Ο Ντουάιτ Ντέιβιντ «Άικ» Αϊζενχάουερ (Dwight David “Ike” Eisenhower, 14 Οκτωβρίου 1890 – 28 Μαρτίου 1969) ήταν Αμερικανός πολιτικός και ανώτατος στρατιωτικός, που υπηρέτησε ως 34ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, από το 1953 μέχρι το 1961. Ήταν μέλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Υπηρέτησε ως ο 1ος Ανώτατος Διοίκητης των Συμμαχικών Δυνάμεων του ΝΑΤΟ, από το 1951 έως το 1952. Επίσης, διετέλεσε ως Επιτελάρχης του Στρατού Ξηράς των Ηνωμένων Πολιτειών, από το 1945 έως το 1948. Ήταν στρατάρχης του Στρατού Ξηράς, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ήταν κύριος συντονιστής της «Επιχείρησης Πυρσός» (1942), και της Μάχης και Απόβασης της Νορμανδίας (1944–1945).
Η οικογένεια Αϊζενχάουερ μετανάστευσε, το 1741, από το Κάρλσμπρουν του Νασάου-Σααρμπρίκεν, στην Αμερική, πρώτα στο Γιορκ της Πενσιλβάνια και, κατά τη δεκαετία του 1880, στο Κάνσας. Ο πατέρας του Ντουάιτ, Ντέιβιντ, είχε αρχικά παντοπωλείο στο Κάνσας, χρεωκόπησε και αργότερα εργάστηκε στους σιδηροδρόμους και έπειτα σε τυροκομείο, καταφέρνοντας στο τέλος να εξασφαλίσει άνετες συνθήκες διαβίωσης για την οικογένειά του.
Ο Ντουάιτ γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1890 στο Ντένισον του Τέξας και ήταν το τρίτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας. Μεγάλωσε στο Άμπιλιν του Κάνσας. Αποφοίτησε από το Λύκειο “Abilene High School” το 1909. Το 1911 κατατάχθηκε στον στρατό και το 1915 αποφοίτησε πτυχιούχος (BS) από τη στρατιωτική ακαδημία των ΗΠΑ, Γουέστ Πόιντ. Στο τέλος του Α΄ παγκοσμίου πολέμου στάλθηκε στη Γαλλία όπου υπηρέτησε ως εκπαιδευτής του σώματος θωρακισμένων αρμάτων. Στη συνέχεια υπηρέτησε στην Πενσυλβάνια, στο Μέριλαντ και στον Παναμά. Το 1933 μετατέθηκε στο επιτελείο και το 1935 στάλθηκε στις Φιλιππίνες, υπό τις διαταγές του Ντάγκλας Μακ Άρθουρ.
Έλαβε μέρος στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τον Νοέμβριο του 1942, αφού προηγουμένως είχε προαχθεί από συνταγματάρχη σε υποστράτηγο, οργάνωσε και διηύθυνε την απόβαση των συμμάχων στη Νότια Αφρική. Το 1943 διορίστηκε ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων κατά την απόβαση της Νορμανδίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου ανερχόμενος στον βαθμό του στρατηγού 5 αστέρων. Η θέση που του εμπιστεύτηκαν παρόλο που μάχιμα δεν διέθετε αντίστοιχη πείρα ήταν αποτέλεσμα της διπλωματικής ισορροπίας που απαιτούσε ο πόλεμος μεταξύ των συμμάχων και ειδικά της Αγγλίας και όπου οι προστριβές με τον στρατηγό Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ ήταν αρκετά συχνές στο παρασκήνιο.
Το 1948 παραιτήθηκε από την ενεργό υπηρεσία στο στρατό και ανέλαβε πρόεδρος του Πανεπιστημίου Κολούμπια. Το 1950 ανέλαβε την αρχηγία του Ν.Α.Τ.Ο.
Πρόεδρος των ΗΠΑ
Το 1952 έθεσε υποψηφιότητα για το προεδρικό αξίωμα με την υποστήριξη των Ρεπουμπλικανών. Κέρδισε τις εκλογές άνετα αφού ο Αϊζενχάουερ στα μάτια των Αμερικανών πολιτών ήταν ένας ζωντανός μύθος. Συνυποψήφιός του και υποψήφιος για την αντιπροεδρία ήταν ο τότε γερουσιαστής Ρίτσαρντ Νίξον. Έλαβε 442 εκλεκτορικές ψήφους και το 55.2% των ψήφων, έναντι του 89 εκλεκτορικών ψήφων και 44.3% των ψήφων του Δημοκρατικού αντιπάλου του Αντλάι Στίβενσον. Ο κύριος λόγος ήταν ωστόσο ο Πόλεμος στην Κορέα και τα ισχυρά αντικομμουνιστικά αισθήματα της κοινής γνώμης που πίστευε ότι θα αντιμετώπιζε καλύτερα ένας στρατιωτικός παρά ο πολιτικός «δεύτερης κατηγορίας» Χάρυ Τρούμαν που για τους Ρεπουμπλικάνους είχε χαρακτηριστεί ως «ατύχημα» που προέκυψε από τον θάνατο του Φράνκλιν Ρούζβελτ. Τον Ιανουάριο του 1953, ορκίστηκε ως ο 34ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Τον Σεπτέμβριο του 1955 έπαθε καρδιακό και χρειάστηκε επτά μήνες για να αναρρώσει.
