρτα Γουίλλιαμς Κινγκ, πρώην δασκάλα. Το πραγματικό όνομα των δυο Κινγκ – πατέρα και γιού – ήταν Μάικλ Κινγκ, αλλά ο πατέρας του, το άλλαξε σε Μάρτιν Λούθερ προς τιμήν του Γερμανού Προτεστάντη θεολόγου, Μαρτίνου Λούθηρου. Το μεσαίο παιδί της οικογένειας Κινγκ, είχε ακόμα μια μεγαλύτερη αδερφή την Γουίλλι Κριστίν Κινγκ και έναν μικρότερο αδερφό, τον Αλφρεντ Ντάνιελς Κινγκ.

Οι Κίνγκ ζούσαν στη λεωφόρο Ωμπερν, συνοικία των οικονομικά και κοινωνικά ισχυρών έγχρωμων της Ατλάντα και ο μικρός Μάρτιν μεγάλωσε έχοντας μια άνετη ζωή, που δεν τη σκίαζε τίποτα άλλο πέρα από τη ρατσιστική συμπεριφορά των λευκών της Ατλάντα. Ο ιερέας πατέρας του, που διοικούσε την εκκλησία Εμπενέζερ των Βαπτιστών της Ατλάντα ήταν ένα σημαντικό και αξιοσέβαστο πρόσωπο της κοινότητας των έγχρωμων και ο μικρός Μάρτιν μεγάλωνε μέσα στο πειθαρχημένο θρησκευτικό περιβάλλον της εκκλησίας που ήταν σαν δεύτερο σπίτι του.

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ: Ο Μάρτιν πήγε σχολείο 5 χρονών και κατάλαβε αμέσως την καταδίκη που ακολουθούσε τη φυλή του. Στα δημόσια κτίρια έβλεπε πινακίδες: “Μόνο για λευκούς”. Ένας αστυνομικός σταμάτησε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε εκείνος με τον πατέρα του και είπε με αναίδεια στον πάστορα: “Δείξε μου την άδειά σου, μπόϋ”. Ο αιδεσιμώτατος έδειξε τον μικρό Μάρτιν: “Αυτός είναι μπόϋ, εγώ είμαι άντρας!”. Σε ένα μεγάλο μαγαζί μια λευκή γυναίκα άρχισε να βρίζει τον μικρό Μάρτιν: “Με πάτησες, αράπη!”. Έτσι ο Μάρτιν έμαθε από πρώτο χέρι τη λέξη που έδειχνε την περιφρόνηση των λευκών για το σκούρο χρώμα της επιδερμίδας. Παρόλο που στο σχολείο ήταν από τους καλύτερους μαθητές, είχε αποκλειστεί από τα παιχνίδια των λευκών παιδιών της γειτονιάς. Το παιδί του μπακάλη του είπε οτι δεν ήθελαν τη συντροφιά του, γιατί ήταν έγχρωμος…. 

Ο Κινγκ από παιδί, έπεσε θύμα των φυλετικών διαχωρισμών και της ταπεινωτικής συμπεριφοράς των λευκών προς τους έγχρωμους. Από την ηλικία των 6 ετών και όταν πρωτοπήγε σε χωριστό (μόνο για έγχρωμους) δημόσιο δημοτικό σχολείο, έχασε όλους τους λευκούς φίλους του, αφού πλέον δεν επιτρεπόταν να κάνουν παρέα. Παντού αυτός και οι όμοιοί του, βίωναν την ίδια ταπεινωτική συμπεριφορά, αφού δεν επιτρεπόταν να κάθονταν δίπλα σε λευκούς στα λεωφορεία, ούτε να συχνάζουν στα εστιατόρια, τα καταστήματα ή τα ξενοδοχεία των λευκών. Πολλές από τις αναμνήσεις του στοιχειώνονται από αυτές τις εμπειρίες της ταπείνωσης και της αλαζονικής συμπεριφοράς των λευκών.

Οι σπουδές του

Μετά το τέλος του δημοτικού σχολείου, συνέχισε το γυμνάσιο σε ένα διάσημο στην εποχή του, ιδιωτικό σχολείο για έγχρωμους, το Γυμνάσιο του Μπούκερ Ουάσινγκτον. Όντας σοβαρός και άριστος μαθητής, κέρδισε τη συμπάθεια και τη φιλία των συμμαθητών και των δασκάλων του, και μάλιστα έγινε μέλος στην ομάδα Debate του σχολείου του, όπου και πρωτο-αναδύθηκαν οι περίφημες ρητορικές του ικανότητες. Απόδειξη της ρητορικής δεινότητας ήταν το πρώτο βραβείο του σχολείου του, που πήρε το 1944 σε ηλικία 13 χρονών – στον διαγωνισμό ρητορικής με θέμα “ο Νέγρος και το Σύνταγμα” που είχε προκηρύξει ο φιλανθρωπικός σύλλογος των έγχρωμων Black Elks. 

Το 1944 και σε ηλικία 15 χρονών θα περάσει τις εξετάσεις και θα φοιτήσει στο περίφημο εκείνη την εποχή Κολλέγιο για έγχρωμους Μουρχάους. Το καλοκαίρι πριν από την έναρξη της πρώτης χρονιάς, θα το περάσει δουλεύοντας μαζί με άλλους μαθητές του κολλεγίου σε μια καπνοπαραγωγική μονάδα στο Κονέκτικατ. Η διαφορά μεταξύ των δυο τρόπων συμπεριφοράς απέναντι στους έγχρωμους θα του κάνει τρομερή εντύπωση και θα συμπεράνει ότι είναι εφικτή μια κοινωνία που θα υπάρχει ισότητα μεταξύ των δυο φυλών. Σε ένα γράμμα στον πατέρα του θα διαπιστώσει ότι:

…αφού πέρασαμε την περιοχή της Ουάσινγκτον συνειδητοποίησα οτι δεν υπάρχει καμιά διάκριση μεταξύ λευκών και έγχρωμων. Μπορούμε να πάμε όπου θέλουμε και να κάνουμε ό,τι θέλουμε.

 Ενώ στη μητέρα του θα γράψει:

…Οι νέγροι και οι λευκοί πηγαίνουν στις ίδιες εκκλησίες!.

και:

… ποτέ δεν είχα σκεφτεί οτι ένα άτομο της φυλής μας, μπορεί να τρώει ελεύθερα όπου θέλει!

