12 Σεπτεμβρίου γιορτάζουν…

Αυτονόμου μάρτυρος, Δανιήλ του Θασίου, Κουρνούτου, Ανδρονίκου του εν τη Ατρώα

by Times Newsroom
  • Άγιος Αυτόνομος
  • Άγιος Κουρνούτος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Ικονίου
  • Άγιος Ιουλιανός ο πρεσβύτερος Αγκύρας από τη Γαλατία
  • Άγιος Θεόδωρος ο Ιερομάρτυρας, επίσκοπος Αλεξανδρείας
  • Άγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος και Τατιανός
  • Όσιος Δανιήλ ο Θάσιος
  • Άγιος Κουρνούτας ο εν την Αχεράν ασκήσας
  • Άγιος Ανδρόνικος «ὁ ἐν τὴ Ἀτρώα»
  • Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης και οι συν αυτώ Άγιοι Αρχιερείς Γρηγόριος Κυδωνιών, Αμβρόσιος Μοσχονησίων, Προκόπιος Ικονίου, Ευθύμιος Ζήλων καθώς και οι κληρικοί και λαϊκοί που σφαγιάσθηκαν κατά την Μικρασιατική Καταστροφή
************************************************************************************************************
  • Άγιος Αυτόνομος 
Ο Άγιος Αυτόνομος ήταν επίσκοπος στην Ιταλία και είχε στην επισκοπή του πλούσια χριστιανική δράση. Όταν άρχισε ο διωγμός του Διοκλητιανού εγκατέλειψε τη θέση του, και πήγε στους Σώρεους της Μικράς Ασίας. Εκεί εγκαταστάθηκε στο σπίτι ενός χριστιανού, του Κορνήλιου και συνέχιζε να διδάσκει το Ευαγγέλιο. Στη συνέχεια μετέβη στην Λυκαονία και στην Ισαυρία για να συνεχίσει το έργο του. Πριν ξεκινήσει το ταξίδι του χειροτόνησε διάκονο τον Κορνήλιο. Ύστερα από καιρό όταν επέστρεψε στους Σωρεούς, και είδε το πολύ καλό έργο πού είχε κάνει να ασπαστούν τον χριστιανισμό πολλοί άνθρωποι, τον χειροτόνησε ιερέα. Αφού επισκέπτεται πολλές περιοχές στον Εύξεινο Πόντο επιστρέφει πάλι κοντά στον Κορνήλιο και τον χειροτονεί επίσκοπο. Το θεάρεστο έργο που έχει κάνει ο άγιος Αυτόνομος ενοχλεί τούς ειδωλολάτρες και τον σκοτώνουν με λιθοβολισμό την ώρα πού λειτουργούσε μέσα στο ναό το 313 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐκ Δυσμῶν ἀνατείλας ὡς ἀστὴρ οὐρανόφωτος, καὶ πρὸς τὴν Ἐώαν ἐκλάμψας, ταὶς ἀκτίσι τῶν τρόπων σου, τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Ἰησοῦν, ἐδόξασας ἀθλήσει σου στερρῆ· διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης θεουργικῶς, Αὐτόνομε Πατὴρ ἠμῶν. Δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σου, πάσιν Ἰάματα.
  • Άγιος Κουρνούτος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Ικονίου 
Ο Άγιος Κουρνούτος ήταν γέννημα και θρέμμα της πόλης του Ικονίου, της οποίας κατόπιν έγινε Αρχιερέας. Βρισκόταν κάποτε σ’ ένα χωριό, Σούρσαλο ονομαζόμενο, και δίδασκε τον λόγο της πίστης στους άπιστους. Οι εκεί όμως διώκτες του χριστιανισμού, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον ηγεμόνα Περίνιο. Αυτός, αφού σκληρά τον βασάνισε, τελικά τον αποκεφάλισε και έτσι ένδοξα έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.
  • Άγιος Ιουλιανός ο πρεσβύτερος Αγκύρας από τη Γαλατία 
Ο Άγιος Ιουλιανός καταγόταν από το χωριό Κριντεούς, που ήταν κοντά στην Άγκυρα της Γαλατίας, και ήταν Ιερέας άξιος μεγάλου σεβασμού. Όταν ο Λικίνιος κήρυξε διωγμό κατά των Χριστιανών (307 – 323 μ.Χ.), ο Ιουλιανός μαζί με άλλους 42 χριστιανούς συμπολίτες του, κατέφυγε στα βουνά και κρυβόταν. Κάποτε όμως, κατέβηκε από τα βουνά να φέρει νερό, με αποτέλεσμα να τον δουν οι ειδωλολάτρες, που πρόσφεραν θυσία στον εκεί ναό της Εκάτης. Συνελήφθη και οδηγήθηκε στον άρχοντα της Αγκύρας. Αυτός τον ρώτησε που κρυβόταν οι υπόλοιποι χριστιανοί συμπολίτες του, αλλά αυτός αρνήθηκε να τους καταδώσει και βασανίστηκε φρικτά. Αφού του έβαλαν πυρακτωμένη καλύπτρα στο κεφάλι, στο τέλος τον αποκεφάλισαν προσευχόμενο.
  • Άγιος Θεόδωρος ο Ιερομάρτυρας, επίσκοπος Αλεξανδρείας 
