Τι μπορεί να αλλάξει στον ΣΥΡΙΖΑ η υποψηφιότητα Κασσελάκη;

Αυτό που μπορούμε να του πιστώσουμε είναι πως έχει τολμήσει να πράξει κάτι που είναι πολύ δύσκολο για τους συνυποψηφίους του και για μέλη και βουλευτές του κόμματος: Δηλαδή, έχει παραδεχθεί τις πολιτικές ικανότητες του Κυριάκου Μητσοτάκη.

by ΣΙΜΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ
  • ΣΙΜΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ

Πριν από λίγες ημέρες, εξεδήλωσε την πρόθεση του να διεκδικήσει την ηγεσία του κόμματος του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς-Προοδευτική Συμμαχία, Στέφανος Κασσελάκης. Που εν προκειμένω συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου του 2023, ως υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας.

Και ένα εύλογο ερώτημα που έχει ανακύψει στην επιφάνεια μετά την εμφάνιση στο Συριζαϊκό προσκήνιο της υποψηφιότητας Κασσελάκη, καθίσταται το εξής: Τι μπορεί να αλλάξει, ως προς την εν εξελίξει προεκλογική εκστρατεία η υποψηφιότητα Κασσελάκη; Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως αρκετοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι, αναφέρονται στην πρόκληση μεγαλύτερου ενδιαφέροντος των πολιτών όσον αφορά την προεκλογική εκστρατεία των υποψήφιων προέδρων1 του ΣΥΡΙΖΑ. Σαφώς, μία τέτοια άποψη δεν στερείται βάσης, καθότι πρόκειται ουσιαστικά για ένα νέο (και όχι μόνο ηλικιακά) πολιτικό πρόσωπο.2

Αυτό που μπορεί να πετύχει η υποψηφιότητα Κασσελάκη, είναι το να κινητοποιήσει ευρύτερα μέλη και φίλους του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, αναλόγως βέβαια και του πως θα διεξαχθούν οι εσωκομματικές εκλογές, επί τη βάση του ό,τι κομίζει το ‘νέο’ και το ‘διαφορετικό’.

Δεύτερον, να ωθήσει τους συνυποψηφίους του να θίξουν ακανθώδη ζητήματα για αρκετούς βουλευτές και μέλη του Αριστερού, λαϊκιστικού κόμματος, όπως είναι η σχέση της Αριστεράς με τον πλούτο και με την δημιουργία πλούτου, η πρόσληψη των Ηνωμένων Πολιτειών, η αξιοποίηση και η χρήση των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης για την πραγματοποίηση μίας προεκλογικής καμπάνιας.

Και την αυξανόμενη σημασία αυτών των μέσων την ‘αποδέχονται’ οι περισσότεροι, τη εξαιρέσει παλαιών κομμουνιστογενών μελών διαφόρων τάσεων όπως είναι η ‘Ομπρέλα,’ 3λίγοι όμως την αναγνωρίζουν δημόσια.

Τρίτον, να πιέσει ακόμη περισσότερο την υποψηφιότητα κυρίως του Στέφανου Τζουμάκα, ο οποίος δυσκολεύεται να κινηθεί με τον τρόπο που επιθυμεί, παρά το γεγονός πως οι πολιτικοϊδεολογικές του προτάσεις ή θέσεις, είναι συγκεκριμένες ή αλλιώς, ‘καθαρές,’ αν και στερείται προτάσεων για την λειτουργία και την μετεξέλιξη του κόμματος.4

Προτάσεις αυτού του τύπου έχουν διατυπώσει η Έφη Αχτσιόγλου και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Όμως, δεν θεωρούμε πως αυτό θα κρίνει την εκλογή στην προεδρία του κόμματος, από την στιγμή μάλιστα όπου για αρκετά μέλη και υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ προτάσσουν το δίπολο ‘πολιτική εκπροσώπηση και με ποιους όρους (ένας από τους πιο ‘αγαπημένους’ γλωσσικούς όρους μελών του κόμματος και κυρίως των πιο παλαιών, είναι ο όρος ‘εκπροσώπηση’) και φυσιογνωμία του κόμματος’. Παρά το ό,τι έχει ‘εκκολαφθεί’5 στο Αμερικανικό πολιτικό περιβάλλον, ο Στέφανος Κασσελάκης δεν έχει σπεύσει να οικειοποιηθεί ασμένως που να παραπέμπουν έμμεσα και άμεσα στην Αμερικανική πολιτική κουλτούρα και στις κλασικές πολιτικές θέσεις του Δημοκρατικού κόμματος.

Θέσεις του όπως η κατάργηση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, ο διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας, μόνο άγνωστες δεν είναι μέσα στο κομματικό περιβάλλον, βρίσκοντας ευήκοα ώτα και στη βάση και στην ηγετική ομάδα του κόμματος, πριν ακόμη από την κοινωνική, πολιτική και εκλογική του ισχυροποίηση.

Οπότε, σχεδόν αυτομάτως, αμβλύνεται η ισχύς εκείνου του επιχειρήματος που θέλει τον Στέφανο Κασσελάκη να εισαγάγει ‘καινά δαιμόνια’ μέσα στο περιβάλλον του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης (από την ‘μεταπολιτική’ μεταβαίνουμε στους ‘μετα-υποψηφίους’: Πόσο ευσταθεί μία τέτοια ρητορική; ), εφόσον μόνο άγνωστες δεν είναι κάποιες εκ των θέσεων του σε μέλη του κόμματος. Παλαιά όσο και νέα.

Η ατζέντα του άρα ήσαν και παραμένει καθαυτό Αριστερίζουσα (το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής δεν θέτει τέτοια ζητήματα στο προσκήνιο) με το ανάλογο λαϊκιστικό ύφος (ο ‘αυτο-θαυμασμός’ μόλις που κρύβεται), και λίγη σχέση έχει με ό,τι ο Lane Kenworthy προσδιορίζει ως «Σοσιαλδημοκρατική Αμερική».6

Αυτό που μπορούμε να του πιστώσουμε είναι πως έχει τολμήσει να πράξει κάτι που είναι πολύ δύσκολο για τους συνυποψηφίους του και για μέλη και βουλευτές του κόμματος: Δηλαδή, έχει παραδεχθεί τις πολιτικές ικανότητες του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Τον τρόπο με τον οποίο έχει καταφέρει να αναδιατάξει το κομματικό-πολιτικό σύστημα, να καταδείξει το ηγετικό έλλειμμα που χαρακτηρίζει τα άλλα πολιτικά κόμματα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Ο τρόπος με τον οποίο ανακοίνωσε την υποψηφιότητα του ο Στέφανος Κασσελάκης, διαφοροποιείται από τον τρόπο με τον οποίο το έπραξαν οι κυριότεροι συνυποψήφιοι του για την προεδρία, ήτοι η Έφη Αχτσιόγλου, ο Νίκος Παππάς και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Εν αντιθέσει με τους τρεις συνυποψηφίους του (η Έφη Αχτσιόγλου προχώρησε σε μία σύντομης διάρκειας τοποθέτηση στο Ωδείο Αθηνών, που εν προκειμένω ήσαν αρκούντως κομματική, περιστρεφόμενη αποκλειστικά γύρω από την δική της ατζέντα/Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ανακοίνωσε και επίσημα την υποψηφιότητα του, δια της πραγματοποίησης μίας ανοιχτής συζήτησης με δημοσιογράφους/Κάτι παρόμοιο έπραξε και ο Νίκος Παππάς), ο Αμερικανοτραφής Στέφανος Κασσελάκης ανακοίνωσε την υποψηφιότητα του μέσω της δημιουργίας και της δημοσίευσης ενός video, στο εγκάρσιο σημείο όπου αυτό αφενός μεν θύμιζε «σεκάνς» κινηματογραφικής ταινίας, για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του κριτικού λογοτεχνίας Νάσου Βαγενά, και, αφετέρου δε, ισορροπούσε μεταξύ λόγου και εικόνας. Και σε μία τέτοια περίπτωση, ο λόγος ήσαν αυτο-αναφορικός, εστιασμένος στο ‘Εγώ’ (‘Πως ξεκίνησα, πως εξελίχθηκα και ‘που κατέληξα’) και διανθισμένος με κλισέ (τα κλισέ δεν βοηθούν) ή αλλιώς, με κοινότοπες εκφράσεις και με μελοδραματικές, οιονεί λαϊκιστικές αφηγήσεις: ‘Εγώ ο αυτοδημιούργητος εναντίον των ‘δεινοσαύρων’ και των ‘βολεμένων’ του ΣΥΡΙΖΑ και των υπόλοιπων πολιτικών κομμάτων.’ ‘Εγώ ο πετυχημένος που έρχομαι να καταπολεμήσω την ‘φαυλοκρατία’ και την ‘οικογενειοκρατία.’ Δεύτερον, υπήρξαν στελέχη και βουλευτές που διαμόρφωσαν τις προϋποθέσεις και για να ενταχθεί κατά τι ομαλά στο Συριζαϊκό ‘οικοσύστημα’ και για να θέσει υποψηφιότητα. Στελέχη όπως ο βουλευτής Χανίων του κόμματος Παύλος Πολάκης, ο οποίος, μέσω αναρτήσεων του στο λογαριασμό του στο ‘Facebook,’ και συνέβαλλε στο να καταστεί ευρύτερα γνωστός εντός ΣΥΡΙΖΑ, και γνωστοποίησε τμήμα έστω της πολιτικοϊδεολογικής του ατζέντας με την οποία κατέρχεται στις εκλογές και διεκδικεί την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ. Τρίτον, απέφυγε τις επαφές και τις ζυμώσεις με μέλη των εσωτερικών τάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, πριν ανακοινώσει την υποψηφιότητα του, όπως περίπου έπραξαν οι συνυποψήφιοι του. Βλέπε σχετικά, Βαγενάς, Νάσος., ‘Η ειρωνική γλώσσα. Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική γραμματεία,’ Εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα, 2004. Η Πέπη Ραγκούση με άρθρο της στην εφημερίδα ‘Τα Νέα’ αναφέρεται στο μετα-λαϊκισμό Κασσελάκη. Όμως το σημαντικό εδώ είναι να μην χάσουμε από το οπτικό μας πεδίο το γεγονός πως ο λόγος του βρίθει κλασικών ή αλλιώς, παραδοσιακών λαϊκιστικών μοτίβων τα οποία συνοδεύουν τον μοντερνισμό της εικόνας δίχως να ‘χωνεύονται’ από αυτή.

2 Η συμμετοχή τους στις βουλευτικές εκλογές δεν διαδραμάτισε ρόλο στην ενίσχυση της δημοτικότητας του και όχι της δημοφιλίας του εντός του κόμματος του και της ελληνικής κοινωνίας, στο εγκάρσιο σημείο όπου ο ίδιος επένδυσε συμβολικούς και πολιτικούς πόρους προς αυτή την κατεύθυνση προκειμένου να κοινοποιήσει ή αλλιώς, να ‘επικοινωνήσει’ μέρος των πολιτικοϊδεολογικών του θέσεων, κάτι που τον διαφοροποιεί και μάλιστα αισθητά, από αρκετούς υποψήφιους βουλευτές Επικρατείας, οι οποίοι εστιάζουν την ρητορική τους στο ‘γιατί’ αποφάσισαν να ασχοληθούν με την πολιτική και να κατέλθουν στις εκλογές. Αυτή η ρητορική είναι περισσότερο συνηθισμένη σε όλους όσοι έχουν τοποθετηθεί σε μη εκλόγιμες θέσεις. Ο δε Στέφανος Κασσελάκης, αποκλίνει από τους υπόλοιπους (έχουμε κατά νου την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλυση του Σταύρου Σκρίνη για τους βουλευτές Επικρατείας), υποψηφίους και ως προς το επαγγελματικό του background: Σπάνια έως πολύ σπάνια συναντούμε υποψήφιους βουλευτές Επικράτειας κατά την διάρκεια της Μεταπολιτευτικής περιόδου, πρώιμης, ενδιάμεσης και ύστερης, που όχι να ασχολούνται με το ‘επιχειρείν,’ αλλά, να είναι δραστήριοι εφοπλιστές με μεγάλο κύκλο εργασιών. Όμως, οφείλουμε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί θεωρητικά. Και αυτό διότι, η ‘εξαίρεση Κασσελάκη’ και το ‘ειδικό’ υπόβαθρο που διαθέτει, δεν συντελούν στην ανα-διαμόρφωση του «θεσμού», σύμφωνα με την διατύπωση της Μανίνας Κακεπάκη, σε «ελιτίστικο». Το να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο θα ήσαν προδήλως απλοϊκό και εσφαλμένο. Η περίπτωση του προσθέτει στον «θεσμό» συνδέοντας τον με την ελληνική διασπορική κοινότητα που δραστηριοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς να του προσδίδει, ως ‘ριζοσπάστης πολιτικός,’ διαφορετικό περιεχόμενο από αυτό που έχει. Χωρίς να ‘αλλοιώνει’ το μείγμα επαγγελματικής εκπροσώπησης που έχει επιτευχθεί. Ο εφοπλιστής είναι ‘ένας ακόμη.’ Δεν είναι ο ΄ένας που ξεχωρίζει και κάνει την διαφορά.’ Βλέπε σχετικά, Σκρίνης, Σταύρος., ‘Βουλευτές Επικρατείας 1974-2015: Συγκλίσεις και αποκλίσεις,’ στο: Κακεπάκη, Μανίνα., & Καραγιάννης, Γιάννης., ‘ Η πολιτική αντιπροσώπευση στη σύγχρονη Ελλάδα. Χαρακτηριστικά και φυσιογνωμία των μελών του ελληνικού Κοινοβουλίου 1996-2015,’ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα, 2016. Και, Κακεπάκη, Μανίνα., ‘Εισαγωγή,’ στο: Η πολιτική αντιπροσώπευση στη σύγχρονη Ελλάδα. Χαρακτηριστικά και φυσιογνωμία των μελών του ελληνικού Κοινοβουλίου 1996-2015…ό.π.

3 Για έναν παλαιό Αριστερό, ή αλλιώς, για ένα παλαιό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος Εσωτερικού (από τις πιο ακατανόητες πολιτικές διακρίσεις, εάν λάβουμε υπόψιν το ό,τι οι γλωσσικοί όροι ‘Εξωτερικό-Εσωτερικό’ δεν παράγουν πολιτικό νόημα και δεν προσέφεραν την δυνατότητα σε έναν κομμουνιστή εκείνης της εποχής να καταλάβει και ‘που ανήκει’ και ‘που’ διαφοροποιείται), η στροφή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ‘διαβρώνει’ την συμμετοχική κουλτούρα της Αριστεράς, και την δυνατότητα ‘από τα κάτω’ οργάνωσης και κινητοποίησης, εκεί όπου στο προσκήνιο ενσκήπτει μία ιδιαίτερη ‘Φεϊσμπουκικοφοβία.’ Ο Κασσελάκης έχει προ πολλού υπερβεί αυτές τις άγονες και παρωχημένες-δογματικές αντιλήψεις, όντας βαθιά επηρεασμένος από τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται την τελευταία δεκαπενταετία οι προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο βαθύτερος, πολιτικά και ψυχο-συναισθηματικά, φόβος μελών του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ακριβώς αυτός: Πως ενδεχόμενη εκλογή του στην προεδρία θα μετατρέψει το κόμμα σε ‘Αμερικανικό’ (έτερη εσφαλμένη αντίληψη που εμπεριέχει, συν τοις άλλοις, και έναν λανθάνον αντι-Αμερικανισμό), ήτοι σε κόμμα ‘καθαρά επικοινωνιακό’ και όχι ουσίας.

4 Αυτό που ο Στέφανος Τζουμάκας θεωρούσε πως είναι το συγκριτικό του πλεονέκτημα σε σχέση με τους συνυποψηφίους του, δηλαδή η Πασοκική του προέλευση και το ‘όραμα’ του για την ‘μετεξέλιξη’ του κόμματος σε κάτι που να μοιάζει με το πλειοψηφικό Ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ του 1980-1981, καθίσταται πλέον το βασικό του μειονέκτημα, καθότι δεν εκλείπουν τα μέλη και οι ψηφοφόροι που τον αντιμετωπίζουν με δυσπιστία λόγω του πρότερου παρελθόντος του και της απροθυμίας του να κάνει γλωσσική χρήση όρων καθαυτό Συριζαϊκών, εμμένοντας σε μία Πασοκική ‘ιδιόλεκτο.’

5 Ο Στέφανος Κασσελάκης (τι ακριβώς πιστεύει για την Δυτική Φιλελεύθερη Δημοκρατία; Πως τοποθετούνται οι συνυποψήφιοι του σε αυτό το ερώτημα; ) αποκλίνει από συνυποψηφίους όπως ο Νίκος Παππάς και η Έφη Αχτσιόγλου, και ως προς το ό,τι δεν έχει θητεύσει στην νεολαία του συγκεκριμένου κόμματος και δεν διαθέτει κινηματικό παρελθόν, όπως συμβαίνει και με άλλα στελέχη. Σε μία τέτοια περίπτωση, αυτή η ‘έλλειψη’ ίσως του στοιχίσει εκλογικά, ιδίως εάν σε αυτή προστεθούν οι αντι-αμερικανικές τάσεις που ενυπάρχουν εντός κόμματος, η μανιχαϊκή και ‘ξύλινη’ αντι-καπιταλιστική ρητορική, η πρόσληψη του ‘συσσωρευθέντος πλούτου’ ως ‘εγγενώς’ ασύμβατου με τις περιώνυμες ‘αρχές’ και ‘αξίες’ της Αριστεράς. ‘Πόση καινοτομία και ‘διαφορετικότητα’ μπορεί να σηκώσει ο Συριζαϊκός δογματισμός’; Ίσως ο ίδιος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα απευθυνόμενος σε δύο ‘δεξαμενές’ ψηφοφόρων: Στους ‘Πασοκογενείς’ που υποστήριξαν το κόμμα και στις δύο πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις και έχουν την πιο μικρή πολιτική και ψυχο-συναισθηματική σχέση με αποκλειστικά προερχόμενους από τον ΣΥΡΙΖΑ ψηφοφόρους όπως είναι η Έφη Αχτσιόγλου και ο Νίκος Παππάς (η αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα τους καθιστά εν τοις πράγμασι πιο κινητικούς και περισσότερο πρόθυμους να αποδεχθούν μία ‘επιλογή’ που έστω και λίγο θα τους τον θυμίζει), και, δεύτερον, στα μέλη εκείνα που εντάχθηκαν στο κόμμα μετά τις εσωκομματικές εκλογές του Μαϊου του 2022, κάτι που σημαίνει πως δεν έχουν προλάβει ακόμη να συγκροτήσουν ισχυρούς δεσμούς ταύτισης με το κόμμα.

6 Βλέπε σχετικά, Kenworthy, Lane., ‘Social Democratic America,’ Oxford, Oxford University Press, 2014. Οφείλουμε να επισημάνουμε πως ο ίδιος έχει υιοθετήσει στοιχεία όχι από τον Μπαράκ Ομπάμα ή τον Αλέκο Αλαβάνο αλλά, αντιθέτως, από το ‘στυλ Τσίπρα,’ όπως πρωτοεμφανίστηκε το 2007-2008: Μόνιμο χαμόγελο, προκειμένου να διαφανεί η αντι-συμβατική στάση απέναντι στα πράγματα και η απόκλιση από το προφίλ του ‘σοβαρού’ και ‘πάντα αγέλαστου’ πολιτικού∙ Εστίαση στην εικόνα του ‘σκεπτόμενου ωραίου’ του οποίου η εμφάνιση δεν του ‘απαγορεύει’ από το ‘μιλά πολιτικά’ και τεκμηριωμένα∙ Χειρονομίες και άνοιγμα χεριών, προκειμένου να πειστεί το κομματικό μέλος και όχι μόνο πως οι πολιτικοί ηγέτες ‘γίνονται και δεν γεννιούνται.’ Ποια είναι η άποψη του για την προώθηση του εξευρωπαϊσμού στη χώρα;

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com