Γιώργης Έξαρχος : “Ρήγας Βελεστινλής – οι προσωπογραφίες του, η πρώτη και οι επόμενες…”

Την πρώτη περιγραφή των φυσικών χαρακτηριστικών και του σωματότυπου του Ρήγα την οφείλουμε στον φίλο του και συνεργάτη του Χριστόφορο Περραιβό (1773-1863), με τον οποίο συνελήφθησαν μαζί στην Τεργέστη από τις Αυστριακές αρχές, τον Δεκέμβριο του 1797.

by Times Newsroom
  • ΓΙΩΡΓΗΣ ΕΞΑΡΧΟΣ

Ο οικουμενικός επαναστάτης και βάρδος της ελευθερίας των λαών και της δημοκρατικής κοινωνίας των πολιτών, αλλά και πρωτομάρτυρας της ελληνικής ανεξαρτησίας, είναι γνωστός στο ευρύ κοινό από κάποιες προσωπογραφίες του οι οποίες κατακλύζουν την αγορά, δημοσιευμένες σε εξώφυλλα ή εσώφυλλα βιβλίων, σε αφίσες και ποικίλα άλλα έντυπα, απ’ αφορμή διάφορες εκδηλώσεις ή επετείους.

Ανταποκρίνονται, άραγε, οι ευρέως κυκλοφορούσες προσωπογραφίες του επαναστάτη ποιητή και συγγραφέα, προς το αληθινό του πρόσωπο, προς την πραγματική φυσιογνωμία του; -Τι «φάτσα» είχε ο Ρήγας; Ήταν μελαχρινός; Ήταν ξανθός; -Τι «μπόι» είχε; Ήταν ψηλός; Ήταν κοντός; Ήταν γεμάτος; Ήταν αδύνατος; Τι μαρτυρούν οι πρωτογενείς πηγές περί όλων αυτών των ερωτημάτων;

Την πρώτη περιγραφή των φυσικών χαρακτηριστικών και του σωματότυπου του Ρήγα την οφείλουμε στον φίλο του και συνεργάτη του Χριστόφορο Περραιβό (1773-1863), με τον οποίο συνελήφθησαν μαζί στην Τεργέστη από τις Αυστριακές αρχές, τον Δεκέμβριο του 1797. Στο έργο του Σύντομος Βιογραφία του αοιδίμου Ρήγα Φεραίου, του Θετταλού. Εν Αθήναις, Εκ της Τυπογραφίας Ιω. Αγγελοπούλου, 1860, ο καλός αγωνιστής της Επανάστασης του 1821, γράφει:

«Η περιγραφή των χαρακτηριστικών και τινων ψυχικών προτερημάτων του Ρήγα, αξιοπερίεργος ούσα, συμφέρει, νομίζω, να γένη ενταύθα γνωστή· όθεν λέγομεν, ότι η μεν φυσική του διάπλασις υπήρχεν ως εξής.

Είχεν ανάστημα μεσαίον, λαιμαυχένα παχύν, πρόσωπον ερυθρολευκόχρουν και στρογγύλον, στόμα μεσαίον, μύστακα ξανθόν, ρίνα πλατείαν μάλλον, οφθαλμούς γλαυκούς, οφρύς δασείας, μέτωπον πλατύ, κροτάφους ογκώδεις, ώτα πλατέα, κόμην υπομέλαιναν, ήτο καθόλου μεγαλοστρογγυλοκέφαλος και εύρωστος. – Τα δε ψυχικά του προτερήματα ήσαν τα εξής· χαρίεις, νοημονέστατος, ζωηρός εκ φύσεως, ετοιμόλογος, φιλόπονος, ολιγαρκής, συμπαθής· φέρων δε την πειθώ εις τα χείλη είλκυε πάντας εις τας συμβουλάς του, δεν εσέβετο την καταγωγήν, αλλά την διαγωγήν του Έλληνος, ήλεγχε μάλιστα πολλάκις τους επί λαμπρά οικογενεία, ή πόλει σεμνυνομένους, κακοήθεις δε όντας

Τη δεύτερη περιγραφή που έχουμε για τα ανατομικά χαρακτηριστικά του Ρήγα είναι αυτή του Π. Κρέμου (1839-1826), στο έργο του Επιστολαί Γ. Π. Κρέμου και Ηθική Στιχουργία Α. Κ. Βυζαντίου, Εκδιδόμενα υπό Γ. Π. Κρέμου υπέρ των επί σεισμού παθόντων Λευκαδίων. Εν Λειψία, Εκ του Τυπογραφείου Ο. Βιγάνδου, 1870, ο οποίος γράφει:

«Ο δε μέγας πατριώτης Ρήγας ην μεγαλόσωμος, ευειδής, ρωμαλεώτατος εν τε τω λέγειν και τω σώματι, φιλωδός, φιλοκιθαριστής, φιλόμουσος και θερμός δημοκρατικών αρχών λάτρης. Οσάκις δ’ ωμίλει περί ελευθερίας εγίνετο όλως ένθους· κιθαρίζων δε και άδων τα πατριωτικά αυτού άσματα εγίνετο εν εκστάσει. Τα άσματα δ’ εποίει κιθαρίζων.»

Την τρίτη περιγραφή του Ρήγα την κάνει ο Δ. Φωτιάδης στο έργο του Ύμνοι του πρωτομάρτυρος Ρήγα του Φεραίου, μετά συντόμου Βιογραφίας αυτού, υπό Δημ. Φωτιάδου. Μαθητού της Δ’ Τάξεως του Βαρβακείου Λυκείου, Αθήνησι, Εκ του Τυπογραφείου της Φιλοκαλλίας, 1878, στο οποίο αντιγράφει τον Π. Κρέμο και επαναλαμβάνει με την ίδια ακριβώς διατύπωση:

«Ο δε μέγας πατριώτης Ρήγας ην μεγαλόσωμος, ευειδής, ρωμαλεώτατος εν τε τω λέγειν και τω σώματι, φιλωδός, φιλοκιθαριστής, φιλό-μουσος και θερμός δημοκρατικών αρχών λάτρης. Οσάκις δ’ ωμίλει περί ελευθερίας εγίνετο όλως ένθους· κιθαρίζων δε και άδων τα πατριωτικά αυτού άσματα εγίνετο εν εκστάσει. Τα άσματα δ’ εποίει κιθαρίζων.»

Την τέταρτη περιγραφή την έχουμε από τον Γάλλο ιστορικό συγγραφέα και επαναστάτη JeanHenriAbdolonyme Ubicini (1818-1814), ο οποίος αναπαράγει την περιγραφή του Χρ. Περραιβού, στο Geographie diriger par. Ludovic Drapeyron, Quatrieme annee, Dixieme livraisonAvril 1881, Paris. – La grande carte de la grece par Rhigas – / Γεωγραφία με την καθοδήγηση του Ludovic Drapeyron, Quatrieme annee [τέταρτο έτος], Dixieme livraison [δέκατη παράδοση] – Απρίλιος 1881, Παρίσι. – Ο μεγάλος χάρτης της Ελλάδας του Ρήγα, και κυρίως δίνει τα πνευματικά χαρίσματα του οικουμενικού Ρήγα:

«Ο Ρήγας το 1797 ήταν τριαντατεσσάρων ετών. Γεννήθηκε το 1763 στο Βελεστίνο, μια μικρή πόλη της Θεσσαλίας, στους πρόποδες του Πη-λίου, στη θέση των αρχαίων Φερών: εξ ου και το επώνυμο Φεραίος, με το οποίο μερικές φορές αναφέρεται. […]

Ο Ρήγας, μαθητής της σχολής του Βολταίρου και των εγκυκλοπαιδιστών, έδειχνε την ίδια αδιαφορία σχετικά με δογματικά ζητήματα. Δεν έκανε καμία διάκριση ανάμεσα σε ένα μουσουλμάνο και έναν Έλληνα και, κάτι ακόμα πιο σπάνιο, ανάμεσα σε έναν Έλληνα και έναν Λατίνο. Γι’ αυτόν όλες οι θρησκείες ήταν εξίσου καλές –για τον Πασβάν-Ογλού, ήταν όλες εξίσου κακές– πράγμα που ισοδυναμεί σχεδόν με το ίδιο πράγμα. Ωστόσο, ο Ρήγας είχε πιο καλλιεργημένο μυαλό, μια ανώτερη και σαφέστερη άποψη για την αποστολή και τα πεπρωμένα της ανθρωπότητας, για τα καθήκοντα που βαρύνουν τα άτομα, για την αλληλεγγύη που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των λαών. Αυτή η υπεροχή της οπτικής και του φωτός, ο πολιτικός ρόλος που είχε διαδραματίσει, η φήμη που είχε αποκτήσει, η ανάμνηση των υπηρεσιών που είχε προσφέρει, είναι αρκετά για να εξηγήσουν αυτή τη φανερή αντιστροφή των ρόλων, ο χριστιανός να απευθύνεται στον μουσουλμάνο, ο ραγιάς στον οσμανλή, με τον τόνο με τον οποίο ένας δάσκαλος γράφει στον μαθητή του.»