Ο Άγιος αυτός συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες της Αλεξανδρείας, επειδή με ιδιαίτερο θάρρος κήρυττε τον Χριστό, και αφού τον στεφάνωσαν με ακάνθινο στεφάνι, τον χτυπούσαν στο πρόσωπο και τον τριγύριζαν αλυσοδεμένο στους δρόμους της πόλης. Υπέστη και άλλα βασανιστήρια, τελικά με διαταγή του άρχοντα, αποκεφαλίστηκε και έτσι έλαβε το αμάραντο στεφάνι της αιώνιας δόξας.
Ο Σ. Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του αναφέρει ότι, εσφαλμένα ο άγιος αυτός φέρεται σαν επίσκοπος Αλεξανδρείας και ότι ήταν ένας απλός θεοσεβής χριστιανός. Πράγματι, σύμφωνα με τον κατάλογο των Πατριαρχών Αλεξανδρείας ο πρώτος Θεόδωρος που εμφανίζεται είναι ο Θεόδωρος Α’ ο Σκρίβων (608 – 610 μ.Χ.) (τιμάται 3 Δεκεμβρίου).
  • Άγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος και Τατιανός 
Οι Άγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος και Τατιανός έζησαν στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (360 – 363 μ.Χ.) και μαρτύρησαν στη Μυρόπολη της Φρυγίας. Όταν ο άρχοντας της Φρυγίας Αμάχιος διέταξε να καθαρίσουν τον ειδωλολατρικό ναό της Μυρόπολης και να επιμεληθούν τα αγάλματα μέσα σ’ αυτόν, οι τρεις αυτοί Άγιοι, μπήκαν κρυφά τη νύχτα στο ναό και συνέτριψαν τα αγάλματα. Για να μη κακοποιηθούν όμως άλλοι αθώοι χριστιανοί, φανερώθηκαν στον άρχοντα και είπαν ότι αυτοί συνέτριψαν τα αγάλματα. Ο σκληρός Αμάχιος, στη συνέχεια, επειδή δεν κατάφερε να τους πείσει να θυσιάσουν στα είδωλα, τους έψησε ζωντανούς πάνω σε πυρακτωμένη σχάρα.
  • Όσιος Δανιήλ ο Θάσιος 
Ο Όσιος Δανιήλ ο Θάσιος υπήρξε ευσεβής από την παιδική του ηλικία, αμέσως από τη νεότητα του έγινε πρόθυμος κήρυκας του Ευαγγελίου, πρόμαχος και συνήγορος της Ορθοδοξίας. Ο όσιος και θεοφόρος Δανιήλ, έζησε τον 9ο μ.Χ. αιώνα όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λέων ο Αρμένιος ο εικονομάχος. Όταν πλέον έγινε άντρας ο Δανιήλ, ίδρυσε μοναστήρι στο νησίδιο Κραμβούσα, που βρίσκεται δίπλα στη νήσο Θάσο. Η φήμη της μεγάλης αρετής του ιδρυτή έφερε εκεί πολλούς μοναχούς από τη Θάσο και απ’ άλλου. Ο όσιος Δανιήλ αγαπούσε τόσο την πνευματική ζωή και ήταν τόσο πολύ ταπεινόφρων ώστε όταν στη Θάσο ήλθε ο μέγας Ιωαννίκιος (βλέπε 4 Νοεμβρίου), ο Δανιήλ εγκατέλειψε την ηγουμενική του θέση και έτρεξε κοντά στον φημισμένο εκείνο όσιο άντρα, για να πάρει διδάγματα από την τόσο προσεκτική και ενάρετη ζωή του. Ο Ιωαννίκιος προσπάθησε να τον εμποδίσει λέγοντας του, ότι μπορούσε και μόνος του να τελειοποιεί τον εαυτό του με την προσευχή, τη μελέτη και τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Ο Δανιήλ όμως επέμενε και ο Ιωαννίκιος υποχώρησε. Μετά από καιρό ο Ιωαννίκιος, υποχρέωσε τον Δανιήλ να επιστρέψει στη μονή του διότι οι μοναχοί της τον ζητούσαν επίμονα, επειδή δεν έβρισκαν άξιο αντικαταστάτη του. Ο Δανιήλ υπέκυψε και επανήλθε στη μονή του. Σε βαθιά γεράματα αποδήμησε στον Κύριο και τάφηκε, κατά την επιθυμία του, στο νησίδιο του κοντά στα κύματα, δίπλα στα όποια πρωί και βράδυ πολλές φορές έστελνε την προσευχή του και ύμνους στο Θεό.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ποιμὴν ἀληθέστατος, καὶ μοναστῶν ἀρχηγός, ἐδείχθης πανόσιε, τῆς ἐν τῇ Θάσῳ μονῆς, Δανιὴλ ἀξιΰμνητε· ὅθεν καὶ ἰαμάτων, ἐκομίσω τὴ χάριν, νέμων τοῖς προσιοῦσι, τὰς ἰάσεις ἀφθόνως, τοῖς πόθῳ σου τὴν μνήμην τελοῦσι πανόλβιε.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς μοναζόντων ποδηγέτην καὶ διδάσκαλον, καὶ νήσου Θάσου πολιοῦχον εὐφημοῦμέν σε, Δανιήλ, ἐπιτελοῦντες σεπτήν σου μνήμην, ὡς οὖν ἔχων παῤῥησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐκδυσώπει ἡμᾶς, ῥύσασθαι κακώσεως, ἵνα κράζωμεν· Χαίροις Πάτερ πανόσιε.
Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Ὡς ἥλιος φαιδρά, ἡ ἁγία σου μνήμη, ἀνέτειλεν ἡμῖν, Δανιὴλ θεομάκαρ, φωτίζουσα ἅπαντας, τοῦς αὐτὴν ἑορτάζοντας, ἥν ἐκ πίστεως, ἐπιτελοῦντες βοῶμεν, σκέπε, φύλαττε, πειρατηρίων τοῦ βίου, ἠμᾶς ταῖς πρεσβείαις σου.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Εὐφραίνου ἐν Χριστῷ, νῆσος Θάσος ἰδοὺ γάρ, ἐπέφανέ σοι νῦν, Δανιῆλ τοῦ Ὁσίου, ἡ μνήμη ἡ πάντιμος, τοὺς πιστοὺς καταυγάζουσα, ὅθεν σκίρτησον, μετὰ χαρὰς ἐκβοῶσα, δόξα, αἴνεσις, σὺ τῶν Ὁσίων ὐπάρχεις, Χριστὲ καὶ κραταίωμα.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθέν.
Ἀγαλλιάσθω ἡ σεμνὴ νῆσος τῆς Θάσου, καὶ εὐφραινέσθω ἡ πληθὺς πᾶσα Θασίων, ὡς προστάτην θερμότατον πλουτήσασα μέγαν, καὶ κρήνην πολλῶν θαυμάτων καὶ δωρεῶν, παντοίων ἀῤῥωστημάτων ἀπαγωγήν, Δανιὴλ τὸν θαυμάσιον. Διὸ συμφώνως αὐτῶ βοῶμεν ἀρυόμενοι· Χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Κατεπλάγησαν σοφέ, τῶν Ἀσωμάτων οἱ χοροί, σὲ ὁρῶντες ἐπὶ γῆς, βιοῦντα ὡς ἐν Οὐρανοῖς, καὶ ἐκδιδάσκοντα τὴν ποίμνην σου, θεομάκαρ, πορεύεσθαι ἀεί, πρὸς τὰς εὐθείας ὁδούς, εἰς δόξαν καὶ τιμήν, τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ, ὅς διὰ τοῦτο πλείστοις σε χαρίσμασι, καὶ θαυμασίοις ἐδόξασε. Καὶ νῦν πρεσβεύεις, εἰς τὸ σῳθῆναι τοὺς τιμῶντας τὴν μνήμην σου.
Ὁ Οἶκος
Ἄνθρωπος μὲν τῇ φύσει, ἐχρημάτισας μάκαρ, ἀλλ’ ὤφθης συμπολίτης Ἀγγέλων, ὠς γὰρ ἄσαρκος ἐπὶ γῆς βιοτεύων, σαρκὸς πάσαν τὴν πρόνοιαν ἀπέῤῥιψας, διὸ καὶ παρ’ ἠμῖν ἀκούεις·Χαῖρε τῆς Θάσου βλαστὸς καὶ γόνος·
χαῖρε τῆς νήσου ἁπάσης πόνος.
Χαῖρε Ἁγίου Πνεύματος οἰκητήριον·
χαῖρε τῆς Τριάδος φαιδρὸν ἐργαστήριον.
Χαῖρε λύχνε διακρίσεως, ἀπαστράπτων τηλαυγῶς·
χαῖρε ἄστρον διοράσεως, καταυγάζον φαεινῶς.
Χαίροις ὅτι ἐκ νεότητος ἠκολούθησας Χριστῶ·
χαίροις ὅτι κατεμάρανας τῆς σαρκὸς τὰς ἡδονάς.
Χαίροις μοναζόντων πρόξενος σωτηρίας·
χαίροις τῶν ῤαθυμούντων τρόπος παρηγορίας.
Χαίροις ζυγὸν τοῦ Χριστοῦ ὁ βαστάσας·
χαίροις αὐλαῖς οὐρανίοις σκηνώσας.
Χαίροις Πάτερ Δανιὴλ Ὅσιε.Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Φαιδρύνεται σήμερον, ἡ θεόσωστος Θάσος, τῇ παγγεράστῳ μνήμῃ σου Δανιὴλ ὁσιώτατε, καὶ ἡ τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησία λαμπρῶς καταυχάται ὑμνοῦσά σε, πιστῶν δὲ τὰ πλήθη, τῶν σῶν θαυμάτων ἀρυόμενα πανηγυρίζει. Ἀλλ’ ὦ συμπαθέστατε Πάτερ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς τὸν Κύριον, δωρηθῆναι εἰρήνην τῷ κόσμῳ, εὐρωστίαν, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἠμῶν τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.
  • Άγιος Κουρνούτας ο εν την Αχεράν ασκήσας 
Ο Άγιος Κουρνούτας (ή Κουρνούτος ή Κορνούτιος) είναι ένας από τους 300 αγίους που ήρθαν από την Παλαιστίνη στην Κύπρο, ως ένας από τους αγίους Ηλιοφώτους αγίους. Ετιμάτο πολύ ο άγιος αυτός στην Κύπρο και αυτό συμπεραίνεται από τους πολλούς ερειπωμένους, πλέον, ναούς που υπάρχουν ιδιαίτερα στην Πάφο σε πολλά χωριά, όπως στη Γεροσκήπου, Σαλαμιού, Σουσκιού, Πολέμι και αλλού. Από μία παλαιά εικόνα του αγίου που αναγράφεται ως άγιος Κορνούτος εικονίζεται ως επίσκοπος. Αυτό που είναι βεβαιότερο όμως είναι ότι ασκήτευε σε διάφορα μέρη ως μοναχός- ασκητής.
  • Άγιος Ανδρόνικος «ὁ ἐν τὴ Ἀτρώα» 
Ο Άγιος Ανδρόνικος «ὁ ἐν τὴ Ἀτρώα» αναφέρεται στον συναξαριστή Delehaye με υπόμνημα παρόμοιο μ’ αυτό του Αγίου Πέτρου «ἐν τὴ Ἀτρώα» (βλέπε 13 Σεπτεμβρίου). Ο Ανδρόνικος έζησε επί βασιλείας του Νικηφόρου και Σταυρακίου, και Πατριάρχου Ταρασίου. Ήταν γιος του Κοσμά και της Άννας και καταγόταν από την Έλαια της Ασίας. Έζησε με αυστηρή άσκηση στην Ατρώα και απεβίωσε ειρηνικά.
  • Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης και οι συν αυτώ Άγιοι Αρχιερείς Γρηγόριος Κυδωνιών, Αμβρόσιος Μοσχονησίων, Προκόπιος Ικονίου, Ευθύμιος Ζήλων καθώς και οι κληρικοί και λαϊκοί που σφαγιάσθηκαν κατά την Μικρασιατική Καταστροφή

Συμφώνως με την υπ’ αριθμ. 2556/5-7-1993 εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου, η εορτή αυτών των Αγίων θα τιμάται κάθε έτος την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.

Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης

Ο εθνομάρτυρας Χρυσόστομος Καλαφάτης, γεννήθηκε στην Τριγλία της Προποντίδας το 1867 μ.Χ. Γονείς του Χρυσοστόμου ήσαν ο Νικόλαος Καλαφάτης και η Καλλιόπη Λεμωνίδου. Το ζεύγος απέκτησε 8 παιδιά, 4 αγόρια και 4 κορίτσια. Από τ’ αγόρια επέζησαν ο πρωτότοκος Ευγένιος (γεννήθηκε το 1865 μ.Χ.) και ο Χρυσόστομος. Ο Ευγένιος συμπαραστάθηκε στον νεώτερο αδελφό του σ’ όλη τη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του και τελικά τον ακολούθησε έως το μαρτύριο. Ο Νικόλαος Καλαφάτης είχε γνώση του οθωμανικού δικαίου και αντιπροσώπευε τους συμπολίτες του στα τουρκικά δικαστήρια. Αγαπούσε ακόμη την εκκλησιαστική μουσική και είχε ανάμιξη στα κοινά και γι’ αυτό εξελέγετο δημογέροντας. Η σύζυγός του Καλλιόπη ήταν μια ευλαβής γυναίκα. Αυτή έταξε τον Χρυσόστομο στην Παναγία την ημέρα των Φώτων του 1868 μ.Χ., όταν είχε επισκεφθεί την Τρίγλια ο Μητροπολιτης Προύσας. Το ζεύγος Καλαφάτη, παρά την μέτρια οικονομική του κατάσταση, ανέθρεψε με επιμέλεια τα παιδιά του. Πρώτοι δάσκαλοι του Χρυσοστόμου στην Τρίγλια ήσαν ο αρχιμανδρίτης και μετέπειτα μητροπολίτης Ιωαννίκιος για τα εκκλησιαστικά, ο Γαζής για τα ελληνικά, ο Χριστόφορος Μουμουζής για τα τουρκικά, ο Νικόλαος Χατζηχρυσάφης για τα γαλλικά και ο Παπα-Θεοδόσης για την εκκλησιαστική μουσική.