Χρόνια αργότερα, όταν θα ανακαλέσει τις αναμνήσεις αυτής της περιόδου θα πεί:

“…είχα ένα συναίσθημα πίκρας όταν επέστρεφα πίσω στις φυλετικές διακρίσεις. Μου ήταν δύσκολο να καταλάβω γιατί στο τρένο μεταξύ Νέας Υόρκης και Ουάσινγκτον μπορούσα να μετακινούμαι ελεύθερα όπου ήθελα, αλλά μετά την Ουάσινγκτον, όταν έπαιρνα το τρένο για την Ατλάντα, έπρεπε να μεταμορφωθώ ξανά στον Τζιμ τον κόρακα.[6]

[7] Όταν μπήκε στο Μουρχάουζ σκεφτόταν να σπουδάσει ιατρική ή και νομικά αλλά στο τελευταίο έτος των σπουδών του, αποφάσισε να ασχοληθεί με την ιεροσύνη, ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα του.

Το 1948 αποφοίτησε από το Μουρχάους και αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του, στη Θεολογία αυτή τη φορά, στο Θεολογικό Σεμινάριο Κρόζερ στο Τσέστερ της Πενσυλβάνια. Στο σεμινάριο θα έρθει πρώτη φορά σε επαφή με τους Προτεστάντες θεολόγους αλλά και με τη φιλοσοφία της μη βίας του Μαχάτμα Γκάντι την οποία θα χρησιμοποιήσει ως μέσο κοινωνικής αλλαγής. Θα αποφοιτήσει από εκεί το 1951 με το Δίπλωμα Θεολογίας. Με την επιθυμία να διδάξει Θεολογία στη δημόσια εκπαίδευση αποφασίζει να συνεχίσει τις σπουδές του στη Θεολογία, και εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης από όπου θα αποφοιτήσει το 1955 με τον τίτλο του δόκτορα της Θεολογίας.

Γάμος

Ο Κινγκ με τη σύζυγό του, Κορέττα Σκοτ.

Στο περιβάλλον του Πανεπιστημίου θα γνωριστεί με την Κορέττα Σκοτ, μια νεαρή από την Αλαμπάμα που είχε πάει στη Βοστώνη για να κάνει ανώτερες σπουδές στο τραγούδι, την οποία και παντρεύεται, όντας ακόμα φοιτητής, στις 8 Ιουνίου του 1953. Τη χρονιά της αποφοίτησής του από το Πανεπιστήμιο, το 1955 ήταν ήδη μελλοντικός πατέρας αφού η Κορέττα Σκοτ ήταν έγκυος στο πρώτο τους παιδί, τη Γιολάντα Κινγκ. Τα επόμενα χρόνια θα ακολουθήσουν ακόμα 3 παιδιά: Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ο τρίτος (1957), ο Ντέξτερ Σκοτ Κινγκ (1961) και η Μπερνίς Κινγκ (1963).

Πάστορας

Η εκκλησία της οδού Ντέξτερ

Έναν χρόνο πριν τελειώσει το Πανεπιστήμιο, ο Κινγκ αποφασίζει τελικά να μη βολευτεί σε μια ήσυχη και άνετη ζωή ακαδημαϊκών μελετών αλλά να χρησιμεύσει στους ομόφυλούς του σαν οδηγός στη σχέση τους με τον Θεό και με τον κόσμο. Έτσι εγκαταλείπει την προοπτική καριέρας ως καθηγητή θεολογίας, και σε ηλικία μόλις 24 ετών, το 1954, διορίζεται πάστορας σε μια μικρή εκκλησία – την εκκλησία των Βαπτιστών της λεωφόρου Ντέξτερ – στην ακρόπολη του ρατσισμού στο Νότο, το Μοντγκόμερι (Αλαμπάμα).

Στα τέλη του 1959 η οικογένεια Κινγκ θα εγκαταλείψει το Μοντγκόμερι για να εγκατασταθεί στην Ατλάντα, όπου ο Μάρτιν θα αναλάβει πάστορας στην εκκλησία του πατέρα του, θέση στην οποία θα παραμείνει μέχρι τον θάνατό του. Το πρώτο κήρυγμά του στην παλιά του εκκλησία, θα είναι ο περίφημος λόγος “Οι τρεις διαστάσεις της ολοκληρωμένης ζωής”.

Τον Σεπτέμβρη του 1958 εκδίδει το πρώτο του βιβλίο, Αποφασιστικά βήματα προς την Ελευθερία που περιέγραφε τον αγώνα στο Μοντγκόμερι.

Στο τέλος του ίδιου μήνα και ενώ υπέγραφε τα βιβλία του σε ένα εμπορικό κέντρο στο Χάρλεμ της Ν. Υόρκης θα δεχτεί επίθεση με χαρτοκόπτη, από την Ιζόλα Κάρρυ, μια ηλικιωμένη έγχρωμη, η οποία θα αποδειχτεί αργότερα στο δικαστήριο, ψυχικά ασθενής. Ο Κινγκ υποβάλλεται σε τρίωρη χειρουργική επέμβαση και καταφέρνει να διαφύγει τον κίνδυνο. Εκμεταλλευόμενος το διάστημα της ανάρρωσής του, πηγαίνει ταξίδι στην πατρίδα της καρδιάς του, την Ινδία, όπου γνωρίζει θριαμβευτική υποδοχή. Στην Ινδία θα συναντηθεί με τον πρωθυπουργό Παντίτ Νεχρού και με πολλούς οπαδούς του αγαπημένου του Γκάντι.

Οι αγώνες του

Μποϋκοτάζ των δημόσιων λεωφορείων του Μοντγκόμερι

Η Ρόζα Παρκς με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, 1955

Την 1η Δεκεμβρίου του 1955, η μαύρη μοδίστρα Ρόζα Παρκς συνελήφθη από την αστυνομία γιατί, κατάκοπη και βαρυφορτωμένη με δέματα, τόλμησε να καθίσει σε “θέσεις μόνο για λευκούς” σε αστικό λεωφορείο και αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της σε έναν λευκό που μόλις είχε ανέβει. Δικαστήριο της Αλαμπάμα την καταδίκασε σε πρόστιμο 10 δολαρίων. Αμέσως, η κοινότητα των έγχρωμων απάντησε με μποϋκοτάρισμα της χρήσης των λεωφορείων, μέχρι να ματαιωθούν όλοι οι ρατσιστικοί νόμοι που ίσχυαν μέχρι τότε. Ο Κινγκ ηγήθηκε και κατεύθυνε τον αγώνα, που διήρκεσε 385 ολόκληρες μέρες προκαλώντας καθημερινές διαμαρτυρίες, συγκρούσεις, συλλήψεις, βομβιστικές επιθέσεις και απειλές αλλά έληξε θριαμβευτικά για τους έγχρωμους, στις 13 Νοεμβρίου του 1956 με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ να θεωρήσει αντισυνταγματικές όλες τις πολιτικές φυλετικού διαχωρισμού στα λεωφορεία του Μοντγκόμερι.

