Οι τελευταίες προεπαναστατικές κινήσεις (Ιανουάριος – Μάρτιος 1821)

Οι μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, πρόκριτοι και ιερωμένοι αμφιταλαντεύονται και καθυστερούν, ο Παπαφλέσσας ασυγκράτητος διασχίζει απ΄ άκρη σε άκρη το Μοριά και ξυπνάει πόθους και ελπίδες, οι Τούρκοι έχουν αρχίσει να υποψιάζονται ότι κάτι ετοιμάζεται από τους «Άπιστους».

by Times Newsroom
  • ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΟΥΛΗΣ

Με την είσοδο στα 1821 το έργο της Φιλικής Εταιρείας άρχισε να αποδίδει καρπούς. Ο αριθμός των μυημένων είχε αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι συνωμοτικές ενέργειες κορυφώνονται. Ειδικότερα στο Μοριά πληθαίνουν οι κινήσεις υψηλού ρίσκου και αναγκάζουν του κορυφαίους των προκρίτων, των οπλαρχηγών αλλά και μερίδα ιερωμένων να προσχωρήσουν στην ιδέα του ξεσηκωμού.

Στις 6.1.1821 έρχεται στη Καρδαμύλη της Μάνης από τη Ζάκυνθο, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και φιλοξενείται στο αρχοντικό του Καπετάν Παναγιώτη Τρουπάκη, (γνωστός με το όνομα Μούρτζινος), Ο Μούρτζινος, μυημένος στη Φιλικής Εταιρεία, θέτει στη διάθεσή του Κολοκοτρώνη τριακόσιους ένοπλους Μανιάτες. Ο Γέρος του Μοριά τους οργανώνει, τους γυμνάζει και τους εξοπλίζει.

Καταφθάνει στην Καρδαμύλη και τους συναντά ο Χρήστος «Αναγνώστης» Παπαγεωργίου ή Αναγνωσταράς. Μετρούν τις δυνάμεις τους και αποφασίζουν την εξέγερση. Θα στηριχτούν στους σκληροτράχηλους αδούλωτους Μανιάτες για το ξεκίνημα και στους ένοπλους συμπατριώτες του Κολοκοτρώνη, με την προσδοκία ότι θα ακολουθήσουν όλοι οι οπλαρχηγοί και μεγάλη μερίδα από τους μυημένους στην Εταιρεία πρόκριτους και νοικοκυραίους. Θεωρούν απαραίτητη τη συμμετοχή του ηγεμόνα της Μάνης Πέτρου Μαυρομιχάλη, λόγω του μεγάλου κύρους, της οικονομικής του δύναμης και, κυρίως, των ετοιμοπόλεμων οπλοφόρων που διατηρεί στην επικράτειά του.

Αν και μυημένος από το 1818 στη Φιλική Εταιρία, ο Μαυρομιχάλης διστάζει για «το άκαιρο του σηκωμού». Οι Φιλικοί κάμπτουν τις αντιρρήσεις του και ο Πετρόμπεης, παίρνει τη μεγάλη καταθέτει μια πρώτη, γενναία οικονομική εισφορά και, σύμφωνα με τον κορυφαίο της Εταιρείας, Παναγιώτη Σέκερη… «υπόσχεται έτι 5000 γρόσια και είκοσι χιλιάδας οπλοφόρους πρόθυμους πλην πτωχούς». Ταυτόχρονα θέτει όλη τη Μάνη σε προετοιμασία πολέμου.

Στις αρχές του 1821, ο Παπαφλέσσας, ναυλώνει και εξοπλίζει καράβι στην Κωνσταντινούπολη, με έξοδα του Σέκερη, φτάνει στην Πελοπόννησο εμφανιζόμενος άλλοτε ως πατριαρχικός έξαρχος και άλλοτε ως εκπρόσωπος της «Ανωτάτης Αρχής» της Φιλικής Εταιρείας. Διαδίδει πως μεταφέρει το «επαναστατικό σχέδιο» του Αρχηγού, με το οποίο ο αρχηγός γνωστοποιεί την πρόθεσή του να αφιχθεί στη Μάνη. Έρχεται σε επαφή με τις «κεφαλές» του Μοριά και τους προτρέπει να αναλάβουν επαναστατικές πρωτοβουλίες. Εκείνοι δεν τον εμπιστεύονται και προσπαθούν να τον απομονώσουν.