Τα ανωτέρω κατά τον 19ο αιώνα, γιατί οι περιγραφές που κάνουν οι συγγραφείς του 20ού αιώνα, σχετικά με τη φυσιογνωμία του Ρήγα, δεν έχουν καμιά σχέση με τα όσα ο Περραιβός –ως φίλος και συνεργάτης του Ρήγα– γράφει, και μάλλον «σκιαγραφούν» τον μέγα οικουμενικό επαναστάτη κατά την καλπάζουσα φαντασία τους και την… γραικυλική προτίμησή τους!

Αυτά από την άποψη των γραπτών κειμένων, γιατί εικονογραφικά, ο Ρήγας, αποδίδεται κατά τη φαντασία του κάθε εικονογράφου, γι’ αυτό και απέχουν από το αληθινό του και πραγματικό του πρόσωπο οι περισσότερες δημοσιοποιημένες εικόνες, οι οποίες φτάνουν μέχρι του σημείου να παραμορφώνουν και να παραποιούν στην κυριολεξία τη φυσιογνωμία του, έτσι όπως εγγράφως την παρουσιάζει λακωνικά και εύγλωττα ο Χριστόφορος Περραιβός.

Θα ιδούμε αυτές τις εικονογραφήσεις με χρονολογική σειρά εμφάνισης τους, και με κάποια βιογραφικά των καλλιτεχνών δημιουργών. Αναφέρω ότι μου λείπουν δύο παλιές δημοσιευμένες «εικόνες του Ρήγα», οι οποίες αναφέρονται σε κάποιες πηγές, αλλά δεν μπόρεσα έως τώρα να τις εντοπίσω, καθότι –είναι γνωστό– πως υπήρχε η παράδοση να αφαιρούνται οι γκραβούρες από τα βιβλία, από ποικίλους συλλέκτες ή να πουλιούνται ως πίνακες! Η μια είναι του 1825 και η άλλη του 1840. Ευελπιστώ να είμαι πιο τυχερός στο μέλλον και να τις… ανακαλύψω.

Μνεία για την ύπαρξη «προσωπογραφιών» του Ρήγα γίνεται σε ανακριτικό έγγραφο των Αυστριακών Αρχών, του Δεκεμβρίου του 1797 όταν συνελήφθη, τιτλοφορούμενο «Κατάλογος των αντικειμένων των κατασχεθέντων και μεταφερθέντων εις τα γραφεία της αστυνομίας μετά την σύλληψιν του Ρήγα Βελεστινλή» (Κων/νου Αμάντου, Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή, Αθήνα 1930), στο οποίο ρητά αναφέρεται ότι ανάμεσα στα διάφορα αντικείμενα του Ρήγα υπάρχουν και «Μία ελαιογραφία ήτις φαίνεται να είναι του αφιχθέντος ενταύθα Ρήγα του Βελεστινλή και μεθ’ ης ευρέθησαν τέσσερα ξύλα πλαισίων προς χρήσιν di Svaza. Άλλη εικών μικροτέρα του ιδίου, ως φαίνεται, Ρήγα καμωμένη με χρώματα και με πέννα.» – Άρα, είμαστε βέβαιοι ότι στα Αρχεία της Αστυνομίας της Αυστρίας στον φάκελο του Ρήγα υπήρχε μία ελαιογραφία του και μια εικόνα του μικρότερη «καμωμένη με χρώματα και με πέννα», εν συνόλω δύο προσωπογραφίες του επαναστάτη ποιητή.

Να δούμε, όμως, εδώ την πρώτη ή τις πρώτες προσωπογραφίες του Ρήγα, έτσι όπως αυτές εκδόθηκαν, αλλά και εκείνες που εκδόθηκαν τα επόμενα χρόνια, μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα, και να διαπιστώσουμε ιδίοις όμμασι αν πρόκειται για αναπαραγωγή του ιδίου «πρωτοτύπου» ή αν πρόκειται για διαφορετικές «εικόνες», και κατά πόσον αυτές προσεγγίζουν το πορτραίτο του Ρήγα, το οποίο ο Περραιβός περιγράφει στην Σύντομο Βιογραφία του αοιδίμου Ρήγα Φεραίου, του Θετταλού, το 1860. Το «εικαστικό υλικό» που κομίζουμε σε τούτη τη μελέτη είναι αδιάψευστος μάρτυς του γεγονότος ότι το δημοσιευμένο το 1824 πορτραίτο του Ρήγα, δεν είναι εκείνο που προσιδιάζει στην περιγραφή του Περραιβού, του 1860, και ούτε είναι αυτό το οποίο αναπαράγουν άλλοι εικονογράφοι του Ρήγα ή οι συγγραφείς που δημοσιεύουν στα βιβλία τους «εικόνες» του Ρήγα. Όσοι γράφουν περισπούδαστα κείμενα σαν το κατωτέρω, ή έχουν πρόβλημα με την όρασή τους ή απλά ψεύδονται!…

«…αντίγραφα της προσωπογραφίας του 1824 θα πρέπει να θεωρούνται και οι προσωπογραφίες του Ρήγα, οι οποίες έχουν καταχωριστεί στη γερμανική έκδοση του 4ου τόμου της Ελληνικής Επανάστασης του Pouqueville, 1825, και του J.- P. von Homthal, Geschichte der Wiedergeburt Griechenlands, Χαϊδελβέργη 1825. Επίσης, την προσωπογραφία του Ρήγα του 1824 προτάσσει και ο Χριστόφορος Περραιβός το 1836 στα Πολεμικά Απομνημονεύματα, αναγράφοντας μάλιστα ότι προέρχεται “Εκ της Βασιλικής Λιθογραφίας εν Αθήναις”.»

Καλέ τι μας λέτε; Έτσι τα βλέπετε και τα καταλαβαίνετε τα πράγματα;…

Οι αναγνώστες της παρούσας μελέτης έχουν όλο το υλικό μπροστά τους, για να καταλάβουν ποιοι και πώς ιστοριογραφούν κατεργάρικα για τον Ρήγα, και μπορούν να βρουν πλήθος από σπάνιες και πρωτοπαρουσιαζόμενες πηγές στη χώρα μας για τον οικουμενικό επαναστάτη Ρήγα, στο προσφάτως εκδοθέν δίτομο έργο μου.

Ας δούμε τα πράγματα με χρονολογική σειρά, με τις πηγές υπό μάλης:

ΠΡΩΤΗ δημοσιευμένη εικόνα του Ρήγα θεωρείται εκείνη που είναι τυπωμένη το 1824, στο Briefe eines Augenzeugen des griechischen Revolution vom Jahre 1821. Nebst einer Denkschrift des Fuersten Georg Cantacuzeno ueber die Begenbenheiten in der Moldau und Walachey in den Jahren 1820 und 1821. Halle, In der Rengerschen Verlagsbuchhandiung,1824. – Επιστολές ενός αυτόπτη μάρτυρα της Ελληνικής Επαναστάσεως του έτους 1821 και ένα υπόμνημα του πρίγκιπα Γεωργ. Καντακουζηνού για τα γεγονότα στη Μολδαβία και Βλαχία κατά τα έτη 1820 και 1821. Με ένα πορτραίτο του Ρήγα. Χάλλη, In der Rengerschen Verlagsbuchhandiung,1824.

Τούτη η έκδοση κυκλοφορεί από το 2015 και στην Ελληνική γλώσσα, με τίτλο: Δύο πρίγκιπες στην Ελληνική Επανάσταση. Επιστολές αυτόπτη μάρτυρα και ένα υπόμνημα του πρίγκιπα Γεωργίου Καντακουζηνού. Μετάφραση: Χρίστος Μ. Οικονόμου. Εισαγωγή – σχόλια – επιμέλεια: Βασίλης Παναγιωτόπουλος. Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Εκδόσεις Ασίνη. Αθήνα 2015.