Επανεκλέχτηκε στην προεδρία το 1956, λαμβάνοντας 457 εκλεκτορικές ψήφους και το 57.4% των ψήφων, με αντίπαλο ξανά τον Αντλάι Στίβενσον ο οποίος έλαβε 73 εκλεκτορικές ψήφους και το 42.0% των ψήφων. Πεπεισμένος ειρηνιστής ο ίδιος (“Μισώ τον πόλεμο όπως μόνο ένας στρατιωτικός που τον έχει ζήσει, που έχει δει τη βία, τη ματαιότητα και την ανοησία του, μπορεί”), ο Αϊζενχάουερ άφησε ωστόσο τον υπουργό Εξωτερικών του, Τζον Φόστερ Ντάλες, να ασκήσει πολιτική εξαιρετικά ριψοκίνδυνη έναντι της Ε.Σ.Σ.Δ., με κίνδυνο πρόκλησης παγκοσμίου πολέμου, ενώ στο εσωτερικό μέτωπο ευθύνεται για την απερίγραπτη διόγκωση του προβλήματος του ρατσισμού και τον αντικομμουνιστικό παροξυσμό και τις έξαλλες ακρότητες του Μακαρθισμού. Παρ’ όλα αυτά η οκταετία του παραμένει εποχή ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης και γενίκευσης της ευημερίας του «αμερικανικού ονείρου».
Επίσκεψη στην Ελλάδα
Στις 14 Δεκεμβρίου του 1959 ο Αϊζενχάουερ επισκέφθηκε επίσημα την Ελλάδα. Μόλις έφτασε στην Αθήνα, τον υποδέχθηκε ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και αναχωρώντας από το αεροδρόμιο κατευθύνθηκαν προς το ξενοδοχείο στο οποίο θα έμενε. Ο Αϊζενχάουερ ήταν ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος ο οποίος πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα.
Το 1961, με τη λήξη δηλαδή της θητείας του, ο Αϊζενχάουερ αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση. Τον Ιανουάριο του 1969, είδε τον προστατευόμενό του, και επί οκταετία αντιπρόεδρό του, Ρίτσαρντ Νίξον να ορκίζεται πρόεδρος. Στις 28 Μαρτίου του 1969, ο Αϊζενχάουερ απεβίωσε στην Ουάσινγκτον από καρδιακό επεισόδιο, σε ηλικία 78 ετών. Αν και τα χρόνια που είχαν περάσει από την απόσυρσή του από την πολιτική ζωή ήταν πολλά και η αμερικανική κοινωνία βαθιά αλλαγμένη από τα χρόνια της δεκαετίας του 1950, το πένθος ήταν βαρύ και γνήσιο.
Στις 29 Μαρτίου, η σορός του Αϊζενχάουερ μεταφέρθηκε στον εθνικό καθεδρικό ναό της Ουάσινγκτον και την επομένη μεταφέρθηκε στη «ροτόντα» του Καπιτωλίου, όπου εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Στις 31 Μαρτίου, ημέρα εθνικού πένθους στις Η.Π.Α., η σορός επανήλθε με κάθε επισημότητα στον εθνικό καθεδρικό ναό, όπου ο Αϊζενχάουερ κηδεύτηκε ενώπιον δεκάδων επισήμων από σχεδόν όλες τις χώρες του κόσμου. Ένα μαύρο άλογο ακολουθούσε τη σορό του Αϊζενχάουερ με ένα ζευγάρι μπότες τοποθετημένο ανάποδα στους αναβατήρες, συμβολίζοντας τον ηγέτη που έφυγε. Στη συνέχεια η σορός του μεταφέρθηκε σιδηροδρομικώς στο Αμπιλίν του Κάνσας, την πόλη στην οποία μεγάλωσε. Το τελευταίο αυτό ταξίδι του στρατηγού κράτησε σχεδόν δύο ημέρες και δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί συγκεντρώθηκαν σε σταθμούς και διαβάσεις για να αποτίσουν τον ύστατο φόρο τιμής στον πρόεδρο. Στις 2 Απριλίου, ο στρατηγός ενταφιάστηκε στο μικρό παρεκκλήσιο του Μουσείου Αϊζενχάουερ, δίπλα στον μικρό γιο του, Ντέιβιντ.
Ήταν νυμφευμένος από το 1916 με τη Μάμι Ντάουντ και είχαν δύο παιδιά, από τα οποία το πρώτο, ένας γιος, πέθανε σε ηλικία τεσσάρων ετών το 1921 από οστρακιά. Ο εγγονός του, Ντέιβιντ Αϊζενχάουερ, νυμφεύτηκε την κόρη του Ρίτσαρντ Νίξον, Τζούλι.
Πηγές
- Ambrose, Stephen (1983). Eisenhower: Soldier, General of the Army, President-Elect (1893–1952). I. New York: Simon & Schuster.