Διάσκεψη της Νότιας Χριστιανικής Ηγεσίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νίκη αυτή οδήγησε τον Κινγκ και άλλους φίλους του και συναγωνιστές να ιδρύσουν στις 11 Ιανουαρίου του 1957 τη Διάσκεψη της Νότιας Χριστιανικής Ηγεσίας. Η οργάνωση εμψύχωνε πνευματικά και ηθικά τους έγχρωμους μέσα από τους άμβωνες των εκκλησιών και οργάνωσε αρκετές διαμαρτυρίες σε όλες τις πόλεις των ΗΠΑ, με σκοπό τη βελτίωση της ζωής των έγχρωμων. Η πρώτη σημαντική εκστρατεία της οργάνωσης ήταν η ανάδειξη της πλήρους και πραγματικής κατοχύρωσης του δικαιώματος ψήφου για όλους τους έγχρωμους σε όλες τις πόλεις του Νότου. Η εκστρατεία είχε σαν σκοπό να οδηγήσει τους έγχρωμους να εγγραφούν κατά χιλιάδες στους εκλογικούς καταλόγους, παρά τα προσκόμματα που οι δημοτικοί υπάλληλοι τους δημιουργούσαν. Και αυτή η εκστρατεία ύστερα από πολλούς αγώνες στέφθηκε με επιτυχία αφού ο νόμος για τα πολιτικά δικαιώματα του 1964 και ο νόμος για το δικαίωμα του εκλέγειν του 1965, κατοχύρωσαν οριστικά τα δικαιώματα των έγχρωμων σε όλη την Αμερική.

Μια άλλη εκστρατεία στην οποία συμμετείχε η Διάσκεψη ήταν οι καθιστικές διαμαρτυρίες που άρχισαν να γίνονται σε εστιατόρια και άλλους δημόσιους χώρους, με σκοπό να καταργήσουν και εκεί τις φυλετικές διακρίσεις. Στην Ατλάντα, μάλιστα, ο Κινγκ θα συλληφθεί για ακόμα μια φορά, γιατί συμμετείχε στην καθιστική διαμαρτυρία μαζί με 280 φοιτητές.

Τον Δεκέμβριο του 1961 και ενώ συμμετείχε σε μια πορεία διαμαρτυρίας στο Όλμπανι, συνελήφθη και πάλι για διατάραξη της κοινής ησυχίας, αυτή τη φορά με ακόμα 700 διαδηλωτές.

Η εκστρατεία του Μπέρμιγχαμ

Την άνοιξη του 1963 η Διάσκεψη και ο Κινγκ οργάνωσαν ακόμα μια σειρά διαμαρτυριών εναντίον των φυλετικών διακρίσεων, αυτή τη φορά στην πόλη Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα. Στις 12 Απριλίου του 1963 – Μεγάλη Παρασκευή – ο Κινγκ τέθηκε επικεφαλής μιας πορείας διαμαρτυρίας προς το δημαρχείο της πόλης. Σερίφης την πόλης ήταν ένας από τους σκληρότερους ρατσιστές του Νότου, ο διαβόητος Τζιμ “Μπούλ” Κόννορς, ο οποίος είχε σκοπό να διαλύσει την πορεία και να τιμωρήσει αμείλικτα τους διαδηλωτές. Έτσι, χρησιμοποιώντας όλες τις βάρβαρες μεθόδους επιτέθηκε εναντίον άοπλων πολιτών με ρόπαλα, με μαστίγια, με γκλομπς αλλά και με αστυνομικά σκυλιά που ρίχτηκαν εναντίον των διαδηλωτών. Το ξύλο και τη φυλάκιση δεν την απέφυγε ούτε ο Κινγκ. Συνελήφθη και κρατήθηκε σε αυστηρή απομόνωση για μερικές μέρες. Εκεί μάλιστα έγραψε και την περίφημη επιστολή του Γράμμα από τη φυλακή του Μπέρμιγχαμ.

AR 7993-B (crop) 22 June 1963
Civil Rights Leaders meet with the Vice President, Attorney General, and other officials. White House. Please credit “Abbie Rowe, National Park Service/John Fitzgerald Kennedy Library, Boston”.

Ο Κινγκ στη συνάντησή του με τον Ρόμπερτ Κένεντι στις 22 Ιουνίου του 1963, στον Λευκό Οίκο.

Η κακομεταχείριση που υπέστησαν οι έγχρωμοι διαδηλωτές τράβηξε τα βλέμματα των τηλεοπτικών συνεργείων και κατά συνέπεια και του αμερικανικού κοινού. Παρενέβη μέχρι και ο υπουργός Δικαιοσύνης Ρόμπερτ Κένεντι που κατάφερε να τον απελευθερώσει. Παρόλη την αστυνομική βία, οι έγχρωμοι συνέχισαν για τις επόμενες 40 ημέρες να διαδηλώνουν, αν και η απάντηση του σερίφη εναντίον τους, ήταν ιδιαίτερα σκληρή. Τα αστυνομικά σκυλιά ρίχνονταν ανεξέλεγκτα εναντίον των διαδηλωτών, και οι πυροσβεστικές μάνικες εξακόντιζαν τόνους νερού τραυματίζοντας πολλούς πολίτες. Στις 10 Μαΐου του 1963 όμως, η νίκη έστεψε τις προσπάθειές τους. Υπεγράφη τελικά συμφωνία με τις λευκές αρχές για την απελευθέρωση των 3000 κρατουμένων που κρατούσε στα κελιά του ο Σερίφης Κόνορς, την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων στους δημόσιους χώρους και στις προσλήψεις.