Στην έκδοση του 1824, η ανωτέρω εικόνα είναι δημοσιευμένη σε εσωτερική σελίδα πριν τον ψευδότιτλο. Στην ελληνική έκδοση του 2015 η ανωτέρω εικόνα βρίσκεται στη σελ. 177, με την εξής λεζάντα (177-178): «Η προσωπογραφία του Ρήγα που συνοδεύει την παρούσα έκδοση των Επιστολών και του Υπομνήματος των αδελφών Καντακουζηνού, στη Χάλλη της Σαξονίας το 18124. Έργο εξαιρετικής χαλκογραφικής τέχνης και, ασφαλώς εκ του φυσικού σχεδίασης του προσώπου, υποθέτω ότι αναπαράγει προϋπάρχουσα πανομοιότυπη χαλκογραφία, που είχε παραχθεί με παραγγελία του ίδιου του Ρήγα στα χρόνια των χαρτογραφικών δραστηριοτήτων του της στενής συνεργασίας του με σπουδαίους σχεδιαστές και χαράκτες της Βιέννης! Η εν λόγω αρχική χαλκογραφική προσωπογραφία του Ρήγα, σχεδιασμένη και τυπωμένη κατά τα χρόνια της κοινωνικής ανόδου και καταξίωσής του, θα πρέπει να ανήκει στην κατηγορία των “χάρτινων” πορτραίτων που, κατά τις δυτικοευρωπαϊκές συνήθειες της εποχής, προσφέρονται προς οικείους και διακεκριμένους φίλους από τον ίδιο τον εικονιζόμενο, όπως αργότερα τα φωτογραφικά πορτραίτα. Μια τέτοια εικόνα υποθέτουμε ότι θα έφθασε, με τρόπο που αγνοούμε και σε χρόνο άδηλο επίσης για εμάς, στα χέρια των Καντακουζηνών, που θέλησαν να την αναδείξουν και να της δώσουν μια νέα δημοσιότητα. Η έρευνα δεν έχει εντοπίσει την αρχική χαλκογραφία, η οποία δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο να διακριθεί από την παρούσα επαναχάραξη (με χημική μέθοδο υποθέτω) και επανεκτύπωση των Καντακουζηνών· εάν φυσικά έχει διασωθεί κάποιο αντίτυπο. Πάντως η ύπαρξη τέτοιου χάρτινου πορτραίτου του Ρήγα αναφέρεται από τη βιβλιογραφία και ο εντοπισμός θα βοηθούσε στην καλύτερη κατανόηση μερικών ιστοριογραφικών ζητημάτων γύρω από τη ζωή του πρωτομάρτυρα. Ο ακούραστος μελετητής του Ρήγα φίλος και γιατρός Δ.Κ. μου υπέδειξε το παρακάτω μελέτημα του Νέστ. Καμαριανού το οποίο οδηγεί προς τη σωστή κατεύθυνση, νομίζω, τη μελλοντική έρευνα. Ο Καμαριανός αναφερόμενος στο φίλο του Ρήγα Ernst Munch, σημειώνει τα ακόλουθα: “ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Freiburg Ernst Munch γράφει το 1823 ότι ο Ρήγας διετέλεσε γραμματικός του βογιάρου Νικολάου Βραγκοβάνου <;+1804>, […] ενώ στη συνέχεια προσθέτει ότι κατέχει ακόμη από αυτόν [τον Ρήγα] την εικόνα του και έναν από τους χάρτες της Ελλάδος” (σ. 21). Παρακινδυνευμένη βέβαια η ταύτιση της παρούσας “εικόνας” με την υποθετική χαλκογραφία, αλλά ίσως όχι και τόσο. Τα συμφραζόμενα: “εικόνα του [Ρήγα] και έναν από τους χάρτες της Ελλάδος” παραπέμπουν σε χαλκογραφήματα και μάλλον διευκολύνουν την ταύτιση. Αλλά και το ενδεχόμενο να χαρίζει ο Ρήγας στους φίλους του και από μία πρωτότυπη προσωπογραφία (ελαιογραφία ή κάτι σχετικό) αντί μιας χάρτινης εικόνας, πάλι είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό. Ο Καμαριανός (ό.π., σ. 51) παραπέμπει στο έργο του Ernst Munch, Die Heerzuge des christlichen Europas wider die Osmanen, und die Versuche der Griechen zur Freiheit, Βασιλεία, τ. 3 (1823), σ. 216. Για την κάπως περίπλοκη βιβλιογραφική ταυτότητα του έργου βλ. περισσότερα στο Loukia Droulia, Philhellenisme (ευρετήριο). Σημειώνω ακόμη το ενδεχόμενο να μην έχει διασωθεί κανένα από τα υποθετικά χάρτινα πορτραίτα, που με δική του πρωτοβουλία είχε εκπονήσει ο Ρήγας στα χρόνια της “διαφωτιστικής” του ενεργοποίησης, ή αυτό το πορτραίτο να μην έχει γίνει αντιληπτό αφού δεν είχε τεθεί ως τώρα ένα τέτοιο ζήτημα. Ένα καταγωγικό δέντρο του συνόλου των γνωστών πορτραίτων (με χαλκογραφικές και συναφείς μεθόδους αναπαραγωγής) του Ρήγα, σε συσχετισμό μάλιστα και με τις υπάρχουσες ελαιογραφίες, θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο, αλλά η σύνταξή του ξεπερνάει τα όρια και τις προθέσεις αυτού του σημειώματος.» (σ. 177-178). – Εκ μέρους μου, λοιπόν, μόνο το εξής σχόλιο: Προς τι οι τόσες υποθέσεις επί υποθέσεων για απόδειξη αναπόδεικτου ισχυρισμού, όταν το θέμα έχει απασχολήσει ήδη τον σοφό Σπυρίδωνα Λάμπρο και έχει δημοσιεύσει σχετική μελέτη, «Ν έ α ι ε ι κ ό ν ε ς τ ο υ Ρ ή γ α», στο Σπ. Π. Λάμπρος, Μικταί Σελίδες, 1905, σ. 631-641, την οποία ο ανωτέρω συντάκτης αγνοεί; Η επίκληση μιας και μόνης σύγχρονης, και δη άσχετης πηγής, από τον συντάκτη του ενλόγω κειμένου, δηλούν προφανώς… πλάνη και περισσή αφέλεια! Οι ανίσχυροι και υποθετικοί ισχυρισμοί του καταρρίπτονται από το υλικό που ακολουθεί, αντλημένο από τις παλιές πρωτογενείς πηγές. Η εικόνα τούτη ουδεμία σχέση έχει με την περιγραφή του Ρήγα από τον φίλο και συνεργάτη του Χριστόφορο Περραιβό. – Όμως, «ο ακούραστος μελετητής του Ρήγα φίλος και γιατρός», σε δικό του σχετικό δημοσίευμα παραπέμπει στο ανωτέρω κείμενο του επιμελητή της ελληνικής έκδοσης (σ. 177-178) και ισχυρίζεται ότι: «…Ενδιαφέρουσες είναι εν προκειμένω οι παρατηρήσεις του Βασίλη Παναγιωτόπουλου για όσα λαθεμένα υποστήριξε ο Σπ. Λάμπρος αποδίδοντας στον Νικόλαο Μοσχοβάκη το σχέδιο με την προσωπογραφία του Ρήγα, ως το πρωτότυπο και εκ του φυσικού πορτραίτο του Ρήγα, ενώ είναι πιστή αντιγραφή με μολύβι της προσωπογραφίας του 1824. Μάλιστα συμπληρώνει πως ο Νικόλαος Μοσχοβάκης το 1837 ήταν σπουδαστής στο Μόναχο, όπως προκύπτει από ένα σκίτσο του που τώρα βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη και στο οποίο αναγράφει “Εν Μονάχω τη 27η Αυγούστου του 1837. Ν. Μοσχοβάκης αντέγραψεν εξ αγάλματος”.» (Βέβαια, ο αναφερόμενος ως επιμελητής Β.Π. δεν αναφέρει πουθενά τον Σπ. Π. Λάμπρο, κι ούτε παρατηρεί τα «όσα λαθεμένα υποστήριξε»! Φοβερό!… Αλλά έτσι γράφει και του αποδίδει «ο ακούραστος μελετητής του Ρήγα φίλος και γιατρός»! Για χάρη της επιστημονικής δεοντολογίας, προφανώς και για χάρη της επιστημονικής αλήθειας!…)

ΠΡΩΤΗ δημοσιευμένη εικόνα του Ρήγα, που να προσιδιάζει προς τη φυσιογνωμία του Ρηγα ()όπως αυτή περιγράφεται από τον Χρ. Περραιβό, το1860), δεν είναι η ανωτέρω αλλά η δημοσιευμένη τo 1824/1825, σε κάποια σελίδα πριν τον ψευδότιτλο, στο Pouqueville, Francois Charles Hugues Laurent, 1770-1838. Histoire de la regeneration de la Grece. German Geschichte der Wiedergeburt Griechenlands:1740 bis 1824. / von F. C. H. L. Pouqueville, …Deutsch herausgegeben von Dr. J. P. von Hornthal, … Vier Bande, mit Karten ind Abbildungen. Heidelberg Universitats Buchhandlung von C. F. Winter,1824-1825.4 v, ΙΙ., με παραλλαγές οι οποίες σαφώς πλησιάζουν την περιγραφή του προσώπου του Ρήγα κατά τη μαρτυρία του Χρ. Περραιβού. Καταθέτω τις παραλλαγές που έχουν πέσει στην αντίληψή μου:

ΔΕΥΤΕΡΗ χρονολογικά δημοσιευμένη εικόνα του Ρήγα είναι αυτή του 1827, πριν από τον ψευδότιτλο, στο Geschichte der Neu-Griechen von der Eroberung Konstantinopels bis auf die neuesten Zeite von Julius Curtius, Crstes Bandchen, Leipzig 1827, προσωπογραφία διαφορετική από τις προηγούμενες, με κατεύθυνση του προσώπου προς τα αριστερά, που δεν πλησιάζει την περιγραφή του προσώπου του Ρήγα κατά τη μαρτυρία του Χρ. Περραιβού. Την καταθέτω:

