Ζωή Καραπατάκη: Στο οροπέδιο | Η σιωπή | Ο πρίγκιπας

"Κι είναι παράδοξο αλήθεια / να τρικυμίζει τόσο μια ψυχή / μέσα στην ακινησία και τη σιωπή"

by Times Newsroom

ΖΩΗ ΚΑΡΑΠΑΤΑΚΗ

Στο οροπέδιο

η ποίηση αναπνέεται
RENE SHAR

Όταν προς το βράδυ εξατμίζονται σχεδόν όλα – οι επιθυμίες ,
τα σχέδια και τα αισθήματα
τυλίγομαι την πολύχρωμη πάτσγουερκ κουβέρτα μου
έργο της μητέρας
και αρχίζω μιαν άλλη πορεία
μέσα από τις συστάδες της μνήμης
Νιώθω τότε σα να ’ναι δίπλα μου
οι ζεστές πέτρες του καλοκαιριού
από τα χρόνια που πηγαίναμε στο βουνό
όλες οι πέτρες έκαιγαν εκείνα τα μεσημέρια
και οι μεγάλες και οι μικρές
μας άρεσε η γη σα να ‘ταν δικός μας άνθρωπος
ίσως και κάτι παραπάνω
κυρίως μας μάγευε η θαλπωρή της
Τα φασκόμηλα και τα δενδρολίβανα
ξεμυτούσαν απ’ τις πέτρες
και τα αρώματά τους ανακατεύονταν
με την αναδυόμενη θέρμη
Οι σκιές μας πάλευαν ασταμάτητα
γύρω απ’ τα θελκτικά μυριστικά
ακράδαντα πιστεύαμε ότι γύρω απ’ όλα αυτά
τριγυρνούσε και ο θεός
που μπαινόβγαινε από το γειτονικό ξωκκλήσι
Μα οι λέξεις δεν είχαν καμιά σημασία
παρά μόνο τα ίδια τα πράγματα
και η αύρα τους
Στο οροπέδιο εκείνο της ποίησης
ήμασταν ευτυχισμένες σαν φουντωτά θάμνα

Η σιωπή

σε κάθε δωμάτιο κρύβεται μια καταιγίδα
και τη μέρα που θα ξεσπάσει θα μας σαρώσει
Λόρκα , Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα

Τις μέρες του χειμωνιάτικου κρυολογήματος
που δεν πήγαινα σχολείο
– κι αυτό για κάποιο λόγο γίνονταν συχνά-
οι σκέψεις μου ζωντάνευαν απροσδόκητα
παίρνοντας αλλόκοτη μορφή πάνω
στον λευκό ασβέστη του τοίχου
Οι εικόνες κινούνταν με μια παράξενη ενάργεια
και μ’ έναν ρυθμό σαγηνευτικό
Ξαπλωμένη στο σιδερένιο κρεβάτι
τις παρακολουθούσα για ώρες
Το βράδυ έρχονταν οι παππούδες
με μια χάρτινη σακκούλα γεμάτη μήλα
για δροσιστικό στον πυρετό
Δυσανασχετούσα
Μου διέλυαν τον κόσμο μου
ενώ ο δικός τους δεν με είλκυε

Η σιωπή του δωματίου μου ήταν ελευθερία
Ήταν ένα όχημα το δωμάτιό μου
Έπλεε μόνο του έξω από
έναν κόσμο που έτσι κι αλλιώς
ουδόλως τον καθόριζα
Όταν πάλι ήμουν καλά
μπορούσα πίσω απ΄την πόρτα
με το λεπτό γυάλινο τζάμι
να θαυμάζω το μαγικό μπλέ
του ύστατου δειλινού
σ ‘ όλες τις διαβαθμίσεις του
μέχρι να γίνει μαύρο
Κολυμπούσα σ’ ένα θαύμα
τότε

Κι είναι παράδοξο αλήθεια
να τρικυμίζει τόσο μια ψυχή
μέσα στην ακινησία και τη σιωπή

Ο πρίγκιπας

Μητέρα τι ωραία χόρτα που είναι τα μαλλιά σου
Νίκος Καρούζος

Όταν ήμουνα παιδάκι έχωνα το χέρι μου
στις πυκνές συστάδες των μαλλιών σου μητέρα
κι έδιωχνα τα ενοχλητικά μυγάκια
κι ό,τι άλλο πετούσε γύρω τους
κυρίως τα βράδια του καλοκαιριού
Με την άκρη του ματιού σου
μου χαμογελούσες
και κάτι σα λάμψη αστεριού με τύλιγε
εγώ ήμουν ο πρίγκιπάς σου

Η φωνή σου μες στην ησυχία της νύχτας
έφτανε στ’ αυτιά μου
σα γυάλινος μελωδός
και με το φως το νυχτερινό
να μας φωτίζει
πίστευα πως ήμασταν στον παράδεισο

Μητέρα ύστερα από τόσα χρόνια
πες μου κι ας έχεις πεθάνει
πες μου κι ας είχα για χρόνια να σου μιλήσω
γιατί σε βλέπω στον ύπνο μου
με ξυρισμένο το ωραίο κεφάλι σου
αλλά νιώθω πάντα την ίδια μέθη
όπως τότε που είχες τα μαύρα μαλλιά σου ;

Η Ζωή Καραπατάκη, γεννήθηκε στο Πλωμάρι της Λέσβου όπου και ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές. Κατόπιν σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Μετά το πέρας των σπουδών της διορίστηκε στη Δημόσια Εκπαίδευση. Μέσα στον κύκλο των ενδιαφερόντων της εκτός των άλλων είναι η Λογοτεχνία και οι Καλές Τέχνες. Έχει ολοκληρώσει τις σπουδές στο Γαλλικό Ινστιτούτο με επιλογή την Ιστορία της Τέχνης. Τόπος διαμονής της είναι η Αθήνα. Ποίηση: Ο παίκτης και το παίγνιο (2018), Νησίδες

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com