Ο Χρυσόστομος σπούδασε στη θεολογική Σχολή Χάλκης (1884 – 1891 μ.Χ.) και υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του μητροπολίτη Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ο όποιος αναδείχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης ως Κωνσταντίνος Ε’ (1897 μ.Χ.). Χρημάτισε πρωτοσύγκελος της Μεγάλης Εκκλησίας και το 1902 μ.Χ. χειροτονήθηκε από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’ μητροπολίτης Δράμας (1902 – 1910 μ.Χ.). Οι αγώνες του εναντίον της βουλγαρικής προπαγάνδας και για την τόνωση του εθνικού φρονήματος ενόχλησαν την Υψηλή Πύλη, η οποία αξίωσε από το Πατριαρχείο την άμεση ανάκληση του (1907 μ.Χ.). Αποχωρίστηκε με πικρία το ποίμνιό του και αποσύρθηκε στην Τριγλία με την ελπίδα της επιστροφής στην μητρόπολη Δράμας, η οποία κατέστη δυνατή το 1908 μ.Χ. με την ψήφιση του νέου τουρκικού συντάγματος. Η ενθουσιώδης υποδοχή που του επιφύλαξε ο λαός της Δράμας συνδέθηκε με την έξαρση του εθνικού αγώνα, γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε από την Υψηλή Πύλη επικίνδυνος για την δημόσια τάξη. Ανακλήθηκε εκ νέου από την μητρόπολη Δράμας (20 Ιανουαρίου 1909 μ.Χ.) και αποσύρθηκε πάλι στην Τριγλία μέχρι την μετάθεση του στην μητρόπολη Σμύρνης (11 Μαρτίου 1910 μ.Χ.).

Στην Μητρόπολη Σμύρνης συνέχισε τους εθνικούς του αγώνες, οργάνωσε δε πάνδημο συλλαλητήριο για να καταγγείλει τις βιαιότητες των Βουλγάρων στην Μακεδονία εναντίον των Ελλήνων, την υποστήριξη των τουρκικών αρχών προς την βουλγαρική προπαγάνδα και τις γενικότερες καταπιέσεις της Υψηλής Πύλης εναντίον του Ελληνισμού του Οθωμανικού κράτους. Οι τουρκικές αρχές της περιοχής θορυβήθηκαν και πέτυχαν την απομάκρυνση του από την μητρόπολη Σμύρνης (1914 μ.Χ.), στην οποία επέστρεψε μετά την ανακωχή του Μούνδρου (1918 μ.Χ.). Κατά την περίοδο της ελληνικής διοίκησης της Σμύρνης (1919 – 1922 μ.Χ.), λειτουργούσε ως αναμφισβήτητος εθνάρχης του μικρασιάτικου Ελληνισμού και ως ο εμπνευσμένος ηγέτης της «Μικρασιατικής Άμυνας» για την δημιουργία αυτόνομου κράτους σε περίπτωση ήττας του ελληνικού στρατού. Η κατάρρευση όμως του μικρασιάτικου μετώπου (Αύγουστος 1922 μ.Χ.) απογοήτευσε τον μεγαλόπνοο μητροπολίτη, ο όποιος αποδοκίμασε τα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων για την απομάκρυνση του ελληνικού στοιχείου από την Μικρά Ασία. Η εισβολή των Τούρκων στην Σμύρνη υπήρξε η δοκιμασία των εθνικών του οραμάτων. Αρνήθηκε να εγκαταλείψει τον λαό του, παρά την πίεση των προξένων της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στις 27 Αυγούστου 1922 μ.Χ. συνελήφθη από τον Τούρκο φρούραρχο της πόλης Νουρεντίν πασά, μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας στο ναό της Αγίας Φωτεινής, και παραδόθηκε στον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο. Έπειτα από φρικτά βασανιστήρια βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Ο εκφραστής των εθνικών πόθων κατέστη πλέον το σύμβολο των τραγικών πεπραγμένων του Γένους. Το δίτομο έργο του Περί Εκκλησίας, τα άρθρα του στα περιοδικά Εκκλησιαστική Αλήθεια και Ιερός Πολύκαρπος και η όλη κηρυκτική του δράση αναδεικνύουν την υπέροχη πνευματική μορφή του εθνομάρτυρα Ιεράρχη.

Στο μαρτύριο του μητροπολίτη παρευρέθηκαν και οι 20 Γάλλοι ναύτες, την αντίδραση των οποίων περιέγραψε ο Γάλλος συγγραφέας Ρενέ Πουώ.
Μία γαλλική περίπολος από είκοσι άνδρες, τους οποίους συνόδευα μαζί μ’ έναν άλλο πολιτοφύλακα, κατευθύνθηκε αμέσως στη Μητρόπολη, με σκοπό να πεισθεί ο μητροπολίτης να έλθει και να παραμείνει στην εκκλησία της Sacre-Coeur ή στο Γαλλικό Προξενείο. Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος δεν δέχθηκε, λέγοντας ότι σαν καλός ποιμένας είχε χρέος να μείνει κοντά στο ποίμνιό του. Όταν η περίπολος έβγαινε από τη Μητρόπολη, ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ένας Τούρκος αξιωματικός και δύο στρατιώτες, με τις λόγχες πάνω στα όπλα, σταμάτησε μπροστά από το μητροπολιτικό κτίριο. Ο αξιωματικός ανέβηκε επάνω και διέταξε τον μητροπολίτη να τον ακολουθήσει στον Νουρεντίν πασά, τον στρατιωτικό διοικητή. Βλέποντας ότι απάγεται ο μητροπολίτης, είπα στους άνδρες της περιπόλου να πάρουμε από πίσω το αυτοκίνητο. Φθάσαμε μπροστά στον Μεγάλο Στρατώνα, όπου βρισκόταν ο στρατιωτικός διοικητής, ο στρατηγός Νουρεντίν. Ο αξιωματικός που συνόδευε τον Χρυσόστομο, τον οδήγησε μπροστά στον Νουρεντίν. Σε δέκα λεπτά, και ενώ ο Χρυσόστομος κατέβαινε, βγήκε στο μπαλκόνι του κτιρίου ο Νουρεντίν πασάς, ο οποίος απευθύνθηκε στους χίλους με χίλιους πεντακόσιους μουσουλμάνους, άνδρες και γυναίκες, που βρίσκονταν στην πλατεία· τους είπε ότι τους παραδίδει, τον μητροπολίτη, προσθέτοντας χαρακτηριστικά τις φράσεις: «Αν σας έκανε καλό, να του το ανταποδώσετε· αν σας έκανε κακό, να του κάνετε και εσείς κακό!»

Ο όχλος άρπαξε χωρίς χρονοτριβή τον μητροπολίτη και τον οδήγησε πιο πέρα, μπροστά στο κομμωτήριο του Ismail, ενός Ιταλού προστατευόμενου· εκεί σταμάτησαν και τον έντυσαν με μία άσπρη μπλούζα που πήραν από τον κομμωτή· άρχισαν αμέσως να τον χτυπούν λυσσασμένα με γροθιές και με ξύλα, και να τον φτύνουν στο πρόσωπο· του τρύπησαν με μαχαιριές το σώμα· του ξερίζωσαν τη γενειάδα· του έβγαλαν τα μάτια· του έκοψαν τη μύτη και τα αυτιά.» Πρέπει να σημειώσουμε, ότι η γαλλική περίπολος παρακολουθούσε τα γεγονότα μέχρι τη σκηνή που περιγράψαμε. Οι άνδρες που την αποτελούσαν (επρόκειτο για ναύτες), είχαν βγει έξω απ’ τα ρούχα τους, έτρεμαν χωρίς υπερβολή από την αγανάκτηση και ήθελαν να επέμβουν. Ο επικεφαλής, όμως, αξιωματικός, με το περίστροφο στο χέρι ακολουθούσε τις διαταγές που τους είχαν δοθεί και τους εμπόδισε να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση. Στη συνέχεια, δεν είδαμε πια το μητροπολίτη, που τον αποτελείωσαν σε μικρή απόσταση πιο πέρα». (Rene Puaux, «Ο θάνατος της Σμύρνης», Αθήνα 1992, σσ. 57-58).

Άγιος Αμβρόσιος Μητροπολίτης Μοσχονησίων

Ο Άγιος Αμβρόσιος σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού Ιεροσολύμων και στη θεολογική Ακαδημία του Κιέβου. Υπήρξε δε εφημέριος σε πολλές ελληνικές κοινότητες της Κριμαίας (Θεοδοσίας, Συμφεροπόλεως, Σεβαστουπόλεως). Το 1913 μ.Χ. χειροτονήθηκε βοηθός επίσκοπος της Μητροπόλεως Σμύρνης με τον τίτλο Ξανθουπόλεως, αναπλήρωσε δε τον εξόριστο μητροπολίτη κατά τη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Το 1919 μ.Χ. χρησιμοποιήθηκε ως πατριαρχικός έξαρχος στα Μοσχονήσια, το δε 1922 μ.Χ. έγινε Μητροπολίτης Μοσχονησίων. Κατά τη Μικρασιατική καταστροφή τάφηκε ζωντανός, από τους Τούρκους μαζί με άλλους εννέα Ιερείς σε λάκκο έξω από την πόλη των Κυδωνιών (15 Σεπτεμβρίου 1922 μ.Χ.).

Άγιος Προκόπιος Λαζαρίδης Μητροπολίτης Ικονίου (1911 – 1923 μ.Χ.)

Προηγουμένως επίσκοπος Αμφιπόλεως (1894 – 1899 μ.Χ.) και Μητροπολίτης Δυρραχείου (1899 – 1906 μ.Χ.) και Φιλαδέλφειας (1906 – 1911 μ.Χ.). Ήταν και αυτός μεταξύ των εθνοϊερομαρτύρων εκείνων των χρόνων.

Οι συνθήκες γι’ αυτόν ήταν ιδιαίτερες. Οι νεότουρκοι προσπαθούσαν να οργανώσουν τουρκορθόδοξη Εκκλησία, ανεξάρτητη απ’ το Πατριαρχείο, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τη τουρκική γλώσσα. Για το σκοπό αυτό πίεζαν ιερείς να προσχωρήσουν σ’ αυτή τη προσπάθεια. Αλλά απέτυχαν. Ιδιαίτερα στην Ανατολία – τα βάθη της Μικράς Ασίας – είχαν εγκλωβίσει τους ορθοδόξους και τους υπέβαλλαν σε φοβερές κακώσεις μέχρι να αποσκιρτήσουν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τρείς μάλιστα αρχιερείς, με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Ικονίου Προκόπιο, τους ανάγκαζαν να προβούν σε αυθαίρετη και αντικανονική χειροτονία επισκόπου, έτσι ώστε να διαρρηχτούν οι σχέσεις τους με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να χειραφετηθούν αυθαίρετα ως αυτοτελής τουρκορθόδοξη Σύνοδος. Εν μέσω αυτής της καταδυναστεύσεως του ποιμνίου και των ποιμένων του, αλλά και των απελπισμένων κλαυθμών του λαού, ο Μητροπολίτης Προκόπιος παρέδωσε το πνεύμα του στον Μέγα Αρχιερέα και Σωτήρα Χριστό, προμαχώντας και συμπάσχοντας με τους στενάζοντες Έλληνες χριστιανούς της Ανατολίας.

Άγιος Γρηγόριος Μητροπολίτης Κυδωνιών (22 Ιουλίου 1908 – 3 Οκτωβρίου 1922)

Προηγουμένως διετέλεσε και μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης (12 Οκτωβρίου 1902 μ.Χ. – 22 Ιουλίου 1908 μ.Χ.). Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Αντωνιάδης ή Σαατσόγλου και, κατά μεταγλώττιση δική του, Ωρολογάς. Γεννήθηκε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας το 1864 μ.Χ. Ως Ιεροκήρυκας ανήκει στους πρώτους που στο κήρυγμα χρησιμοποίησαν τη δημοτική γλώσσα. Και στις τρεις μητροπόλεις που υπηρέτησε εργάστηκε με ζήλο και επιτυχία για την προάσπιση των εθνικών ελληνικών δικαίων και ιδιαίτερα συνεργάστηκε γι’ αυτά με τον μητροπολίτη Δράμας Χρυσόστομο Καλαφάτη (1902 – 1910 μ.Χ.), τον κατόπιν εθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης (1910 – 1922 μ.Χ.). Στις 12 Οκτωβρίου 1902 μ.Χ. χειροτονήθηκε μητροπολίτης στη σπουδαία από εθνικής απόψεως επαρχία Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης στην οποία αγωνίστηκε όχι μόνο κατά των τούρκων αλλά ιδιαίτερα εναντίον του βουλγαρικού κομιτάτου, μέλη του οποίου προσπάθησαν, πολλές φορές, να τον δολοφονήσουν (1905 μ.Χ.). Η τουρκική κυβέρνηση, όταν πληροφορήθηκε την εθνική δράση του Γρηγορίου, ανάγκασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να απομακρύνει τον Γρηγόριο, μεταθέτοντας τον στη νεοσύστατη μητρόπολη Κυδωνιών στις 22 Ιουνίου 1908 μ.Χ., όπου ο Γρηγόριος συνέχισε την εθνική του δράση. Το 1918 μ.Χ. κατηγορήθηκε από τους Τούρκους για εσχάτη προδοσία, δικάστηκε δύο φορές στο Στρατοδικείο της Σμύρνης, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε. Μετά την αποφυλάκιση του (16 Οκτωβρίου 1918 μ.Χ.) και την κατάληψη των Κυδωνιών από τον ελληνικό στρατό (19 Μαΐου 1919 μ.Χ.), ο Γρηγόριος δεν απομακρύνθηκε από την επαρχία του, για υποθέσεις της οποίας πολλές φορές ήλθε σε αντίθεση με τον ύπατο αρμοστή στη Σμύρνη Αριστείδη Στεργιάδη. Μετά την αποχώρηση των ελληνικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών από τις Κυδωνιές, ο Γρηγόριος, σε σύσκεψη με τη δημογεροντία, εισηγήθηκε την αναχώρηση των κατοίκων των Κυδωνιών και τη μεταφορά τους στη Μυτιλήνη, για να αποφύγουν τη σφαγή από τους Τούρκους, αλλά δυστυχώς οι υποδείξεις του δεν έγιναν αποδεκτές. Έτσι το δράμα των κατοίκων των Κυδωνιών άρχισε στις 22 Αυγούστου 1922 μ.Χ., όταν άτακτος τουρκικός στρατός κατέσφαξε κοντά στην κωμόπολη Φράνελι του Αδραμυττηνού Κόλπου 4.000 Έλληνες κατοίκους των Κυδωνιών. Ο μητροπολίτης Γρηγόριος, παρά τους εξευτελισμούς που υφίστατο από τις τουρκικές αρχές, τις επισκεπτόταν και αγωνιζόταν να σώσει και να θρέψει το ποίμνιο του. Όταν δε στις 15 Σεπτεμβρίου πληροφορήθηκε τη σφαγή του μητροπολίτη Μοσχονησίων Αμβροσίου και των 6.000 κατοίκων τους από τους Τούρκους, ο Γρηγόριος αγωνίστηκε υπεράνθρωπα και κατόρθωσε να συγκατατεθούν οι Τούρκοι να έλθουν ελληνικά πλοία από τη Μυτιλήνη με αμερικανική σημαία και με την εγγύηση του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και να παραλάβουν 20.000 Έλληνες από τις 35.000 που κατοικούσαν τις Κυδωνιές. Ο Γρηγόριος αρνήθηκε να αναχωρήσει και στις 30 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Στη φυλακή βασανίστηκε φρικτά και στις 3 Οκτωβρίου, μαζί με άλλους Ιερείς και προκρίτους των Κυδωνιών που είχαν επίσης συλληφθεί θανατώθηκε.

Άγιος Ευθύμιος Μητροπολίτης Ζήλων

Ο Ευθύμιος Αγριτέλης, υπήρξε επίσκοπος Ζήλων από το 1912 μ.Χ. έως το 1921 μ.Χ. Μοναχός της Ιεράς Μονής Λειμώνας, σπούδασε στη Θεολογική σχολή της Χάλκης και κατόπιν έκανε διδάσκαλος και Ιεροκήρυκας στη Λέσβο και πρωτοσύγκελος στη μητρόπολη Μηθύμνης. Στις 12 Ιουνίου 1912 μ.Χ. χειροτονήθηκε επίσκοπος Ζήλων. Ως επίσκοπος ανέπτυξε μεγάλη θρησκευτική και εθνική δράση. Όταν η δράση του έγινε γνωστή στους Κεμαλιστές Τούρκους, συνελήφθη και φυλακίστηκε μαζί με άλλους πρόκριτους της επαρχίας Αμασείας στις 21 Ιανουαρίου 1921 μ.Χ. Με αίτηση του, ζήτησε από την κεμαλική κυβέρνηση της Άγκυρας να θεωρηθεί μόνο αυτός ένοχος και να απαλλαγούν οι υπόλοιποι συλληφθέντες. Μάλιστα δε μπροστά στο δικαστήριο απολογήθηκε με θαυμάσια αγόρευση. Στη φυλακή υπέστη πολλά βασανιστήρια, από τα όποια και πέθανε στις 29 Μαΐου 1921 μ.Χ. Μετά δε τον θάνατο του ήλθε και η καταδικαστική απόφαση του τούρκικου δικαστηρίου!

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com