ΤΡΙΤΗ χρονολογικά εικόνα του Ρήγα είναι ολόσωμη, του Παναγιώτη Ζωγράφου (1880- ;), μεταξύ 1836-1839, υπό την καθοδήγηση του Γιάννη Μακρυγιάννη (1797-1864), στον Πίνακα: Πτώσις της Κωνσταντινουπόλεως, Φανταστική αναπαράσταση της πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης το 1453 από τους Οθωμανούς. Πίνακας του Παναγιώτη Ζωγράφου με την καθοδήγηση του Μακρυγιάννη, και στην οποία απεικονίζεται «12. Μετά πολλούς αιώνας Ρήγας ο Βελεστινλής σπύρει τον σπὀρον τής ελευθερίας εις τους Έλληνας και τους ενθαρρύνει οδηγών αυτούς τον τρόπον της απελευθερώσεώς των. – 13. Οι Έλληνες ενθουσιασθέντες και ενθαρρυνθέντες από τους λόγους του Ρήγα έλαβον τά όπλα υπέρ της Ελευθερίας.» Η προσωπογραφία είναι διαφορετική από τις προηγούμενες, και δεν πλησιάζει την περιγραφή του προσώπου του Ρήγα κατά τη μαρτυρία του Χρ. Περραιβού.

ΤΕΤΑΡΤΗ χρονολογικά προσωπογραφία του Ρήγα είναι η δημοσιευμένη το 1836 από τον Χριστόφορο Περραιβό, στο έργο του Απομνημονεύματα Πολεμικά… Τόμος Πρώτος, Εν Αθήναις 1836, σε μη αριθμημένη σελίδα, πολύ πριν την Εισαγωγή, και αναφέρεται ως Ρήγας Φερραίος, και κάτω της υπάρχει το Ομηρικό «Είς οιωνός άριστος κ.λπ.», με κατεύθυνση του προσώπου προς τα αριστερά, με χαρακτηριστικά που «προσιδιάζουν» προς εκείνα που ο ίδιος περιγράφει και αναφέρει στην Σύντομο Βιογραφία του αοιδίμου Ρήγα Φεραίου, του Θετταλού, το 1860. Είναι εμφανές, όμως, ότι πρόκειται για τη λιθογραφία του Μαργαρίτη Γεωργίου (1814-1884),1 «Ρήγας Φερραίος» 1836, λιθογραφία σε χαρτί. «Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί Πάτρης».

Ο Μαργαρίτης Γεώργιος γεννήθηκε το 1814 στη Σμύρνη, πατέρας του ήταν ο Φίλιππος Μαργαρίτης, και είχε άλλα πέντε αδέλφια, από τους οποίους γνωστότερος είναι ο Φίλιππος Μαργαρίτης, επίσης ζωγράφος και πρώτος Έλληνας φωτογράφος. Με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης η οικογένειά του έφυγε από τη Σμύρνη για να γλυτώσει από τις σφαγές, κατέφυγε στα Ψαρά και από εκεί στη Ρώμη. Σπούδασε στο Παρίσι ζωγραφική και λιθογραφία και επιστρέφοντας στην Αθήνα το 1836 διορίστηκε πρώτος καθηγητής της ζωγραφικής στην Σχολή των Ευελπίδων και ταυτόχρονα δημιούργησε ιδιόκτητο εργαστήριο ζωγραφικής, στο οποίο εγκατέστησε και μηχανήματα λιθογραφίας. Αργότερα ίδρυσε μαζί με τον αδελφό του Φίλιππο το πρώτο φωτογραφείο στην Αθήνα. Από το 1843 έως το 1853 δίδαξε χωρίς μισθό ανώτερη ζωγραφική, γυψογραφία και ελαιογραφία στο Σχολείο των Τεχνών. Ήταν μάλιστα μαζί με τον αδελφό του οι πρώτοι Έλληνες καθηγητές της σχολής. Συμμετείχε στις καλλιτεχνικές εκθέσεις των Ολυμπίων ενώ από κοινού με τον αδελφό του Φίλιππο, ανέλαβε τη διακόσμηση με τοιχογραφίες των Ανακτόρων τόσο επί Όθωνα όσο και επί Γεωργίου Α’. Πέθανε το 1884 στην Αθήνα.

Μαργαρίτης Γεώργιος (1814-1884): «Ρήγας Φερραίος» 1836, λιθογραφία σε χαρτί. «Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί Πάτρης».

ΠΕΜΠΤΗ χρονολογικά προσωπογραφία του Ρήγα είναι του 1840, Πίνακας (λιθογραφία) του Ανδρέα Κριεζή (1816-1880): «Ρήγας Βελεστίνος. Αφιερώθη η παρούσα εικών του πρωτομάρτυρος της ελληνικής ελευθερίας τω ενδοξοτάτω Κυρίω Ιωάννη Κωλέττη, τω κατά των της Ελλάδος τυράννων γενναίως αγωνισθέντι, Παρίσι, Lemercier, Benard & Cie, 1840» (Λιθογραφία, 50,4×37,3 εκ. Βιβλιοθήκη της Βουλής). – Ο Ρήγας αναφέρεται ως Βελεστίνος και από τον Μακρυγιάννη στα Απομνημονεύματα, αλλά και από άλλους συγγραφείς, αντί Βελεστινλής ή Φεραίος. – Το πρόσωπο του Ρήγα προσιδιάζει προς εκείνο που περιγράφει ο Περραιβός το 1860.

Ο Ανδρέας Κριεζής γεννήθηκε στην Ύδρα και ήταν γιός του εμποροπλοιάρχου Δημητρίου Κριεζή, γόνου της ομώνυμης αρχοντικής υδραϊκής οικογένειας. Εργάστηκε για μικρό χρονικό διάστημα στο εθνικό τυπογραφείο και λιθογραφείο των Αθηνών και το 1839 πήγε στο Παρίσι όπου σπούδασε ζωγραφική και συνέχισε την ενασχόλησή του με τη λιθογραφία. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1846 και το 1851 διορίστηκε καθηγητής ιχνογραφίας και αργότερα καλλιγραφίας στο Ελληνικό Γυμνάσιο Σύρου, όπου δίδαξε έως το 1868. Σε ότι αφορά στην εκθεσιακή του δραστηριότητα, αναφέρονται οι συμμετοχές του στα Ολύμπια του 1859 και του 1875 και στην έκθεση του Παρισιού το 1867. Υπολογίζεται πως πέθανε γύρω στο 1880.

Ανδρέας Κριεζής (1816-1880): «Ρήγας Βελεστίνος. Αφιερώθη η παρούσα εικών του πρωτομάρτυρος της ελληνικής ελευθερίας τω ενδοξοτάτω Κυρίω Ιωάννη Κωλέττη, τω κατά των της Ελλάδος τυράννων γενναίως αγωνισθέντι, Παρίσι, Lemercier, Benard & Cie, 1840». Λιθογραφία, 50,4×37,3 εκ.Βιβλιοθήκη της Βουλής.

ΕΚΤΗ χρονολογικά προσωπογραφία του Ρήγα είναι του 1853, σε πίνακα του E. V. Rippingille (~1790-1859): «Rigas: Προσωπογραφία του Ρήγα Βελεστινλή, ελαιογραφία σε μουσαμά του E. V. Rippingille», Αθήνα 1853. – Ο Ρήγας θα μπορούσε να «φέρει» ή να «μοιάζει» προς εκείνον που περιγράφει ο Περραιβός το 1860.

Ο Edward Villiers Rippingille γεννήθηκε στο King’s Lynn του Norfolk, ήταν γιος ενός αγρότη, και για μια περίοδο εργάστηκε κάνοντας πορτρέτα και διδάσκοντας σχέδιο στο Wisbech , όπου τους πίνακές του είδε και θαύμασε ο John Clare. Το 1813 εξέθεσε στην Εταιρεία Καλλιτεχνών του Νόργουιτς και παρουσίασε το Enlisting στη Βασιλική Ακαδημία. Μετακόμισε στο Μπρίστολ, όπου συμμετείχε σε δράσεις σκιτσογραφίας της Σχολής του Μπρίστολ. Συνεργάστηκε στενά με τον Έντουαρντ Μπερντ και επηρεάστηκε από τη ζωγραφική του, η οποία ήταν νατουραλιστική και με φρέσκα χρώματα. Το 1814 και οι δύο εξέθεσαν έργα στη Βασιλική Ακαδημία με το ίδιο θέμα, Ο Rippingille ήταν και στενός φίλος του Francis Danby και το στυλ του αναπτύχθηκε παράλληλα με αυτό του Danby, υπό την επιρροή του Bird. Έκθεσε μόνος του στο νέο Ινστιτούτο του Μπρίστολ το 1823 και το 1824 και ήταν ένας από τους διοργανωτές της πρώτης έκθεσης εκεί από ντόπιους καλλιτέχνες. Το 1824 εξέθεσε το The Stage Coach Breakfast στη Βασιλική Ακαδημία. Αυτός είναι ο πιο γνωστός του πίνακας.