«Οι έμπειροι προύχοντες έβλεπαν στο πρόσωπο του Δικαίου τον εκπρόσωπο μιας κατώτερης κοινωνικής τάξης, ο οποίος επιδίωκε εκτός από την εκδίωξη των Τούρκων και την απελευθέρωση των Ελλήνων, την ανατροπή της προεπαναστατικής κοινωνικής και πολιτικής πυραμίδας…»1

Τα γεγονότα τρέχουν, οι φήμες οργιάζουν, ο Μοριάς βράζει, οι οπλαρχηγοί συντονίζονται μεταξύ τους, ετοιμάζουν σχέδια, ενθαρρύνουν τους χωρικούς, στρατολογούν ενόπλους, συγκεντρώνουν όπλα, χρήματα, και αποθηκεύουν τρόφιμα. Οι αδελφοί Σπηλιωτόπουλοι στη Δημητσάνα, με προτροπή του Κολοκοτρώνη, ανεβάζουν την παραγωγή μαύρης πυρίτιδας στους ιδιόκτητους μπαρουτόμυλους.

Οι μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, πρόκριτοι και ιερωμένοι αμφιταλαντεύονται και καθυστερούν, ο Παπαφλέσσας ασυγκράτητος διασχίζει απ΄ άκρη σε άκρη το Μοριά και ξυπνάει πόθους και ελπίδες, οι Τούρκοι έχουν αρχίσει να υποψιάζονται ότι κάτι ετοιμάζεται από τους «Άπιστους».

Κάποιοι από τις «κεφαλές» αναστατώνονται με τη σκέψη ότι οι «άτακτοι» είναι έτοιμοι να αναλάβουν δράση παρακάμπτοντάς τους. Συνειδητοποιούν τον κίνδυνο να απωλέσουν τη δυνατότητα του ελέγχου των επερχόμενων εξελίξεων αποφασίζουν να συντονίσουν τις ενέργειές τους και να προετοιμάσουν την αναπόφευκτη εξέγερση, για να μπορέσουν στη συνέχεια να την ελέγξουν. Ξεπερνώντας δισταγμούς και ταλαντεύσεις οι κορυφαίοι των Φιλικών της Βόρειας Πελοποννήσου, συγκεντρώνονται στη Βοστίτσα2με σκοπό να συσκεφτούν για την οργάνωση και τον προσδιορισμό του χρόνου εκδήλωσης της επανάστασης στο Μοριά.

Η «Σύσκεψη» πραγματοποιήθηκε από τις 26 έως τις 30 Ιανουαρίου του 1821, με «φανερό σκοπό» την δήθεν… επίλυση σημαντικών κτηματικών διαφορών μεταξύ δύο μοναστηριών, προφανώς για να καθησυχάσουν τις υποψίες των τουρκικών αρχών. Στη σύσκεψη πήραν μέρος: ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Παπαφλέσσας, ο Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως Γερμανός, ο Επίσκοπος Κερνίτσης, ο Πρωτοσύγκελος Αμβρόσιος Φραντζής, ο Ηγούμενος του Μεγάλου Σπηλαίου και ο Ιερομόναχος Ιερόθεος. Από την πλευρά των προεστών οι: Ανδρέας Ζαΐμης, Σωτήρης Χαραλάμπης, Ανδρέας Λόντος, Ασημάκης Ζαΐμης, Ασημάκης Φωτήλας, Ανδρέας Χριστοδούλου, Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, Λέων Μεσσηνέζης, Ιωάννης Παπαδόπουλος, Σωτήριος Θεοχαρόπουλος. Πρόεδρος ανέλαβε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και εισηγητής ο Παπαφλέσσας.

Με την έναρξη της συνεδρίασης διαπιστώθηκε σοβαρή διάσταση απόψεων σχετικά με την έναρξη της εξέγερσης. Ο Παπαφλέσσας αξιοποιώντας την ιδιότητά του ως «Απόστολος» του Αλέξανδρου Υψηλάντη πίεζε για άμεση ανάληψη δράσης και πρότεινε την 25η Μαρτίου ως ημέρα έναρξης του Αγώνα. Για να στηρίξει τις θέσεις του επισήμανε τους κινδύνους που θα προκαλούσε η όποια καθυστέρηση, και ακόμα χειρότερο, η ματαίωση της εξέγερσης, από τα μέτρα που θα λάμβαναν οι Τούρκοι με δεδομένο ότι ήδη οι κινήσεις της Φιλικής Εταιρίας ήταν εν γνώσει των της Οθωμανικής ηγεσίας.

