Χρόνος: αφεντικό ή υπηρέτης;

Τα άσπρα μαλλιά και οι ρυτίδες δεν είναι αγγίγματα του χρόνου, δεν είναι ενοχές του χρόνου, είναι η εξέλιξη της ζωής μας, είναι η ομορφιά της και η φυσιολογική πορεία της.

by Νίκος Τσούλιας
  • Του Νίκου Τσούλια

Ο χρόνος δίνει όλες τις απαντήσεις,
χωρίς να χρειάζεται καν τις ερωτήσεις. (Ευριπίδης 480-406 π.Χ.)

Χρόνος: αφεντικό ή υπηρέτης; Ο χρόνος δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είναι φοβερά αδιάφορος στο ερώτημα μας, στην αγωνία μας. Αλλά και τη φύση δεν την αφορούν τα δικά μας υπαρξιακά ζητήματα. Η φύση δεν έχει συνείδηση, δεν έχει ηθική και δεν αισθάνεται καμιά … ενοχή φυσικά και αυτονόητα γι’ αυτό. Για παράδειγμα, αν τρέχεις με υπερβολική ταχύτητα στο δρόμο και βρεθείς εκτός τροχιάς, η φύση δεν θα πει «τον καημένο, ας μην καταστραφεί, έχει και οικογένεια».

Επίσης, όταν μετά από εκατομμύρια χρόνια ο Ήλιος –το Άστρο της Ημέρας– θα έχει αρχίσει να μετατρέπεται σε λευκό νάνο και η Γη μας θα γίνει φοβερά αφιλόξενη για κάθε μορφή ζωής, δε θα πει ο Ήλιος ότι πρέπει να βρει μια κάποια λύση για τον πλανήτη μας.  Δεν έχουν καμιά ηθική σχέση οι νόμοι της φύσης, η ίδια η λειτουργία της φύσης με τη δική μας συμπεριφορά.

Ή μάλλον έχουν μια συγκεκριμένη σχέση: οφείλουμε να γνωρίζουμε τους κανόνες της φύσης, οφείλουμε να μετασχηματίζουμε τη φύση μέσα από τα επιστημονικά και φιλοσοφικά μονοπάτια και να ακολουθούμε τους δικούς μας δρόμους της ελευθερίας με επίγνωση των δυνατοτήτων μας σε σχέση με τη φύση και το περιβάλλον.

Ας γυρίσουμε όμως στον χρόνο. Ο χρόνος υπάρχει έξω από εμάς (αντικειμενικός χρόνος) αλλά και μέσα μας (προσωπικός χρόνος – “ο χρόνος δεν υπάρχει, είναι ανθρώπινη ανακάλυψη κι εξυπηρετεί ανθρώπινες ανάγκες”, Αϊνστάιν), στα πια μύχια ίχνη της ύπαρξής μας. Ο προσωπικός μας χρόνος δεν έχει ενιαία κλίμακα, άλλοτε συστέλλεται και άλλοτε διαστέλλεται ανάλογα με την “ένταση των στιγμών”.

Αλλά και ο αντικειμενικός χρόνος σε πολύ μεγάλες ταχύτητες δεν έχει σταθερή τη ροή του. Χωρίς τον χρόνο δεν θα υπήρχαμε, αυτός μας γέννησε. Ως εκ τούτου, η στάση μας απέναντί του είναι απλή. Σε ό,τι αφορά τον προσωπικό μας χρόνο, το αφεντικό είμαστε εμείς, εμείς τον ορίζουμε. Έχουμε την ελευθερία του πνεύματός μας, έχουμε ελεύθερη βούληση, έχουμε συνείδηση. Αλλά είμαστε πεπερασμένοι και αυτό (πρέπει να) μας βοηθά να ανιχνεύσουμε το νόημα της ζωής μας, να έχουμε άποψη για τη ζωή μας.

Γιατί αν δεν νοηματοδοτούμε το Είναι μας, είμαστε έρμαια όχι στον χρόνο – αυτός δεν ασχολείται με τέτοια, είναι φοβερά αδιάφορος – αλλά στους δικούς μας φόβους. Νιώθουμε να μας απειλεί το τέλος μας – που το κουβαλάει ο χρόνος – και είναι αυτή η απειλή που δεν μας αφήνει να ζήσουμε τη ζωή μας.

Αλλά η μεγάλη – κατά τη γνώμη μου – απορία του ανθρώπου δεν είναι το άγνωστο του επέκεινα είναι το άγνωστο της δημιουργίας μας. Πώς δημιουργούμαστε; Αυτό είναι το μείζον θέμα. Παρατηρούμε την οντογένεσή μας, αυτό το όμορφο ταξίδι μας, από την πρώτη στιγμή, από το ζυγωτό (και πριν απ’ αυτό στα χρωμοσώματα των γονέων μας), παρακολουθούμε (η επιστήμη) όλη την εκπληκτική ανάδυση της ζωής μας μέσα από όλα τα στάδια της εμβρυογένεσής μας, παρακολουθούμε όλοι (οικογένεια και περίγυρος) τη θαυμάσια έκρηξη της βιολογικότητάς μας και της κοινωνικότητάς μας από τη γέννηση και μετά.

Όλα είναι στο φως. Και όμως, δεν μπορούμε να απαντήσουμε: από πότε, σε ποιο στάδιο κατά τη διάρκεια αυτής της βιοχημικής – κυτταρικής – βιολογικής – κοινωνικής πορείας μας είμαστε ανθρώπινα όντα, από πότε έχουμε συνείδηση του εαυτού μας.

Βλέπουμε και γευόμαστε την ομορφιά της ζωής, χωρίς να μπορούμε καν να ορίσουμε την ίδια τη ζωή. Μάθαμε όλη τη γενετική μας γραμματική, διαβάζουμε όλη τη γονιδιακή αλληλουχία μας και πέραν τούτης, όλη την ακολουθία των αζωτούχων βάσεων του DNA μας. Δεν έχουμε όμως απάντηση στο τι είναι ζωή· γιατί “υπάρχει ένα οντολογικό συνεχές μεταξύ του μη ζώντος και του ζώντος” (Y. Quiniou, Υλισμός και επιστήμη, Ουτοπία) – σίγουρα όμως “δεν υπάρχει καμιά μεταφυσική οντότητα κρυμμένη πίσω από τη λέξη ζωή” (F. Jacob, La logique du vivant) –, κατ’ άλλους ίσως να μην μπορούμε να απαντήσουμε, ίσως γιατί δεν υπάρχει τελική γνώση, δεν υπάρχει οριστική αλήθεια για κάποια ζητήματα, ίσως να είναι πιο όμορφα έτσι. Υπάρχουν ειδικοί ορισμοί, αλλά ορίζουν τα επιφαινόμενα, τα επιμέρους, τις εκφράσεις της ζωής, όχι την ίδια τη ζωή.

Γιατί λοιπόν να μας φοβίζει – και να ενοχοποιούμε αναίτια τον χρόνο ως προς τούτο – το επέκεινα; Ήταν μήπως για μας κάτι το φοβερό πριν υπάρξουμε; Γιατί να μην είναι το ίδιο και το «μετά», όπως το πριν, αφού μεσολαβήσει η ύπαρξή μας; Πολύ απλά και ορθά ο μεγάλος σοφός, ο Σωκράτης, διατύπωσε μια απλή θεώρηση – απορία: «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι φοβούνται το θάνατο, σαν να γνωρίζουν ότι είναι το χειρότερο πράγμα».

Αλλά εδώ έχουν παίξει ρόλο κυρίως οι θρησκείες. Αυτοαναγορεύονται ως οι θεσμοί – μεσολαβητές για τα μελλούμενα μετά τη ζωή. Αναδεικνύουν το ρόλο τους εκφοβίζοντας τον άνθρωπο για κάτι που δεν ξέρουν και που δεν μπορούν να ξέρουν, χειραγωγώντας την ανθρώπινη σκέψη και συχνά λειτουργώντας ως παράλληλη μη – κοσμική, αλλά εν τοις πράγμασι ως καθαρά κοσμική, δύναμη της αντίστοιχης θεσμικής – κοσμικής εξουσίας. Πράγματι, γιατί όλη αυτή η υποκουλτούρα του φόβου ως προς το «μετά» που τελικά απαξιώνει και μαυρίζει τη ζωή μας;

Είναι αυτός ο φόβος που δίνει στο χρόνο το σχήμα του δυνάστη. Είναι αυτός ο φόβος που κατατρώει ανούσια το χρόνο μας και το Είναι μας. Είναι αυτός ο φόβος που δεν μας αφήνει να λέμε την ηλικία μας από κάποιο σημείο και μετά, όταν ο χρόνος ζυγιάζεται προς τη δική μας δύση. Είναι αυτός ο φόβος που δεν μας αφήνει να δώσουμε νόημα στη ζωή μας.

Ακόμα και ο διαρκής τεμαχισμός του χρόνου – που έγινε για να οργανωθεί η κοινωνική ζωή του ανθρώπου – γίνεται εστία μιας καινούργιας ψυχοφθόρου και αγχογόνου μορφής – πρόσληψης του χρόνου. Δεν μπορούμε να απολαύσουμε το χρόνο μας, γιατί του δίνουμε ένα ρόλο που δεν του ανήκει. Θέλουμε να περνάει ο χρόνος ή οι χρονιές – να έρχεται η Παρασκευή όσο πιο γρήγορα, οι διακοπές επίσης, ακόμα και η σύνταξη (!), παρά το γεγονός ότι ξέρουμε ότι αυτό παραπέμπει σε μια οιονεί αδρανειακή κατάσταση που δεν είναι και το καλύτερο για τη ζωή μας -, αλλά δεν θέλουμε να περνάνε τα χρόνια!

Η απαλλαγή από το φόβο του χρόνου είναι μια εύκολη υπόθεση. Να μην του αποδίδουμε ό,τι δεν του ανήκει. Να δεχτούμε τις πιο απλές αλήθειες που τις ξέρουν όλοι ακόμη και τα παιδιά. Από τη στιγμή που γεννιόμαστε ξέρουμε ότι θα πεθάνουμε. Η ζωή μας είναι πεπερασμένη, πεπερασμένη είναι η ανθρώπινη φύση.

Τα άσπρα μαλλιά και οι ρυτίδες δεν είναι αγγίγματα του χρόνου, δεν είναι ενοχές του χρόνου, είναι η εξέλιξη της ζωής μας, είναι η ομορφιά της και η φυσιολογική πορεία της. Η μελαγχολία της ηλικίας, ο φόβος του επέκεινα, το «φορτίο» του χρόνου αποκτούν μικρή σημασία όταν έχουμε άποψη για τη ζωή, όταν δίνουμε νόημα στη ζωή μας.

Αλλά οφείλουμε να ξέρουμε ότι ο χρόνος δεν είναι … μόνος του. Υπάρχει ως μια αδιαίρετη ενότητα με το χώρο, υπάρχει ο χωροχρόνος. Απλώς εμείς – η ανθρώπινη σκέψη και ο πολιτισμός μας – του έχουμε δώσει την εικόνα ενός ανεξάρτητου παράγοντα εντός του οποίου υπάρχει και εξελίσσεται το “σκηνικό” του χώρου, όπου εντός χώρου και χρόνου πλέον “επισυμβαίνει” η δική μας παρουσία, η δική μας ιστορία.

Επίσης ο χρόνος δεν είναι απόλυτος. Είναι σχετικός, συνδέεται με ένα συγκεκριμένο χωρικό σύστημα. Δεν υπάρχει ένας ενιαίος χρόνος για όλο το Σύμπαν. Σήμερα η επιστήμη στο πεδίο της φυσικής έχει ως μια εκ των βασικών ερευνητικών στόχων της να βρει την απαρχή του Σύμπαντος.

Και επιχειρεί να το βρει μεθοδολογικά με δύο τρόπους: α) Πειραματικά με το CERN προσπαθεί να ανακαλύψει το σωματίδιο Higgs και να αναπαραστήσει τα πρώτα μυριοστά του δευτερολέπτου της συμπαντογένεσης. β) Με την κατασκευή όλων και πιο τέλειων τηλεσκοπίων και τεχνικών προσπαθεί να συλλάβει ακτινοβολίες από όλο και πιο μακρινές αποστάσεις από εμάς. Όσο δε από πιο μακριά παίρνουμε πληροφορίες (ακτινοβολίες – φως), τόσο πιο πίσω πάμε στο … παρελθόν.

Σήμερα έχουμε φτάσει να βλέπουμε το φως που έχει κάνει να έλθει σε εμάς περίπου 12 δισεκατομμύρια έτη φωτός και θέλουμε να φτάσουμε περίπου στα 14.7 δισεκατομμύρια έτη φωτός για να συναντήσουμε την απαρχή. Δηλαδή βλέπουμε το πολύ απώτατο παρελθόν, το δικό μας παρελθόν. Δεν βλέπουμε κάποιο ενιαίο παρόν που να σχετίζεται με το δικό μας παρόν, με το δικό μας χρόνο. Δεν υπάρχει το “τώρα” στο Σύμπαν.

Το “τώρα” είναι μια δική μας υπόθεση. Ας αναλογιστούμε το εξής: Είναι δυνατόν – αν υπήρχε ενιαίος συμπαντικός χρόνος – να μπορούμε εμείς να δούμε το πολύ απώτατο παρελθόν μας; να βλέπουμε, δηλαδή, τη γέννηση του Σύμπαντος 15 δισεκατομμύρια έτη φωτός μετά, ενώ εμείς είμαστε δημιουργήματά του εδώ και τόσο χρόνο; Ή, επί το απλούστερον, κάνοντας μια αναγωγή στη γήινη κλίμακα που ο χρόνος μας είναι ενιαίος: είναι δυνατόν να βλέπουμε τη στιγμή της γέννησής μας, ενώ ήδη διανύουμε π.χ. το εικοστό ή το πεντηκοστό έτος της ηλικίας μας;

Και για να επανέλθουμε στα πιο γήινα, όσο αναζητεί ο άνθρωπος (ποιος “άνθρωπος”; ο άνθρωπος του ορθολογισμού και της αλληλεγγύης) να βρει το νόημα της ζωής του στη διάρκεια της ιστορίας του, καταλήγει στα ίδια σημεία: στην αγάπη (στη διαρκή προσφορά και αλληλεγγύη) και στη γνώση (στην αέναη προσπάθεια αυτογνωσίας και ετερογνωσίας). Αυτά τα σημεία δεν τα αγγίζει καθόλου ο χρόνος, τα σέβεται. Το θέμα είναι αν εμείς τα σεβόμαστε, αν εμείς τα αξιολογούμε ως Νόημα Ζωής.

Θέλουμε να ταξιδεύουμε μαζί με το χρόνο, θέλουμε να είμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο φίλοι μαζί του, γιατί “πάντα εκκαλύπτων ο χρόνος εις το φως άγει” (Σοφοκής) γι’ αυτό η πιο συνηθισμένη ευχή μας είναι το «ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ», θέλουμε να είμαστε συνταξιδιώτες μαζί του, αν αυτός συνεχίζει και μετά από εμάς δεν μας αφορά και φυσικά δεν χρειαζόμαστε καμιά νότα παρηγοριάς. Στο δρόμο μας προς την αυτογνωσία θα δημιουργήσουμε την πραγματική μας σχέση με το χρόνο.

Όταν δε ο άνθρωπος βαδίσει στους δρόμους της ιστορίας του – δραπετεύοντας από την παρατεταμένη περίοδο της προϊστορίας του, της εποχής της γενικευμένης κοινωνικής ανισότητας και αδικίας –, όταν γίνει δημιουργός μιας κοινωνίας αλληλεγγύης και αλτρουισμού, τότε θα βιώσει την ομορφιά της ζωής, τότε θα κατακτήσει το συλλογικό Νόημα της ζωής, τότε θα έχει γίνει ένας φοβερός φίλος με το χρόνο και θα παίζει μαζί του…

«ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ», λοιπόν, Χρόνια Αγάπης και Γνώσης.


Ο χρόνος είναι η τίγρη που με καταβροχθίζει,
αλλά εγώ είμαι η τίγρη
. (Μπόρχες)

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com