«Rigas», Προσωπογραφία του Ρήγα Βελεστινλή, ελαιογραφία σε μουσαμά του E. V. Rippingille, Αθήνα, 1853.

ΑΥΤΕΣ ΟΙ 6-7 (ανωτέρω) ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΡΗΓΑ είναι οι πρώτες που δημοσιεύτηκαν σε βιβλία ή ως λιθογραφίες και ελαιογραφίες από το 1824 έως το 1853, και αναμφίβολα είχαν κάποιο «πρωτότυπο» (εκ του φυσικού) κατά νου, και σίγουρα δεν αποτελούν αντιγραφή της δημοσιευμένης προσωπογραφίας το 1824, στο Briefe eines Augenzeugen des griechischen Revolution vom Jahre 1821… του Καντακουζηνού, όπως ισχυρίζονται κάποιοι «ρηγολόγοι» σήμερα.

Προσωπογραφία του Ρήγα για την οποία να υπάρχει πληροφορία ότι είναι γνήσια «απεικόνιση» του προσώπου του Ρήγα, είναι εκείνη για την οποία ο Σπυρίδων Λάμπρος («Ν έ α ι ε ι κ ό ν ε ς τ ο υ Ρ ή γ α», Μικταί Σελίδες, 1905, σ. 631-641) γράφει τα εξής:

«Περί μιάς δε άλλης εικόνος του Ρήγα, εξαίρετον άλλως εχούσης σημασίαν, λυπούμεθα μη δυνάμενοι ν’ ανακοινώσωμεν πλειότερα, άτε μη έχοντες προ οφθαλμών απότυπον αυτής. Είνε δε αύτη ελαιογραφία επί ξύλου, ην αυτός ο Ρήγας είχε δωρήσει τω 1794 εν Τεργέστη εις τον Ι. Παπαστεφάνου. Ταύτην είχεν αποστείλει τω 1884 εις την κατ’ εκείνο το έτος εν τω Πολυτεχνείω γενομένην έκθεσιν των μνημείων του ιερού αγώνος ο εν Πάτραις κ. Γ. Ι. Παπαστεφάνου.

Η δε νέα εικών διά τε το αναμφισβητήτως αξιόπιστον, την έκτακτον ζωηρότητα της εκφράσεως, ιδίως εν τοις μεστοίς λάμψεως οφθαλμοίς, και την ωραίαν διάθεσιν της κόμης πρέπει υπέρ πάσην άλλην ευλόγως να χρησιμεύση ως βάσις του ομοιώματος, όπερ πρωτοβουλία του Παρνασσού θέλει στηθή εν Βελεστίνω προς πανηγυρισμόν της εκατονταετηρίδος από του θανάτου του μεγάλου πατριώτου. Χαίρομαι δε, ότι ούτως ένα όλον αιώνα μετά το κλεινόν μαρτύριον πρόκειται εν αυτή τη γενετείρα του Θεσσαλού ελευθερωτού να πραγματοποιηθή η πρόρρησις, ην βραχύν χρόνον μετά τον θάνατον του Ρήγα έγραψεν επί της εικόνος αυτού αυτός ο σχεδιογραφήσας αυτήν Μοσχοβάκης, ως δυνάμεθα να εικάσωμεν εκ της ομοιότητος της γραφής προς την περί τον γύρον της εικόνος υπογραφήν αυτού:

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . αλλά θα σ’ αναστήσουν

εικόνες και αγάλματα όσοι οπίσω μείνουν

Βιογραφικό του Νικολάου Μοσχοβάκη, με έτος γέννησης και θανάτου δεν υπάρχει. Δεν αποκλείεται να ήταν στην Τεργέστη το 1790 ή το 1794, και να ζωγράφησε εκ του φυσικού το πρόσωπο του Ρήγα. Το γεγονός ότι βρέθηκε και υπάρχει (στο Μουσείο Μπενάκη, Φ. 20, Αρ. 107) σκίτσο του Ν. Μοσχοβάκη, στο οποίο γράφει «Εν Μονάχω τη 27 η Αυγούστου του 1837. Ν. Μοσχοβάκης αντέγραψε εξ αγάλματος», και το ότι με βασιλική εντολή στις 17/19 Ιουνίου 1836 εγκρίθηκε πρόταση του υπουργείου Παιδείας να αποσταλεί στο Μόναχο να σπουδάσει ζωγραφική, λιθογραφία και χαλκογραφία, δεν αποδεικνείουν ούτε πιστοποιούν ότι ο Ν. Μοσχοβάκης δεν υπήρχε στα χρόνια του Ρήγα, και ότι δεν ήταν ήδη ζωγράφος, χαλκογράφος κ.λπ. – Η ανωτέρω εικόνα του Ρήγα είναι δημοσιευμένη με τα εξής στοιχεία. «Ν. Μοσχοβάκη, Ρήγας Βελεστινλής. | Η προσωπογραφία του Ρήγα βρέθηκε το 1895 στην οικία Κοπανάρη στη Μακρυνίτσα. Τον ίδιο χρόνο κατατέθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Ανεξακρίβωτη μαρτυρία φέρει τον Ν. Μοσχοβάκη σύγχρονο και φίλο του Ρήγα. Κάτω από την εικόνα οι στίχοι: Τι με βλέπεις;είσαι Έλλην; θέλεις να με μιμηθής. / Στάδιον σ’ ανοίγω δόξης, έμβα να αγωνισθής. // Σε φόνευσαν κακόβουλοι αλλά θα σ’ αναστήσουν / Εικόνες και αγάλματα όσοι οπίσω μείνουν. | Σχέδιο με μολύβι σε χαρτί, διαστ. 0,19x0,12 μ. Αρ. κατ. 1415».

Ο Σπυρίδων Λάμπρος στη συγκεκριμένη μελέτη του («Ν έ α ι ε ι κ ό ν ε ς τ ο υ Ρ ή γ α», Μικταί Σελίδες, 1905, σ. 631-641), αναφέρει ακόμα:

«Ένα δε περίπου μήνα μετά την δημοσίευσιν του άρθρου μου εκείνου ανεκοίνωσεν ο μακαρίτης αρχίατρος Δ, Βερνάρδος εις τους αναγνώστας της Εστίας εν τω φύλλω της 23 Απριλίου 1895 πανομοιότυπον της εκ Μακρυνίτσης, τυπωθείσαν εν Βιέννη, μετά τον θάνατον αυτού, δι’ εράνων των μαθητών του Ρήγα κατά την διήγησιν του πατρός του γράφοντος, διατελέσαντος μαθητού του πρωτομάρτυρος εν Βουκουρεστίω περί το 1790. Επραγματεύθη δε ο Βερνάρδος και το ζήτημα, αν η εικών της Μακρυνίτσης ή η λιθογραφία πρέπει να θεωρηθή ως πρωτότυπος, ζήτημα, όπερ νομίζω πρέπει να λυθή υπέρ της εκ Μακρυνίτσης.

Εν υστερογράφω δε του άρθρου αυτού ο αυτός Βερνάρδος εμνημόνευσε δύο ελαιογραφιών του Ρήγα, ων η μεν κοσμεί την αίθουσαν του Αναγνωστηρίου Κερκύρας, η δε μετ΄ εξαισίας τέχνης γεγραμμένη και φέρουσα το έτος 1814 ευρίσκετο εν τη κατοχή του αυλάρχου Α. Κουντουριώτου. …»

Το άρθρον τούτο, φέρον την υπογραφήν του Δ. Βερνάρδου, έχει ώδε:

«Μετά τα παρά του καθηγητού κ. Σπ. Λάμπρου γραφέντα εν τω υπ’ αριθ. 25 της 25 παρελθόντος Μαρτίου φύλλω της Εστίας περί νέας εικόνος του Ρήγα επιτραπήτω μοι, παρακαλώ, ν’ ανακοινώσω υμίν τα ακόλουθα.

Κείται παρ’ εμοί εικών του Ρήγα πανομοιότυπος προς την εν Μακρυνίτση ευρε-θείσαν, λιθόγραπτος και λεπτοτάτης εργασίας, ήτις μετά τον μαρτυρικόν εκείνου θάνατον παρηγγέλθη και ετυπώθη δι’ εράνου των μαθητών του Ρήγα, κατά την διήγησιν του πατρός μου, διατελέσαντος επίσης μαθητού του Ρήγα εν Βουκουρεστίω περί το 1790 έτος εις Βιέννην της Αυστρίας. Έχει δε μήκος 11 ½ εκατοστομέτρων, ήτοι είνε ίση ακριβώς προς την της Μακρυνίτσης, αν ετηρήθησαν εν τη τυπώσει αι αυταί διαστάσεις.