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, συνεπικουρούμενος από τον Ανδρέα Ζαΐμη, εκφράζοντας τις απόψεις των ιερωμένων και της πλειοψηφίας των προκρίτων δικαιολόγησε τις επιφυλάξεις και την διστακτικότητα τους με σειρά ερωτημάτων, όπως: Πόσο ώριμες ήταν οι συνθήκες για μια επιτυχημένη εξέγερση, ποια θα ήταν τα επακόλουθα μιας βιαστικής κίνησης που θα οδηγούσε σε αποτυχίες, υπήρχε συντονισμός των κινήσεων σε όλο το Μοριά, η εξέγερση θα ήταν καθολική; ποιος θα την διηύθυνε; θα έφθανε βοήθεια από το εξωτερικό; πόση και ποια εγγύηση υπήρχε;

Για πολλά χρόνια επικράτησε η άποψη ότι στη Σύσκεψη της Βοστίτσας απορρίφθηκε το επαναστατικό σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας, ο Παπαφλέσσας που επέμεινε στην αναγκαιότητα άμεσης έναρξης του Αγώνα, βεβαιώνοντας ότι θα τον ενίσχυε αποτελεσματικά η Ρωσία, βρέθηκε σχεδόν μόνος του να υποστηρίζει τις «ανεδαφικές» του θέσεις και τελικά εκδιώχθηκε. Οι πρόκριτοι και οι αρχιερείς δεν πείστηκαν από τα λεγόμενά του και η σύσκεψη διαλύθηκε άδοξα.

Η άποψη αυτή, που αναφέρεται και στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ΙΒ’, σ. 79, στηρίχτηκε σε αποσπασματικές αναφορές από τα απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού και του Φραντζή, που ήταν παρόντες στη σύσκεψη, αλλά και του Φωτάκου. Σύγχρονοι ιστορικοί (Β. Παναγιωτόπουλος, Δ. Τζάκης), επικαλούμενοι σημαντικά στοιχεία από τα αρχεία της Παλιγγενεσίας που ήρθαν στο φως πολύ αργότερα, αποδεικνύουν ότι στη Σύσκεψη δεν υπήρξαν μόνο διαφωνίες αλλά έγινε και η αποδοχή του σχεδίου για μετάβαση του Αλ. Υψηλάντη στη Μάνη και έναρξη της Επανάστασης. Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται στην αποστολή του Σωτήρη Χαραλάμπη στην Ύδρα όπου παρέδωσε στους εκεί Φιλικούς τις αποφάσεις της συνέλευσης της Βοστίτσας, καθώς και στην από της 31-1-1821, επιστολή του Παπαφλέσσα, με την οποία καλεί τον Υδραίο Ιάκωβο Τομπάζη να εμπιστευτεί και να αποδεχθεί τις εντολές του Χαραλάμπη.

Εξ άλλου η ετοιμότητα που υπήρξε το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1821, δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν στη Βοστίτσα είχε απορριφθεί το επαναστατικό σχέδιο της Φ. Εταιρείας. Μετά τη συνέλευση αποφασίστηκε να σταλεί ο ιερομόναχος Ιερόθεος στην Πελοπόννησο να μαζέψει χρήματα για τον αγώνα ενώ πολλοί από τους παρευρισκόμενους πρόσφεραν πρώτοι χρήματα. Ο επίσκοπος Γερμανός Χριστιανου-πόλεως 2.000 γρόσια, ο Α. Φραντζής 2.000, ο Σ. Χαραλάμπης 2.500, ο επίσκοπος Προκόπιος 1.500, και ο Α. Ζαΐμης 3.000. Μάλιστα διαβάστηκε και επιστολή του Μαυρομιχάλη που προέτρεπε στην γρήγορη έναρξη της επανάστασης.

Επίσης στη σύσκεψη αποφασίστηκε να ειδοποιηθούν όλους όλοι οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου για τις σκέψεις και τις επιμέρους αποφάσεις της συνέλευσης. Ορίστηκαν δε ο Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως να ειδοποιήσει τους προεστούς των επαρχιών Μυστρά, Καλαμάτας, Αρκαδίας, Καρύταινας και Φαναρίου, ο Επίσκοπος Μονεμβασίας τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Στάλθηκαν επίσης επιστολές στον πρώην επίσκοπο Άρτης Ιγνάτιο και στην Ρωσία.

Η Σύσκεψη της Βοστίτσας απετέλεσε σημαντική καμπή στην όλη υπόθεση της Επανάστασης τουλάχιστον για την περιοχή της Πελοποννήσου. Μπορεί ίσως να απέτυχε του βασικού σκοπού της, πλην όμως ένα ήταν βέβαιο, ότι όλοι όσοι συμμετείχαν σ΄ αυτήν απέκτησαν για πρώτη φορά πλήρη συνείδηση της τεράστιας προσπάθειας που αναλάμβαναν, καθώς και την ευθύνη και τους κινδύνους που θα διέτρεχαν πλέον μεταξύ ζωής και θανάτου.

_________________________________

1 Στέφανος Παπαγεωργίου, «Πρώτο έτος της Ελευθερίας», Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000,τομ. 3ος, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2003, σελ.59

2 Βοστίτσα, το σημερινό Αίγιο.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή