Tο μείζον ερώτημα: μέχρι πού θα πάει η Αγκυρα; Απλή βελτίωση κλίματος ή η αρχή μιας «νέας εποχής» όπως λέει ο υπουργός Εξωτερικών Χ. Φιντάν; Μετά την πρόσφατη υπουργική συνάντηση στην Αγκυρα και την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Ν. Υόρκη φαίνεται να δικαιολογείται ωστόσο η εκτίμηση ότι μάλλον φτάνουμε σε ένα paradigm shift (αλλαγή υποδείγματος) στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Καθώς:

Πρώτον, για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης έχουμε έναν οδικό χάρτη (roadmap) για την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και την επίλυση των επίμαχων προβλημάτων που μπορούν να επιλυθούν με ταυτόχρονη μετεξέλιξη των διερευνητικών συνομιλιών σε πολιτικό διάλογο. Στο παρελθόν είχαμε προσπάθειες υπέρβασης της αντιπαράθεσης, αλλά με την εξαίρεση την περίοδο Κώστα Σημίτη 1996-2004 (αποφάσεις Ελσίνκι/1999, διερευνητικές συνομιλίες) δεν είχαμε έναν οργανωμένο περιεκτικό οδικό χάρτη. Εναν χάρτη που δίκην σχεδίου να συμπεριλαμβάνει θέματα χαμηλής και υψηλής πολιτικής σε ένα ενιαίο πλαίσιο παράλληλης διαπραγμάτευσης, αλληλοενίσχυσης της πολιτικής δυναμικής για την επίλυση των συγκρούσεων και εγκαθίδρυσης συνεργατικών σχέσεων. Το γεγονός ότι τώρα έχουμε τον οδικό αυτόν χάρτη έστω και σχετικά βραχυχρόνιου ορίζοντα εκφράζει τη βούληση των δύο χωρών να εργαστούν για την επίλυση χωρίς να υποτιμώνται προβλήματα και δυσκολίες.

Δεύτερον, ως νέο καινοτόμο στοιχείο που δικαιολογεί την εκτίμηση για «αλλαγή υποδείγματος» είναι το γεγονός ότι, αντίθετα με το παρελθόν, με το άνοιγμα της διαδικασίας τον περασμένο Φεβρουάριο (διπλωματία των σεισμών) η Τουρκία σταμάτησε/ανέστειλε/πάγωσε την τοξική ρητορική της απέναντι στην Ελλάδα, αλλά κυρίως μηδένισε σχεδόν την παραβατικότητά της στο Αιγαίο σεβόμενη σχετικό μορατόριουμ. Κάτι παρόμοιο δεν είχε συμβεί στο παρελθόν, καθώς στις τότε εν εξελίξει προσπάθειες για προσέγγιση ταυτόχρονα είχαμε και σωρηδόν παραβάσεις και παραβιάσεις. Σε πρακτικό επίπεδο αυτή η εξέλιξη είναι η σημαντικότερη και δηλωτική ίσως ότι αυτή τη φορά η Τουρκία εννοεί τη διακηρυγμένη τοποθέτησή της ότι επιθυμεί εξομάλυνση σχέσεων. Αυτό σαφώς δεν σημαίνει ότι έχει εγκαταλείψει και τις πάγιες θέσεις της. Ούτε θα τις εγκατέλειπε πριν μπει στη διαπραγμάτευση .

Τρίτον, αν και κανένας δεν μπορεί να αποφανθεί με κατηγορηματικότητα στο εάν η συμπεριφορά της Τουρκίας (Ερντογάν) για εξομάλυνση συνιστά τακτική, προσωρινή κίνηση και σύντομα θα επανέλθει στους γνωστούς του κακούς τρόπους ή μια στρατηγική επιλογή με ορίζοντα και διάρκεια, τα δεδομένα φαίνεται να συνηγορούν υπέρ της δεύτερης εκδοχής. Ο αυταρχικός Ερντογάν είναι πραγματιστικό πολιτικό ον. Κατανοεί ότι οικονομικοί, πολιτικοί, γεωπολιτικοί λόγοι επιβάλλουν εξομάλυνση σχέσεων με την Ελλάδα. Βεβαίως δεν αποκλείονται οι απρόβλεπτες αντιδράσεις του ιδιαίτερα εάν και η ελληνική πλευρά διαπράξει κάποια… ελαφρότητα (που συχνά το συνηθίζει). Τελικός κριτής ο χρόνος βέβαια. Και «οι ελαφροί ας με λέγουν ελαφρόν…».

*Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE.

Πηγή: Έντυπη έκδοση Τα Νέα