Η εικών αύτη ετηρείτο υπό του μαθητού του Ρήγα ως κειμήλιον ένεκα δε του χρόνου και της ποιότητος του χάρτου δύναται να εκληφθή και αύτη παρ’ απείρου παρατηρητού ως διά μολυβδίδος γραφείσα, αλλ’ επισταμένη εξέτασις αίρει την απάτην. Η της Μακρυνίτσης εικών έχει 25 εκατοστομέτρων μήκος αλλ’ ο δους τω κ. Λάμπρω την πληροφορίαν ταύτην, εννοεί, πιθανώς, το μήκος του χάρτου, αφ’ ου η εικών.

Το μήκος λοιπόν της εμής, η προς τα αριστερά επίσης στροφή της κεφαλής, η της κόμης διάθεσις, η κατά τας ελαχίστας έτι λεπτομερείας της τε κεφαλής και των ενδυμάτων (της κατά τον δεξιόν ώμον ραφής π.χ.), των δύο κομβίων του περιλαιμίου, η αυτή εποχή της γραφής της εικόνος της Μακρυνίτσης και εκτυπώσεως της εμής, πάντα συντρέχουσιν εις σχηματισμόν γνώμης, ότι αμφότεραι εισί μία και η αυτή εικών. Αλλά τις τούτων πρωτότυπος; Αν δι’ ακριβούς παρατη-ρήσεως πιστωθή, ότι η της Μακρυνίτσης εγράφη διά μολυβδίδος, παρέχεται ουχί απόδειξις, αλλ’ ενδόσιμον καν, ότι ίσως ελήφθη παρ’ αυτού του Ρήγα ζώντος· λέγω: ενδόσιμον, διότι δυνατόν ν’ αντιγράφη διά μολυβδίδος εξ αντιτύπου της παρ’ εμοί λιθογράπτου διά σπάνιν ή εξάντλησιν των ολίγων αντιτύπων αυτής. Αν όμως γνωσθή, ότι ουχί μολυβδίδος, αλλά λιθογραφίας προϊόν είνε, τότε απόδειξις τρανή, ότι αμφότεραί εισιν αντίτυπα εκ των ολίγων εκείνων των διά τους μαθητάς του Ρήγα προωρισμένων. Αν τέλος υποτεθή, ότι η διά μολυνβδίδος εινε η πρώτη πασών, πώς τότε αυτή χρησιμεύσασα εις τον λιθογράφον προς εργασία και παραγωγήν ομοιοτάτων αντιτύπων δεν κατεστράφη, ως άχρηστος πλέον, μετά την έκδοσιν αυτών, καθώς τα προς τύπωσιν χειρόγραφα, αλλά διετηρήθη ως κειμήλιον μέχρι τανύν; Τούτων ούτως εχόντων, παραδεχόμεθα, ότι η της Μακρυνίτσης εικών, ει μεν είνε διά μολυβδίδος αντεγράφη από της λιθογράπτου, ει δε λιθόγραπτος είνε αντίτυπον της παρ’ εμοί. Ισχύει δε πολύ εις απόδειξιν τούτου και η εν τη Βασιλική Λιθογραφία Αθηνών λιθογραφηθείσα εικών του Ρήγα, η προτασσομένη του α’ τόμου των Απομνημονευμάτων του Περραιβού (1836), ήτις φέρει ακριβέστατα τας αυτάς διαστάσεις και λεπτομερείας, οίας και η παρ’ εμοί, επομένως και η της Μακρυνίτσης, πλην της διαφοράς, ότι είνε εστραμμένη προς τα δεξιά, διά λόγον τεχνικόν του λιθογράφου.

Αναντίρρητον λοιπόν είνε, ότι η του Περραιβού, μαθητού επίσης του Ρήγα, εικών, μεταγενεστέρα ούσα, ελήφθη εξ αντιτύπου της παρ’ εμοί και ότι και αι τρεις αύται αλλήλαις εισίν όμοιαι επί πάσιν· επομένως εις τον εν Μακρυνίτση θησαυρόν αποδίδεται πλείων ίσως του δέοντος σημασία, έως αν διευκρινισθή το ζήτημα διά της λεπτομερούς και των τριών εικόνων αντιπαραβολής παρ’ ειδημόνων, ων μάλιστα ειδικώτερος και αρμοδιώτερος είνε αυτός ο κ. Λάμπρος. Παρακαλώ δ’ υμάς να ευαρεστηθήτε, να παραλάβητε την μετά της παρούσης αποστελλομένην εικόνα του Περραιβού προς τε την εν τη Εστία τυπωθείσαν της Μακρυνίτσης και προς την εμήν, ην μετά τούτο, ως έχει εν τω αρχαϊκώ πλαισίω, αυτώ τω γραμματεί της Ιστορικής και εθνολογικής εταιρείας κ. Λάμπρου χαριζόμενος, δωρούμαι αυτή. Και αν μεν τύχη ανομοία τη εκ Μακρυνίτσης αποσταλησομένη, έχει την ιστορικήν αυτής αξίαν και αυτή, ως είρηται· αν δε αντίτυπον είνε εκείνης, ουδέν αλλ’ ή αμηχανία εκλογής θα προκύψη, πλην μόνης της υπεροχής, ότι όπισθεν του πλαισίου εισί γεγραμμέναι διά χειρός του πατρός μου (από 18 Ιανουαρίου 1833, ημέρα της αφίξεως το Όθωνος εις Ναύπλιον) οι ακόλουθοι στίχοι:

Ήρως είμαι, τι με βλέπεις; θέλεις να με μιμηθής;

στάδιον ηνοίχθη δόξης, έμβα να αγωνισθής.

Ο σπορεύς ελευθερίας Ρήγας ο Βελεστινλής

Σε ηξίωσεν, ω Έλλην, του να έχης Βασιλείς,

ων του α’ δίστιχον παραλλάσσει μικρόν από του α’ διστίχου των εν τη εικόνι της Μακρυνίτσης υπό Μοσχοβάκη γραφέντων, το δε δεύτερον δίστιχον δεν έχει ομοιοκαταληξίαν.

Αλλά τις η σχέσις των του Μοσχοβάκη προς τους της εμής στίχους; Μία εξήγησις λύει την απορίαν· των στίχων του Μοσχοβάκη, γνωστών εις τους μαθητάς του Ρήγα, το μεν α’ δίστιχον ολίγον διώρθωσε, το δε δεύτερον επί τη ευκαιρία της ημέρας της αφίξεως του Όθωνος, αντικατέστησεν ουχί αστόχως, αλλά και ομμορύθμως μάλιστα ο του την διατριβήν ταύτην γράφοντος πατήρ.

Υ.Γ. Δύο άλλαι εικόνες του Ρήγα, ελαιογραφίαι αύται παλαιαί, μεγέθους φυσικού υπάρχουσιν, ων η μεν κοσμεί την αίθουσαν του Αναγνωστηρίου Κερκύρας, δώρον, νομίζω, του Α. Μουστοξύδου, την δε μετ’ εξαισίας τέχνης ειργασμένην και φέρουσαν το έτος 1814, κατέχει ο αυλάρχης κ. Α. Κουντουριώτης.»

Η «εικόνα» είναι δημοσιευμένη από τον Σπ. Λάμπρο, στη μελέτη του 1905.

Ο Σπ. Λάμπρος, στην ίδια μελέτη, γράφει και τα εξής, σχετικά με την εικόνα του Ρήγα, του εκ βλαχοχωρίου Συρράκου κατοίκου Πατρών Ιωάννη Παπαστεφάνου:

«Πολύ δ’ αρχαιοτέρα απασών τούτων των εικόνων, και αυτής δε της Μακρυνίτσης, είνε η παρά τω εν Πάτραις κ. Ι. Γ. Παπαστεφάνου μικρά ελαιογραφία εικών του Ρήγα, ης πιστόν αντίγραφον, γραφέν ενταύθα υπό του κ. Αυγούστου Πικαρέλλη, ολίγον μόνον ζωηροτέρα παραστήσαντος τα εκ της πολυκαιρίας εν μέρει εξίτηλα χρώματα του πρωτοτύπου, κατετέθη τη φροντίδι μου εν τω μουσείω της Ιστορικής και εθνολογικής εταιρείας της Ελλάδος, καθ’ ον χρόνον λίαν προθύμως είχε θέσει αυτήν ενταύθα εις την διάθεσιν μου ο φιλόπατρις κτήτωρ. Η εικών αύτη είνε κατά τούτο αξία ιδιαζούσης προσοχής, ότι είνε η μόνη των περισωζομένων αναγομένη εις τους χρόνους καθ’ ους έζη ο Ρήγας. Και δη όπισθεν επί του ξύλου, εφ’ ου είνε γεγραμμέννη δι’ ελαιηρών χρωμάτων, φέρονται γεγραμμένα τάδε Τεργέστη 13 8βρίου 1794. Κατά πόσον δ’ η χρονολογία αύτη αναφέρεται εις παρουσίαν του Ρήγα εν Τεργέστη κατά τούδε γνωστών γεγονότων του βίου του μεγάλου Θεσσαλού. Αλλά τα κατά το επεισόδιον εκείνο και η ιστορία της εικόνος διαλευκαίνονται εκ των οικογενειακών αναμνήσεων του κ. Παπαστεφάνου, ας ευηρεστήθη να μοι ανακοινώση δι’ επιστολής του τη 30 Μαρτίου 1895.

“Ο πάππος μου Ιωάννης Παπαστεφάνου –μοι έγραψεν ο έγγονος αυτού– Συρρακιώτης εν Βλαχία ευρισκόμενος, συνεδέθη στενώς μετά του Ρήγα, όστις και συμπαρέλαβεν αυτόν εις Τεργέστην, όπου μετέβησαν ως δερματέμποροι μεν κατά το φαινόμενον, πράγματι δε δι’ εθνικούς σκοπούς. Εν Τεργέστη αμφότεροι εγνώρισαν ζωγράφον τινά, άγνωστόν μοι κατ’ όνομα, παρά τω οποίω έκαμαν ιδία έκαστος τας εικόνας των. Ούτος δε, ως εξάγεται, ήτο καλλιτέχνης άριστος, διότι και υπό καλλιτεχνικήν έποψιν εξεταζομένη η εικών αύτη προδίδει την δεξιότητά του.

Μετά τινα δε χρόνον αμφότεροι μετέβησαν εις Βιέννην, όπου εξηκολούθησαν διαμένοντες εφ’ ικανόν χρόνον, ότε ο πάππος μου ανεχώρησεν σταλείς εις Ιταλίαν. Επανελθών δ’ εις Βιέννην, παρέμεινεν αυτόθι, αναμένων την επιστροφήν του Ρήγα, όστις είχεν ήδη και ούτος αναχωρήσει διά Τεργέστην· αλλ’ αυτού συλληφθείς μετεφέρθη αύθις εις Βιέννην. Εν τω μεταξύ ο Ιωάννης Παπαστεφάνου, μαθών τα διατρέξαντα, έσπευσεν εκ φόβου και έκαυσεν όσα χαρτία ευρίσκοντο εις το δωμάτιόν του, την δ’ εν λόγω εικόνα έκρυψεν εις το σεντούκι του, όπερ είχεν ιδιαίτερον κρυπτόν μέρος, καθ’ όσον αύτη τω είχε δωρηθή παρά του Ρήγα. Κρυβείς δε και αυτός επί πολλάς ημέρας, έμαθεν ακολούθως, ότι ο Ρήγας μετά τεσσάρων άλλων παρεδόθησαν υπό της αυστριακής κυβερνήσεως εις την Τουρκίαν, μεταφερθέντες κρύφα εις Βελιγράδιον.΄Έσπευσε αμέσως και μετέβη μετημφιεσμένος αυτόσε. Αλλ’ ότε έφθασε, το σκληρόν δράμα είχεν ήδη τελεσθή εν τω Ίστρω εν κρυπτώ και παραβύστω. Εκείθεν δε μετέβη αύθις εις Βλαχίαν και ακολούθως εις Συρράκον, φέρων πάντοτε και την μνησθείσαν εικόνα κρυμμένην εν τω σεντουκίω του, εκεί δε και απεβίωσε μετά τινα έτη. Ο πατήρ μου, Γεώργιος Ι. Παπαστεφάνου, κατά τας πρώτας επιδρομάς των Τούρκων εις Συρράκον και Καλαρρύτας ηκολούθησε και αυτός το ρεύμα της αναχωρήσεως των εκεί οικογενειών Συρρακιωτών και Καλαρρυτών, και κατέφυγεν εν τέλει εις Ζάκυνθον. Αλλ’ ότ’ έφθασεν εκεί, η αγγλική αστυνομία κατά την έρευναν των επίπλων ανεκάλυψεν εντός του σεντουκίου του και την εικόνα του Ρήγα, ην και κατέσχεν. Αποκατασταθείς δε οριστικώς εν Ζακύνθω και μετερχόμενος το επάγγελμα ως χρυσοχόος, ηναγκάσθη βραδύτερον να πολιτογραφηθή υπήκοος Άγγλος, εδέησε δε να μεταχειρισθή διάφορα μέσα όπως τω επιστραφή η περιζήτητος καταστάσα αύτη εικών, τούθ’ όπερ και εγένετο, ώστ’ έκτοτε πλέον έμεινεν ως κειμήλιον εις την οικογένειάν μας. Αυτός ο γέρων Κολοκοτρώνης, διερχόμενος εν Ζακύνθω κατά το 1838-9 και γινώσκων εκ πληροφριών τα κατά την εικόνα ταύτην, εζήτησε να την ίδη, μόλις δε την είδεν εν τη οικία του πατρός μου, εφώναξεν: ο ίδιος είνε, και αποκαλυφθείς ησπάσθη αυτήν μετά δακρύων . . . Της εικόνος ταύτης κατά διαφόρους καιρούς, και εν Ζακύνθω έτι διαμενούσης της οικογενείας μου, παρά διαφόρων Άγγλων και Γάλλων και ενταύθα έτι ζητηθείσης, ελήφθησαν διάφορα αντίγραφα δι’ ιχνογραφίας. Προ έτους μάλιστα Γάλλος τις φιλέλλην Lenoar μετά της συζύγου του καλλιτέχνιδος ούσης μοι εζήτησε και έλαβε όμοιον αντίγραφον. Ωσαύτως τω 1890 ο κ. Δ. Γ. Καμπούρογλους δι’ επιστολής του μοι εζήτησε φωτογραφικόν αντίγραφον και παράκλησιν του κ. Legrand. Αλλ’ ατυχώς, μεθ’ όλας τας προς τούτο προσπαθείας και δοκιμάς εστάθη αδύνατον να ευχαριστήσω τους κυρίους αυτούς, καθ’ όσον είτε ο χρωματισμός είτε η αρχαιότης της εικόνος ταύτης καθίστανον αδύνατον την φωτογράφησιν. Ειδήμονες δε τινες αποδίδουσι τούτο εις το όλως ιδιόρυθμον του χρωματισμού”.

Προσθέτει δε ο κ. Παπαστεφάνου, ότι και ο Κωλέττης είχεν επανειλημμένως ζητήσει την εικόνα παρά του πατρός αυτού, όστις ηρνήθη εις τον μέγαν συμπολίτην χάριν ταύτην.

Τοιαύτη η περί της πολυτίμου ταύτης εικόνος έκθεσις, γεγραμμένη μεθ’ όλης της ευεξηγήτου περί του οικογενειακού κειμηλίου θέρμης και συμπλεκομένη προς άγνωστα μέχρι τούδ’ εξ οικογενειακών αναμνήσεων επεισόδια της εις το έργον του Ρήγα συμμετοχής του Ιωάννου Παπαστεφάνου, δεόμενα πάντως κρι-τικωτέρας επιστάσεως.»

Τούτη η προσωπογραφία του Ρήγα είναι δημοσιευμένη με τα εξής στοιχεία: «Αυγ. Πικαρέλλη [1797-1864], Ρήγας Βελεστινλής, αντίγραφο ελαιογραφίας σε ξύλο που ανήκε στην οικογένεια Ι.Γ. Παπαστεφάνου από την Πάτρα. Η πρωτότυπη εικόνα, που έφερε την ένδειξη Τεργέστη 13 8βρίου 1794, περιήλθε στην κατοχή του Συρρακιώτη Ι.Παπαστεφάνου, ο οποίος ήταν έμπορος στη Βλαχία και γνωστός του Ρήγα. Η προσωπογραφία αυτή παρουσιάστηκε το 1884 στην Έκθεση Κειμηλίων του Ιερού Αγώνος στον Παρνασσόν. Το 1897, “πιστόν αντίγραφον” του έργου φιλοτέχνησε ο Αυγ. Πικαρέλλης, για το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Σήμερα η αυθετική προσωπογραφία του Ρήγα, της οικογένειας Παπαστεφάνου, αγνώστου ζωγράφου λανθάνει. Ελαιογραφία σε τσίγκο ο,29x0,24 μ. Αρ. κατ. 1674.» – Μόνο που η εικόνα δεν περιήλθε στην κατοχή, καθότι σίγουρα του την χάρισε ο Ρήγας, καθότι ο Παπαστεφάνου δεν ήταν απλά γνωστός του Ρήγα, αλλά φίλος και συνεργάτης. Να μη στρεβλώνουν τα της επιστολής (πιο πάνω), οι «λεζαντιστές» της εθνικοφροσύνης. – όσο για το αν ο Ρήγας πήγε το 1794 στην Τεργέστη, είναι βέβαιο ότι πήγε και επιβεβαιώνεται από τον Διονύσιο Ρώμα. (Αναλυτικά στη δίτομη μελέτη μας, για τον Ρήγα, που εκδόθηε προσφάτως).

Άρα, γίνεται εύκολα αντιληπτό, ότι δεν στέκει και ο ισχυρισμός που διατυπώνεται από κάποιους τελευταία: «…για την χαμένη πλέον αγνώστου ζωγράφου θεωρούμενη αυθεντική προσωπογραφία του Ρήγα της οικογένειας Ι. Γ. Παπαστεφάνου της Πάτρας, η οποία εκτέθηκε στην “Έκθεση Κειμηλίων του Ιερού Αγώνος” του 1884. Μάλιστα τονίζονταν ότι ανέγραφε “Τεργέστη 13 8βρίου 1794” και ότι ήταν στην κατοχή του Συρρακιώτη Ι. Παπαστεφάνου, εμπόρου στη Βλαχία και γνωστού του Ρήγα. Ωστόσο, “πιστόν αντίγραφον” είχε φιλοτεχνήσει το 1897 για το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο ο Αύγουστος Πικαρέλλης, το οποίο αποτελεί ουσιαστικά αντιγραφή της προσωπογραφίας του 1824.»- Το εικαστικό υλικό που κατατίθεται εδώ και οι αποσιωπημένες πληροφορίες του Σπ. Π. Λάμπρου, κονιορτοποιούν τους έωλους ισχυρισμούς.

Στην προσφάτως εκδοθείσα μελέτη μου για τον Ρήγα περιέχονται περισσότερα από 50 προσωπογραφίες του Ρήγα, και για χάρη των πολλών αναγνωστών (και για όσους η Ιστορία δεν είναι οδαλίσκη αλλά πολύ σοβαρή επιστήμη), καταθέτω τις περισσότερες, για κάθε χρήση τους, για να μην έχουν άλλο περιθώριο οι ψευδολόγοι να … σερβίρουν τα αναληθή για … αλήθειες! Εικόνες, χωρίς άλλες πληροφορίες:

Πήτερ φον Χες (1792-1871): Ρήγας Φεραίος, «ο Ρήγας εξηγεί τον προς την ελευθερίαν των Ελλήνων έρωτα».

Εικόνες-προσωπογραφίες του Ρήγα. – Η δεξιά κάτω, είναι η αυθεντική!…

Ο ΡΗΓΑΣ (1762/3-1798), λοιπόν, «Είχεν ανάστημα μεσαίον, λαιμαυχένα παχύν, πρόσωπον ερυθρολευκόχρουν και στρογγύλον, στόμα μεσαίον, μύστακα ξανθόν, ρίνα πλατείαν μάλλον, οφθαλμούς γλαυκούς, οφρύς δασείας, μέτωπον πλατύ, κροτάφους ογκώδεις, ώτα πλατέα, κόμην υπομέλαιναν, ήτο καθόλου μεγαλοστρογγυλοκέφαλος και εύρωστος. – Τα δε ψυχικά του προτερήματα ήσαν τα εξής· χαρίεις, νοημονέστατος, ζωηρός εκ φύσεως, ετοιμόλογος, φιλόπονος, ολιγαρκής, συμπαθής· φέρων δε την πειθώ εις τα χείλη είλκυε πάντας εις τας συμβουλάς του, δεν εσέβετο την καταγωγήν, αλλά την διαγωγήν του Έλληνος, ήλεγχε μάλιστα πολλάκις τους επί λαμπρά οικογενεία, ή πόλει σεμνυνομένους, κακοήθεις δε όντας.» – Δεν ήταν… μαυροτσούκαλο, όπως τον θέλουν οι σύγχρονοι «ρηγολόγοι»!…

1 Μαρία Δ. Καγιαδάκη (Διδάκτωρ της Ιστορίας της Τέχνης), Οι ζωγράφοι Γε-ώργιος και Φίλιππος Μαργαρίτης. Τα πρώτα καλλιτεχνικά εργαστήρια στην Αθήνα του 19ου αιώνα. (Διδακτορική Διατριβή). Α.Π.Θ.–Φιλοσοφική Σχολή. Τμή-μα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Ιστορίας της Τέχνης, Θεσσαλονίκη 2008.

_____________________________________

 Γιώργης Έξαρχος γεννήθηκε στο Kαλοχώρι Λάρισας το 1952. Eίναι απόφοιτος του εξατάξιου Γυμνασίου Συκουρίου (1970), πτυχιούχος του Oικονομικού Tμήματος της AΣOEE (1975), διδάκτορας οικονομικών επιστημών της Academia de Studii Economice (ASE) Βουκουρεστίου (1980), συνταξιούχος καθηγητής Α.Ε.Ι. (του νυν Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδος, 2013).

Ασχολείται με τη λογοτεχνία και τη δημιουργική γραφή από τα εφηβικά του χρόνια. Το πρώτο του βιβλίο κυκλοφόρησε το 1985 και έχει εκδώσει μέχρι σήμερα πάνω από εξήντα πέντε βιβλία (ποίηση, παραμύθια, παιδική λογοτεχνία, λαογραφία, εθνολογικές και ιστορικές μελέτες, ανθρωπολογικές έρευνες, οικονομικές πραγματείες, μεταφράσεις κ.ά.).

Συνεργάστηκε με τα περιοδικά: Αγωνιστής, Ντέφι, Ρίγα, Tαξιδιώτες, Σχεδία, Ρομάντσο, Ιχνευτής, Διαβάζω, Στιγμές, Σχολιαστής, Φωτογράφος, Έψιλον, Λαϊκό Τραγούδι, Έρευνα, Οικονομική Επιθεώρηση, Τουριστικά Θέματα, Επτά Ημέρες κ.ά., επίσης με το Β΄, Γ΄ και Δ΄ Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας της ΕΡΤ ΑΕ (1986-1991) ως παραγωγός εθνολογικών, οικολογικών, μουσικών και πολιτιστικών εκπομπών, καθώς και με τις αθηναϊκές εφημερίδες: Εξόρμηση, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Ελευθεροτυπία, Πρώτη, Καθημερινή, Αυγή, Ναυτεμπορική, Mακεδονία της Θεσσαλονίκης, Πανευβοϊκόν Βήμα Χαλκίδας, Ελευθερία Λάρισας, Ελευθερία Σερρών κ.ά., ως εξωτερικός συνεργάτης. Υπήρξε επιστημονικός υπεύθυνος και σεναριογράφος του ντοκιμαντέρ Ντούκα ’ν Κάλι – Καθ’ Oδόν (1987), παραγωγής του Yπουργείου Πολιτισμού, και σε κείμενό του βασίστηκε το ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ για τη ζωή του λαϊκού κλαριντζή Βάιου Μαλλιάρα (1989). Το βιβλίο του Αδελφοί Μανάκια (Γαβριηλίδης 1991) αποτέλεσε το έναυσμα για τη διαμόρφωση του σεναρίου της βραβευμένης στο Φεστιβάλ Kαννών ταινίας Tο βλέμμα του Oδυσσέα, του σκηνο-θέτη Θεόδωρου Aγγελόπουλου.

Έλαβε μέρος ως εισηγητής ή σύνεδρος σε πολλά επιστημονικά διεθνή και εθνικά συνέδρια εντός και εκτός Ελλάδας και υπήρξε μέλος επιστημονικών επιτροπών «ανωνύμων κριτών» επιστημονικών περιοδικών.

Διετέλεσε σύμβουλος ή συνεργάτης ή επιστημονικό προσωπικό της πολιτικής ηγεσίας των Yπουργείων: YBET (1982), YXOΠ (1982-1984), Bιομηχανίας (1986-1987), Γεωργίας (1995-2000) και YΠEXΩΔE (2000-2003). Δίδαξε ως έκτακτος καθηγητής οικονομικών μαθημάτων στο TEI Xαλκίδας (1991-1994), ως επιστημονικός συνεργάτης στο Α-ΤΕΙ Κρήτης (2003-2006) και ως τακτικός επίκουρος καθηγητής στο AEI Σερρών (11/2006-11/2013).

Τουρκιστί κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του: Yorgis Eksarhos, S.E.L.A.N.A., Şimdiki Mücadelemiz Bütün Bunlar İçindir, Istos Yayin, Istanbul, 2013.

Σε μετάφραση και στίχους τραγουδιών του και σε σκηνοθεσία Ανδρομάχης Μοντζολή, τον χειμώνα του 2015-2016, στο Θέατρο «Τζένη Καρέζη» (Αθήνα) παίχτηκε ο Πλούτος του Αριστοφάνη: Μουσικοθεατρική παράσταση για όλη την οικογένεια. Μουσική και τραγούδια: Δημήτρης Παπαδημητρίου. Στις 24 Σεπτεμβρίου 2018 παίχτηκε στο Ηρώδειο – Αθήνα, το «Έρωτες και Θρήνοι Γυναικών», από τις τραγωδίες του Ευριπίδη, σε μετάφρασή του και σε σκηνοθεσία Πάνου Αγγελόπουλου, με σπουδαίες ελληνίδες ηθοποιούς – ερμηνεύτριες και μουσική Δημήτρη Παπαδημητρίου.

Από το 2008 κατοικοεδρεύει και ζει στη Θεσσαλονίκη.

Ηλεκτρονική διεύθυνση: [email protected]

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή