ΓΙΩΡΓΗΣ ΕΞΑΡΧΟΣ
…μάνα, μητέρα και μαμά
Κάντε λιγάκι παρακεί, πιο πέρα και πιο πέρα
κοιτάξτε, πρώτη στον χορό, γαλάζια περιστέρα`
να μεγαλώσει ο χορός, να ’ναι διπλό τ’ αλώνι
να σεργιανίσουνε καλά, μικροί – μεγάλοι, όλοι`
και να χτυπούν τα όργανα, «βαράτε βιολιτζήδες»
να κλαίν’ κλαρίνο και βιολί, λαούτο, ντέφι,… «-Τι ’πες;
Γιατί ν’ ανοίξει ο χορός, και ποια ’ναι που χορεύει
που πάει τα πόδια ταπεινά, και χαμηλά αγναντεύει
κι έχει χαμόγελο σβηστό στα δυο σφιγμένα χείλη
και τρεμοπαίζει την ματιά σαν φλόγα σε καντήλι;…»
*
Καλέ, χορεύει η μάνα μου, δεν πήρατε χαμπάρι
πιο ωραία και πιο όμορφη και από αυτήν του Πάρη`
εννιά μήνες με κράτησε στα σωθικά κρυμμένο
περίμενε να γεννηθώ, τα όνειρα ν’ ανασταίνω`
να πάρουν σάρκα και οστά όσα από παιδούλα
κάποτε ονειρεύτηκε στα κλέφτικα… στη ζούλα`
κι ήτανε όλος ο ντουνιάς: μανούλα, μανουλίτσα
μάνα, μητέρα και μαμά, και μάμμη μα και… θείτσα`
άγγελος –όχι εξ ουρανού– επίγειος θεός μου
το γάλα της στις φλέβες μου και σ’ όλο το «εντός» μου!…
*
Μη, σας θερμοπαρακαλώ, χορεύει η μαμά μου
οπού την γλώσσα μου ’μαθε, να δείχνω την χαρά μου`
και να προφέρω ταπεινά – πάντα μ’ ευγνωμοσύνη
ευχαριστίες και ευχές στους που ’χουν καλοσύνη`
μανούλα, λέξη πιο γλυκιά ακόμα κι απ’ το μέλι
κ όποιος μάνα δεν γνώρισε κι αυτός μανούλα θέλει`
και το «ωχ, ωχ μανούλα μου» το λέει σαν έχει πόνο
κι ας είναι «κακορίζικος», κι ας «έχει κακό χρόνο»`
κι όταν στα δύσκολα η ζωή τονε πετάει στην ξέρα
κλείνει τα μάτια, αναπολεί, «να σ’ είχα εδώ μητέρα»!…
*
Μάνα που σέρνεις τον χορό τώρα σε κόσμους άλλους
σου λέω πως μας κάνουνε με νόμους «παπαγάλους»`
γιατί μάνα δεν γνώρισαν όσοι αποφασίζουν
μόνον «τροφό» ή «θήλαστρο»` γι’ αυτό και δεν γνωρίζουν
καμιάς ψυχής το αίσθημα, καμιάς ζωής τον πόνο
και θέλουν να ρυθμίζουνε τα πάντα με τον «νόμο»`
κι όποιος τον «νόμο» παραβεί, σπεύδει η «δικαιοσύνη»
και σε «μισή κόλλα χαρτί» – ίσως σε «ζελατίνη»
τόνε τυλίγει πάραυτα και του ρίχνει «καμπάνα»
βγάζοντας την απόφαση πως «δεν υπάρχει μάνα»!
*
–Και θα ’ρθουν μέλλοντες καιροί, να το κατανοήσουν
«ειδήμονες», «αιδήμονες» να το «ξανατολμήσουν»:
«Μέσα στα σπλάχνα μια ζωή, δεν γίνεται, γεννιέται
το θαύμα αυτό –μόνον– μπορεί η μάνα να καυχιέται!»
Όπου στο σύμπαν κι αν βρεθεί θα παραμένει μάνα
και για το κάθε της παιδί το «εξ ουρανού το μάννα»…
Στην χώρα, μάνα, οπού ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα
μαμά δεν πρέπει «να σε ειπώ», μ’ απλά –μόνο– γονέα!…
Γιατί εδώ, μανούλα μου, «μανάρες» και «μανάροι»
ορίζουνε τον τόπο μας… κι όποιον ο Χάρος πάρει!…