…Η πόλη της Αλαμπάμα, Μπίρμπινχαμ είχε 340.000 κατοίκους εκείνη την εποχή και οι νέγροι αντιπροσώπευαν το 40% του πληθυσμού. Όταν στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου άρχισε στις ΗΠΑ το κίνημα των νέγρων για την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων, οι Αρχές της πόλης του Μπέρμιγχαμ, όχι μόνο αρνήθηκαν να δεχτούν οποιαδήποτε μορφή ενσωμάτωσης των νέγρων στη λευκή κοινωνία, αλλά για να δείξουν την αδιαλλαξία τους, απαγόρευσαν την είσοδο των νέγρων στα 68 πάρκα της, στα 38 γήπεδά της, στις 6 πισίνες της και στα 4 γήπεδα του γκολφ. Όταν το 1963 η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση προκήρυξε διαγωνισμό για προσλήψεις υπαλλήλων σε δημόσιες θέσεις, από τους 1500 νέγρους που παρουσιάστηκαν στις εξετάσεις με τους απαιτούμενους τίτλους σπουδών μόνο σε 60 επέτρεψαν να πάρουν μέρος στον διαγωνισμό. Για τους άλλους θεωρήθηκε ανεπαρκής η προπαρασκευή.

Η πορεία προς την Ουάσιγκτον

Ο Κινγκ, εκπροσωπώντας την οργάνωσή του, ήταν ένας από τους 6 ηγέτες οργανώσεων για τα πολιτικά δικαιώματα, που συμμετείχαν στην “Πορεία προς την Ουάσιγκτον για δουλειά και ελευθερία”.

Portrait

Ο Κινγκ δίνει την ομιλία “Έχω ένα όνειρο“.

Στις 28 Αυγούστου του 1963 200.000 διαδηλωτές, λευκοί και έγχρωμοι, συναντήθηκαν στο μνημείο του Αβραάμ Λίνκολν για να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους σε κάθε μορφή διάκρισης. Σε αυτήν την εκδήλωση διαμαρτυρίας ο Κινγκ θα εκφωνήσει τον διάρκειας 17 λεπτών λόγο του, τον πιο γνωστό από όλους, ξεκινώντας με τη φράση «Έχω ένα όνειρο…». Ο λόγος αυτός θεωρείται από τους ειδικούς ένας από τους καλύτερους στην ιστορία της ρητορικής στις ΗΠΑ. Η πορεία προς την Ουάσινγκτον απεδείχθη ιδιαίτερα επιτυχημένη, αφού το 1964 ψηφίστηκε ο πιο σημαντικός ίσως νόμος που τερμάτιζε κάθε διάκριση μεταξύ των ανθρώπων με βάση τη φυλή, το φύλο, τη θρησκεία ή την καταγωγή. Με αυτόν τον νόμο παραχωρήθηκαν δικαιώματα ψήφου, καταργήθηκαν οι ξεχωριστές δημόσιες αίθουσες για λευκούς και έγχρωμους, οι διακρίσεις στα σχολεία, στα σωματεία και στην εύρεση εργασίας. 

Η φιλειρηνική διάθεση του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, σε συνδυασμό με το αδιαφιλονίκητο κύρος του – ιδιαίτερα μετά τη μνημειώδη ομιλία του στην Ουάσινγκτον – τον αναγόρευσαν σε βασικό συνομιλητή των Αμερικανών προέδρων Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι και Λίντον Τζόνσον για τα θέματα των μειονοτήτων, επίσημο, κατά κάποιο τρόπο, εκπρόσωπο των 22.000.000 έγχρωμων των Η.Π.Α. Στο τέλος του 1963, το περιοδικό Time, τον ανακήρυξε προσωπικότητα της χρονιάς.

Βραβείο Νόμπελ

Ο Κινγκ στην παρουσίαση του βιβλίου του, “Γιατί δεν μπορούμε να περιμένουμε“.

Στις 14 Οκτωβρίου 1964 ο Κινγκ έμαθε ότι του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Ο Κινγκ παραβρέθηκε στην τελετή που έγινε στο Όσλο στις 10 Δεκεμβρίου του 1964 και παρέλαβε το βραβείο του, στο όνομα των χιλιάδων αγωνιστών του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων. Το χρηματικό ποσό που παρέλαβε μαζί με το βραβείο το μοίρασε σε διάφορα κινήματα για τα πολιτικά δικαιώματα. 

Πορείες από τη Σέλμα στο Μοντγκόμερι

Από τα επεισόδια της “Ματωμένης Κυριακής”.

Από τις αρχές του 1965, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ θα στρέψει το βλέμμα του στην επαρχία Ντάλλας της Αλαμπάμα. Στην επαρχία Ντάλλας ζούσαν 90.000 έγχρωμοι, από τους οποίους μόνο οι 900 είχαν δικαίωμα ψήφου. Έτσι, ο Κινγκ θα εγκατασταθεί στη Σέλμα την πρωτεύουσα της επαρχίας για να οργανώσει τις κινητοποιήσεις υπέρ του δικαιώματος ψήφου και κατά των φυλετικών διακρίσεων. Το κλίμα στη Σέλμα είναι ιδιαίτερα εχθρικό, πολύ περισσότερο από άλλες πόλεις του Νότου, αφού οι φορείς της εξουσίας στην πόλη είναι αμετανόητοι ρατσιστές. Ιδιαίτερα ο Σερίφης της κομητείας Τζιμ Κλαρκ, είχε κιόλας οργανώσει μια δύναμη από 900 εθελοντές ιππείς, που τρομοκρατούσαν και φόβιζαν τον έγχρωμο πληθυσμό. Ούτε ο Κινγκ – παρότι πλέον ήταν ένας άνθρωπος βραβευμένος με Νόμπελ – δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα χέρια του Κλαρκ, και την 1η Φεβρουαρίου βρέθηκε και αυτός – μαζί με 2000 οπαδούς του – φυλακισμένος ξανά, για παράβαση του νόμου περί διαδηλώσεων. Όλες αυτές τις μέρες οι έγχρωμοι ήταν σε αναβρασμό, αφού γίνονταν συνέχεια βίαιες συγκρούσεις, ξυλοδαρμοί ακόμα και δολοφονίες των διαμαρτυρομένων έγχρωμων. Ο Κινγκ αποφάσισε να γίνει μια πορεία διαμαρτυρίας από τη Σέλμα στο κυβερνητικό μέγαρο του Μοντγκόμερι (πρωτεύουσα της πολιτείας). Έτσι το απόγευμα της Κυριακής 7 Μαρτίου 1965, γνωστή με το όνομα «Ματωμένη Κυριακή», γύρω στα 1.000 άτομα, στη συντριπτική πλειοψηφία έγχρωμοι, αλλά απόντος του Κινγκ, ξεκίνησαν την πορεία. Στην έξοδο από την πόλη, οι δυνάμεις του Κλαρκ περίμεναν τους διαδηλωτές και όρμησαν εναντίον τους. Ρίχνοντας δεκάδες δακρυγόνα, ξυλοκοπώντας με τα γκλομπς αδιακρίτως άντρες, γυναίκες και παιδιά, κατάφεραν να τους διαλύσουν. 78 έγχρωμοι μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία για τις πρώτες βοήθειες. Η στάση της Αστυνομίας ξεσήκωσε όλη την Αμερική εναντίον τους. Ωστόσο, η πόλη συνέχισε να είναι μπαρουταποθήκη έτοιμη να εκραγεί. Ο Κινγκ πήγε αμέσως στη Σέλμα και ανακοίνωσε τη διεξαγωγή ακόμα μιας πορείας προς το Μοντγκόμερι. Ο δικαστής της πόλης όμως δεν επέτρεψε τη διεξαγωγή της πορείας και ο Κινγκ δεν ήθελε να παραβιάσει το νόμο. Έτσι βρέθηκε σε δύσκολη θέση και ίσως έκανε το χειρότερο λάθος στην πορεία του. Επικεφαλής της πορείας και έχοντας δίπλα του δεκάδες κληρικούς όλων των δογμάτων και όλων των θρησκειών, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με την αστυνομική δύναμη, προτίμησε να τιμήσει τη συμφωνία που είχε κάνει με τις αρχές την προηγούμενη μέρα. Έσκυψε και προσευχήθηκε για λίγα λεπτά και μετά γύρισε πίσω. Φυσικά, η πορεία δεν έγινε, αλλά αυτή η επιλογή του ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων.

Στις 17 Μαρτίου, ο δικαστής τελικά επέτρεψε την πορεία και στις 21 Μαρτίου 4.000 διαδηλωτές ξεκίνησαν από τη Σέλμα, διέσχισαν τους δρόμους του Νότου και έφτασαν ύστερα από 6 μέρες στο Μοντγκόμερι. Στα 4 τελευταία χιλιόμετρα της πορείας πλήθος διάσημων προσωπικοτήτων ενώθηκε με τους διαδηλωτές. Μεταξύ τους βρίσκονταν οι Χάρι Μπελαφόντε, Λέοναρντ Μπερνστάιν, Τζόαν Μπαέζ, Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ, Έλλα Φιτζέραλντ, Μαχάλια Τζάκσον και άλλοι. Οι διαδηλωτές έφτασαν τους 30.000 και θριαμβευτές μπήκαν στο Μοντγκόμερι.

Αμφισβήτηση

Ο Κινγκ με τον Μάλκολμ Χ το 1964

Όλοι οι ιστορικοί συμφωνούν ότι η αποτυχημένη πορεία της 9ης Μαρτίου πλήγωσε αποφασιστικά το γόητρο του Κινγκ. Όλο και περισσότεροι έγχρωμοι τον θεωρούσαν εξαρτημένο από το κατεστημένο και ρεφορμιστή.

Στα επόμενα χρόνια οι τακτικές της παθητικής αντίστασης θα αρχίσουν να επικρίνονται, κυρίως από τη νέα γενιά των έγχρωμων αγωνιστών που εκφράζονταν καλύτερα από πιο ριζοσπαστικά κινήματα, όπως τους Μαύρους Πάνθηρες και τον Μάλκολμ Χ. Η συνεργασία του με τις κατά τόπους αρχές, οι συνομιλίες του με τον Ρόμπερτ Κένεντι και τον Λίντον Τζόνσον θα κάνουν καχύποπτους τους έγχρωμους που θα τον κατηγορήσουν για συνεργασία με τους ρατσιστές και προδοσία του κινήματος, για ρεφορμισμό και πολιτική δουλοπρέπειας. Μάλιστα, η σπουδαστική οργάνωση για τα πολιτικά δικαιώματα που συνεργαζόταν για χρόνια με τη Διάσκεψη, θα αποσχιστεί ακολουθώντας αυτόνομη πορεία.

Η δολοφονία του

Ο Κινγκ με τον Λίντον Τζόνσον, στις 6 Αυγούστου του 1965.

Τις πρώτες μέρες του Απριλίου του 1968, επικρατούσε ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα στο Μέμφις, όπου είχε μεταφερθεί το επίκεντρο των φυλετικών ταραχών που συγκλόνιζαν, με αμείωτη ένταση, τις Η.Π.Α. Αυτή τη φορά αφορμή ήταν η απεργία που είχαν κηρύξει, από τις 12 Φεβρουαρίου, οι 1.300 εργάτες καθαριότητας, στη συντριπτική πλειονότητά τους έγχρωμοι, διεκδικώντας μισθολογικές αυξήσεις και κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων στην εργασία. Η καταιγίδα ξέσπασε στις 28 Μαρτίου μετά τη δολοφονία 16χρονου έγχρωμου από σφαίρες αστυνομικού όπλου, κατά τη διάρκεια πορείας αλληλεγγύης προς τους απεργούς, που έδωσε το έναυσμα για νέο γύρο διαδηλώσεων, συγκρούσεων και λεηλασιών. Η πόλη τέθηκε σε αστυνομικό κλοιό, ο κυβερνήτης του Τενεσί έστειλε 40.000 άνδρες της εθνοφυλακής να αποκαταστήσουν την τάξη και το τοπικό δικαστήριο απαγόρευσε τις πορείες και τις διαδηλώσεις υπό το πρόσχημα του κινδύνου νέων επεισοδίων.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα έφτασε στο Μέμφις ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, εις βάρος του οποίου είχαν γίνει ήδη απόπειρες δολοφονίας. Τον Ιανουάριο του 1957 έγινε η πρώτη απόπειρα κατά της ζωής του, καθώς τοποθετήθηκε βόμβα, η οποία τελικά δεν εξερράγη, στο σπίτι του, στο Μοντγκόμερι. Το 1958 γνώρισε από πρώτο χέρι την κτηνωδία των δεσμοφυλάκων της Αλαμπάμα σε μία από τις συχνές “επισκέψεις” του στις τοπικές φυλακές. Άλλη μία βομβιστική απόπειρα εναντίον του έγινε το 1960, σε μία από τις πολυάριθμες δικαστικές διώξεις του. Τον Ιανουάριο του 1965 κακοποιήθηκε άγρια στο πρόσωπο και τα γεννητικά όργανα από ρατσιστές όταν αποπειράθηκε να κρατήσει δωμάτιο σε ξενοδοχείο της Σέλμα που ήταν “μόνο για λευκούς”. Το 1966 γλίτωσε παρά τρίχα καθώς το στιλέτο που εκσφενδονίστηκε εναντίον του, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Σικάγο, αστόχησε για λίγα εκατοστά. Ο έγχρωμος ηγέτης ένιωθε τον κλοιό του θανάτου να γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτικός γύρω του.

Στο μεταξύ, τα γεγονότα άρχισαν να τον ξεπερνούν. Από τις αρχές του 1966, το κίνημα των έγχρωμων έπαιρνε ολοένα και πιο ριζοσπαστική τροπή, καθώς τον τόνο έδιναν οι βίαιες εξεγέρσεις των μαύρων γκέτο στον βιομηχανικό Βορρά και όχι τόσο οι ειρηνικές εκδηλώσεις στον ρατσιστικό Νότο. Η οργάνωση του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έχανε το προβάδισμα υπέρ των πιο δυναμικών οργανώσεων CORE και, κυρίως, του SNCC, του ριζοσπάστη έγχρωμου ηγέτη Στόουκλι Καρμάικλ, που έριξε το σύνθημα “Μαύρη Δύναμη” και κάλεσε τους ομοφύλους του σε ένοπλο αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας. Ακόμα πιο βίαιη, ανατρεπτική κατεύθυνση είχε η δράση της οργάνωσης “Μαύροι Πάνθηρες”, με προφήτη όχι τον Γκάντι, αλλά τον δολοφονημένο ηγέτη των έγχρωμων Μάλκολμ Χ.

Το μοτέλ “Λορέν”, στο μπαλκόνι του οποίου πυροβολήθηκε ο Κινγκ.

Σ’ αυτό το φόντο, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ριζοσπαστικοποίησε βαθμιαία τις θέσεις του, συνδυάζοντας τον φυλετικό αγώνα με τον κοινωνικό. Η απεργία των εργατών καθαριότητας έγινε αφορμή για να ξετυλίξει την καινούργια του φιλοσοφία:

Ξεκινήσαμε πριν από 12 χρόνια, στο Μοντγκόμερι, με μια διαμαρτυρία για να έχουμε το δικαίωμα να καθόμαστε στις άδειες θέσεις των λεωφορείων. Από εκεί, προχωρήσαμε στον αγώνα για την κατάργηση κάθε φυλετικού διαχωρισμού στα δημόσια κτίρια, τα σχολεία και τα ξενοδοχεία. Ύστερα αγωνιστήκαμε για την κατοχύρωση του δικαιώματος της ψήφου, ώστε να αποκτήσουμε πολιτική υπόσταση και δύναμη. Τώρα ήρθε η ώρα να προχωρήσουμε άλλο ένα βήμα και να διεκδικήσουμε οικονομική και κοινωνική δύναμη. Αυτό είναι το νόημα του ενδιαφέροντός μας για την απεργία των εργατών καθαριότητας“.

Με αυτές τις σκέψεις, ο κήρυκας της “μη βίας” αποφάσισε, αυτή τη φορά, να αψηφήσει την απαγόρευση των αρχών και ανακοίνωσε ότι θα τεθεί ο ίδιος επικεφαλής της “παράνομης” πορείας αλληλεγγύης προς τους απεργούς, στις 8 Απριλίου. Προηγουμένως φρόντισε να συναντηθεί προσωπικά με τους νεαρούς ηγέτες των πιο μαχητικών ομάδων των έγχρωμων και να εξασφαλίσει την υπόσχεσή τους ότι δεν θα δημιουργηθούν νέα επεισόδια, αποδυναμώνοντας τα προσχήματα των τοπικών αρχών για πιθανή επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων.

Η αφίσα με τον καταζητούμενο από το FBI Τζέιμς Ερλ Ρέι

Στις 4 Απριλίου, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ πέρασε τη μέρα του στον δεύτερο όροφο του ξενοδοχείου “Λορέν”, στο Μέμφις, όπου συσκέφτηκε για ώρες με τους συνεργάτες του, προετοιμάζοντας την ομιλία του και συζητώντας τα πρακτικά προβλήματα της πορείας. Στις 6 το απόγευμα βγήκε να πάρει καθαρό αέρα στο μπαλκόνι της οδού Μέλμπερι, στηρίχθηκε στο κιγκλίδωμα και αστειεύτηκε με έναν συνεργάτη του, στο ισόγειο του ξενοδοχείου, που ετοιμαζόταν να βγάλει το αυτοκίνητό του από το πάρκινγκ. Έπειτα έκανε να ξαναμπεί στο δωμάτιο, χαμογελώντας ακόμα για κάποιο αθώο πείραγμα του συντρόφου του. Εκεί, με το χαμόγελο στα χείλη, τον βρήκε η δολοφονική σφαίρα μιας κυνηγετικής καραμπίνας Ρέμινγκτον, από το παράθυρο της απέναντι πανσιόν. Το επόμενο δευτερόλεπτο, ο άνθρωπος που ενσάρκωσε όσο κανείς, στον ταραγμένο 20ό αιώνα, την αγάπη και την αδελφοσύνη, βρέθηκε ξαπλωμένος μέσα σε μια λίμνη αίματος, με μια σφαίρα των 30-06 springfield (7,62×63) σφηνωμένη στο σβέρκο του. Δέκα λεπτά αργότερα, οι γιατροί του νοσοκομείου που τον εξέτασαν, διαπίστωσαν απλώς το πέρασμά του από την προσωρινότητα στην αθανασία.

Η ιδιοκτήτρια της απέναντι πανσιόν περιέγραψε στους πράκτορες του FBI που κατέφτασαν, έναν μελαχρινό νέο, με νότια προφορά, ο οποίος νοίκιασε την προηγούμενη μέρα το μοιραίο δωμάτιο επιμένοντας να έχει θέα προς την οδό Μέλμπερι και πλήρωσε προκαταβολικά. Σύντομα διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για τον 39χρονο Τζέιμς Ερλ Ρέι, δραπέτη από τις φυλακές Μιζούρι, όπου εξέτιε ποινή φυλάκισης 20 ετών για ένοπλη ληστεία. Το ανθρωποκυνηγητό που εξαπολύθηκε κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο, καθώς ο Ρέι κατέφυγε διαδοχικά στην Ατλάντα, στο Τορόντο, το Λονδίνο, τη Λισαβόνα και ξανά στο Λονδίνο. Συνελήφθη τελικά στο Διεθνές Αεροδρόμιο Χίθροου, τη στιγμή ακριβώς που ετοιμαζόταν να αναχωρήσει για τη ρατσιστική Ροδεσία.

Ο Ρέι ομολόγησε την ενοχή του και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 99 ετών χωρίς να γίνει ποτέ δίκη. Η επίσημη εκδοχή έκανε λόγο για μεμονωμένη ενέργεια, αλλά η βαριά υποψία μιας σκοτεινής συνωμοσίας την οποία συγκάλυψαν αν δεν οργάνωσαν κιόλας οι κρατικές υπηρεσίες, αιωρείται πάντα στην αμερικανική πολιτική ατμόσφαιρα. Τα ερωτηματικά είχαν να κάνουν με το πώς κατάφερε ένα ασήμαντο επαρχιακό “κλεφτρόνι” του Μιζούρι να διαφεύγει για ένα χρόνο από το FBI, ταξιδεύοντας σε δύο ηπείρους με άνεση πολυεκατομμυριούχου κοσμοπολίτη, γιατί αγνοήθηκαν οι καταθέσεις αυτόπτων μαρτύρων που μιλούσαν για “δεύτερο πρόσωπο” στη δολοφονία του Κινγκ και γιατί οι ομοσπονδιακές αρχές απέκρουσαν πεισματικά την αξίωση της οικογένειας Κινγκ να γίνει δημόσια δίκη ώστε να λάμψει η αλήθεια στο ακροατήριο.

Η κηδεία

Εργάτριες ακούνε τους επικήδειους λόγους για τον Κινγκ

Η πορεία που είχε προγραμματίσει ο έγχρωμος ηγέτης έγινε πραγματικά στις 8 Απριλίου, στους δρόμους του Μέμφις, έστω και χωρίς τον ίδιο. Ένα μαύρο ποτάμι 20.000 ανθρώπων με επικεφαλής τη σύζυγό του, Κορέττα Κινγκ, συγκλόνισε με την εκκωφαντική σιωπή του όλη την Αμερική. Την επόμενη μέρα το ποτάμι έγινε επιβλητική λαοθάλασσα, που κατέκλυσε το χώρο γύρω από την ταπεινή εκκλησία του Εμπενέζερ, όπου ιερουργούσε για χρόνια ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και, πριν από αυτόν, ο πατέρας του. Παρών και ο αντιπρόεδρος των Η.Π.Α. Χούμπερτ Χάμφρεϊ, η Τζάκι Κένεντι, σύζυγος του επίσης δολοφονημένου προέδρου, και όλοι οι υποψήφιοι πρόεδροι των Η.Π.Α., με εξαίρεση τον κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, Ρόναλντ Ρήγκαν. Όλοι αυτοί άκουσαν με σκυμμένο το κεφάλι το τελευταίο, μαγνητοφωνημένο κήρυγμα που είχε εκφωνήσει ο ίδιος ο Κινγκ, στον ίδιο χώρο, πριν από τέσσερις μόλις μήνες, με μια διαίσθηση που εκ των υστέρων ακουγόταν ανατριχιαστικά επιβεβαιωμένη:

Αυτό τον καιρό σκέφτομαι πού και πού τον θάνατο και την κηδεία μου και αναρωτιέμαι τι θα ήθελα να ακουστεί τότε.

Αν τύχει και είστε, κάποιοι από σας, εκεί όταν έρθει εκείνη η μέρα, να ξέρετε ότι δεν θα ήθελα μια μακρόσυρτη κηδεία. Κι αν βάλετε κάποιον να με αποχαιρετίσει, πείτε του σας παρακαλώ να μη μακρηγορήσει. Να μην αρχίσει να λέει για το Νομπέλ – δεν είναι αυτό το σπουδαίο – ούτε για τα σχολεία που έβγαλα.

Εκείνο που θα ‘θελα να ειπωθεί είναι ότι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ προσπάθησε να βοηθήσει τους άλλους. Θα ‘θελα να ειπωθεί ότι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ προσπάθησε να αγαπήσει τους άλλους. Θα ‘θελα να μπορείτε να πείτε εκείνη τη μέρα ότι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ νοιάστηκε να ταΐσει τον πεινασμένο, να ντύσει τον γυμνό, να κάνει συντροφιά στον φυλακισμένο. Θα ‘θελα να μπορείτε να πείτε ότι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ πάσχισε να αγαπήσει και να υπηρετήσει τον άνθρωπο.

Η κηδεία του μεταδόθηκε σε ζωντανή τηλεοπτική σύνδεση, πανεθνικά. Τη σορό του δεν την τοποθέτησαν σε στρατιωτικό κιλλίβαντα, αλλά σε ένα φτωχικό αγροτικό αμάξι, και δεν την έσυραν περήφανα καθαρόαιμα με βαρύτιμα πένθιμα κρέπια, αλλά δύο ταπεινά μουλάρια. Πίσω του, 100.000 άνθρωποι, λευκοί και έγχρωμοι, τον κατευόδωσαν σε μια μεγαλειώδη πορεία 6 χιλιομέτρων, μέχρι το νεκροταφείο του Σάουθ Βιου, στον οικογενειακό τάφο όπου αναπαύονταν οι παππούδες του.

Αντιδράσεις

Η εκκλησία των Βαπτιστών της 16ης οδού – σημείο συγκέντωσης των μαύρων τις μέρες του αγώνα, και ο σημερινός μουσειακός χώρος της.

Η είδηση της δολοφονίας του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ διαπέρασε ταχύτατα τα γκέτο και τις μαύρες φτωχογειτονιές, από τον Μισσισσιππή μέχρι το Μπρούκλιν. Οι έγχρωμοι ξεχύθηκαν στους δρόμους με όπλα, μολότοφ, πέτρες, λοστούς, ρόπαλα και με συνθήματα “Θα μας το πληρώσετε!” κατέκλυσαν όλη τη χώρα. Ο πρόεδρος Τζόνσον ανέβαλε το ταξίδι του στη Χαβάη για το βιετναμικό, καθώς ένα “δεύτερο Βιετνάμ” είχε ανοίξει μέσα στις ίδιες τις Η.Π.Α.

Για μία εβδομάδα, 110 μεγάλες αμερικανικές πόλεις έγιναν θέατρα ενός αιματηρού, ακήρυκτου εμφυλίου, με δεκάδες νεκρούς και χιλιάδες τραυματίες. Διαδηλώσεις, οδοφράγματα, ένοπλες συγκρούσεις, ελεύθεροι σκοπευτές, εμπρησμοί, λεηλασίες, λιντσαρίσματα ήταν καθημερινά στην ημερήσια διάταξη. Στην Ουάσινγκτον, που κατοικείτο κατά 57% από έγχρωμους, οι οδομαχίες έφτασαν σε απόσταση μόλις δύο χιλιομέτρων από τον Λευκό Οίκο. Ο Τζόνσον αναγκάστηκε να επιστρατεύσει 45.000 εθνοφρουρούς και 25.000 στρατιώτες για να καταστείλει τις ταραχές και να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ο στρατός κατέλαβε επίκαιρα σημεία, δημόσια κτίρια και ραδιοφωνικούς σταθμούς, ενώ απαγορεύτηκε η κυκλοφορία όλων των οχημάτων πλην των στρατιωτικών, των πυροσβεστικών και των νοσοκομειακών, όπως απαγορεύτηκε και η κατοχή όπλων, εκρηκτικών, βενζίνης και οινοπνευματωδών.

Ο ριζοσπάστης ηγέτης των έγχρωμων Στόουκλι Καρμάικλ διακήρυξε: “Όταν η λευκή Αμερική δολοφόνησε τον Κινγκ, μας κήρυξε τον πόλεμο. Έκαναν το μεγαλύτερο λάθος. Δολοφόνησαν οι ίδιοι την τελευταία ειρηνική ελπίδα!.

Παρόλο που μεσολάβησε η δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, οι εκδηλώσεις της “εκστρατείας των φτωχών” πραγματοποιήθηκαν από τις 12 Μαΐου έως και τις 24 Ιουνίου του 1968, με επικεφαλής τη σύζυγό του, Κορέττα Σκοτ Κινγκ, και τον νέο πρόεδρο της Διάσκεψης της Νότιας Χριστιανικής Ηγεσίας, Ραλφ Αμπερνάθυ.

Ισχυρισμοί περί συνωμοσίας

Ο Τζέιμς Ερλ Ρέι

Στις 10 Μαρτίου του 1969, το Κακουργιοδικείο του Μέμφις κλήθηκε να ρίξει φως στη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Αν και ο αρχηγός του FBI Έντγκαρ Χούβερ έσπευσε να δηλώσει από την πρώτη στιγμή ότι ο φερόμενος ως δράστης, Τζέιμς Ερλ Ρέι, κινήθηκε με αποκλειστικά δική του πρωτοβουλία, αποκλείοντας κάθε ενδεχόμενο ευρύτερης συνωμοσίας, ανεξιχνίαστα ερωτηματικά άφηναν υπόνοιες περί συνωμοσίας.

Ήταν δύσκολο να εξηγηθεί πώς ένας κατάδικος των φυλακών του Μιζούρι κατάφερε να αποδράσει χωρίς συνεργούς και στη συνέχεια, αντί να αναζητήσει ασφαλές καταφύγιο, δολοφόνησε τον ηγέτη των έγχρωμων, ξέφυγε από το ανθρωποκυνηγητό του FBI και περιφερόταν επί έναν περίπου χρόνο σε μία σειρά ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Προς απογοήτευση της αμερικανικής κοινής γνώμης, όμως, η δίκη για την πολύκροτη αυτή υπόθεση δεν έγινε.

Στην αρχή της ακροαματικής διαδικασίας ανακοινώθηκε ότι ο Ρέι είχε κλείσει συμφωνία με την εισαγγελία του Τενεσί να παραδεχτεί την ενοχή του, με αντάλλαγμα ποινή κάθειρξης 99 ετών. Με τον τρόπο αυτό, ο Ρέι απέφυγε την ηλεκτρική καρέκλα, αλλά υποχρεώθηκε να μείνει τουλάχιστον 33 χρόνια φυλακή προτού αποκτήσει το δικαίωμα της υποβολής αίτησης χάριτος. Τόσο ο εισαγγελέας όσο και ο συνήγορος του Ρέι δήλωσαν ότι η υπόθεση πρέπει να θεωρείται διαλευκανθείσα και η εκδοχή της ευρύτερης συνωμοσίας εξωπραγματική. Ο κατηγορούμενος, όμως, επέτεινε τη σύγχυση, όταν δήλωσε ότι δεν συμφωνεί με τις “θεωρίες” του Χούβερ και του ίδιου του συνηγόρου του, αν και τελικά επιβεβαίωσε τη συμφωνία με τις αρχές δηλώνοντας “ένοχος” για να σώσει τη ζωή του. Έτσι, οι 10 ένορκοι δεν είχαν παρά να δεχτούν την ενοχή του χωρίς να αποσυρθούν σε σύσκεψη και η υπόθεση έκλεισε σε ελάχιστο χρόνο, με τον δικαστή Μπατλ να επιβάλει τη μη εφέσιμη ποινή της 99χρονης κάθειρξης. Η πρωτοφανής “συμφωνία” του Ρέι με το αμερικανικό κράτος αύξησε τις υποψίες της κοινής γνώμης. Οι υποψίες έγιναν ακόμα μεγαλύτερες στις 19 Μαρτίου του ίδιου έτους, όταν ο δικαστής Μπατλ ανακοίνωσε ότι έχει στα χέρια του επιστολή του Ρέι από τις φυλακές του Νάσβιλ, όπου ο κατάδικος αναίρεσε την ομολογία της ενοχής του, άλλαξε δικηγόρο και ζήτησε αναψηλάφηση της δίκης, υποστηρίζοντας ότι του ασκήθηκαν αφόρητες πιέσεις υπό την απειλή της εκτέλεσης. Παρά την απαίτηση, όμως, της συζύγου του δολοφονηθέντος, Κορέτα Κινγκ, και όλων των αντιρατσιστικών οργανώσεων, οι δικαστικές αρχές αρνήθηκαν, στις 26 Μαΐου, την αίτηση επανεξέτασης καταδικάζοντας οριστικά και αμετάκλητα τον Ρέι.

Σχετικά Άρθρα

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή