Θεοφράστου Χαρακτήρες… (13)

Θεόφραστος (Τύρταμος ή Εύφραστος) ο Ερέσιος (372-287 π.Χ.)

by ΓΙΩΡΓΗΣ ΕΞΑΡΧΟΣ

13. [Περιεργίας[1]] Ψευτοπροθυμία – Ψευτοπρόθυμος

Λόγια και έργα ψεύτικα – η ψευτοπροθυμία,
για άλλους –τάχα– που ποτέ δεν δίνουν σημασία.
Είναι ο ψευτοπρόθυμος άνθρωπος που θα τάξει
πράγματα, που ’ν’ αδύνατο να κάνει και να πράξει.
Για πράγματα ολοφάνερα κάνει ότι διστάζει
να δείξει ότι πείθεται, κι ότι ανασκευάζει
τα όσα πριν δεχότανε χωρίς καν λόγο άλλο,
και ότι τώρα υποχωρεί στην άποψη των άλλων.
Στα δείπνα και στα γεύματα τον δούλο του προστάζει,
τους καλεσμένους του κρασί να τους πολυκεράσει.
Όταν κάποιοι τσακώνονται πάει και τους χωρίζει,
μπαίνει σ’ αυτούς ανάμεσα κι όταν δεν τους γνωρίζει!
Σε μονοπάτι οδηγός πάει να καθοδηγήσει,
φαίνεται εκεί να χάνεται, δίχως να βρει μια λύση.
Εάν βρεθεί σε πόλεμο, στον στρατηγό πηγαίνει,
και τον ρωτάει άνετα, στη μάχη πότε μπαίνει,
και τι θα γίνει αύριο, τι διαταγές θα βγάλει[2].
Πηγαίνει στον πατέρα του –χωρίς πρόφαση άλλη–,
του λέει ότι η μάνα του είναι μέσα στο δώμα,
φαρδιά – πλατιά στην κλίνη της κι ότι κοιμάται ακόμα[3].
Αν ο γιατρός σε άρρωστο τον οίνο απαγορεύει
όταν είναι εμπύρετος, αυτός πάει και προσφέρει
σκέτο κρασάκι, ανέρωτο, του λέει να δοκιμάσει,
κι ίσως του πέσει ο πυρετός[4], και τον καθησυχάζει.
Εάν γυναίκα κανενός αφήσει την πνοή της,
φροντίζει στην ταφόπλακα[5] να λέει η επιγραφή της
με το δικό της τ’ όνομα μαζί και του αντρός της,
της μάνας, του πατέρα της, και ότι η λαμπρό της
-*[ήτοι η χρηστοήθεια]*- αυτών προτεραιότης[6].
Αν είναι για να ορκιστεί, σε όλους θα δηλώσει:
«Πολλές φορές πρωτύτερα, εγώ ’χω όρκους δώσει.»

Απόδοση, μετάφραση, ερμηνεία: ΓΙΩΡΓΗΣ ΕΞΑΡΧΟΣ


[1] «Ἡ λέξις περίεργος δὲν ἔχει ἐδῶ τὴν σημερινὴν σημασίαν. Κατὰ τὴν ἐτιυμολογίαν της δηλοῖ ἄνθρωπον πολὺ προσεκτικὸν εἴς τινα ἐργασίαν· περίεργος ἑπομένως εἶναι ὁ ἔχων ζῆλον περί τι, ὁ δὲ ζῆλός του αὐτὸς συνοδεύεται καὶ μὲ εὔνοιαν προσποιητὴν πρὸς τὸ ἀντικείμενον. Περιεργία λοιπὸν εἶναι ἐπίδειξις λόγων καὶ πράξεων μὲ προσποιητὴν εὔνοιαν» (Σημ. Ε. Δαυΐδ, 1940).

[2] «Ὁ περίεργος ὡς στρατιώτης ἢ ἀξιωματικὸς ζητεῖ νά μάθῃ ἀπὸ τὸν στρατηγὸν τὸ παράγγελγα τῆς μεθαύριον, δηλ. τὸ σύνθημα μὲ τὸ ὁποῖον ἀναγνωρίζονται οἱ στρατιῶται κατὰ τὴν μάχην. Τοιαῦτα συνθήματα εἶναι γνωστὰ ἀπὸ ἀρχαίους συγγραφεῖς π.χ. Ζεὺς σωτήρ, Ἡρακλῆς ἡγεμὼν, Ζεὺς σωτὴρ καὶ ἡγεμὼν κ.ἄ.» (Σημ. Ε. Δαυΐδ, 1940).

[3] «Εἰς τὴν περίπτωσιν αὐτὴν ὁ περίεργος ἕνεκα τοῦ ζήλου του ἐμφανί-ζεται, ὡς λέγει ὁ Casaubon, ὡς οἰονεὶ προαγωγὸς τῆς μητέρας του.» (Σημ. Ε. Δαυΐδ, 1940).

[4] «Ο Ζάλευκος, νομοθέτης των Λοκρών, είχε θεσπίσει νομο που τιμωρούσε με θάνατο όποιον θά υπερηφανευόταν πως όταν ήταν άρ­ρωστος ήπιε κρασί ανέρωτο, παραβαίνοντας τη συμβουλή του γιατρού.» (Σημ. Μ. Σιγούρου, 1939).

[5] «Η ειρωνεία αυτή ταιριάζει και σήμερα για τα πολυτελή μαυ­σωλεία που βλέπουμε στημένα επάνω στούς τάφους κοινών νεκρών. Ο Θεόφραστος ηθέλησε σεμνή και αστόλιστη την τελευταία του κα­τοικία, για τούτο, καθώς αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος, ώρισε στη διαθήκη του “μηδέν περίεργον περί την ταφήν μήτε περί το μνημείον ποιούντας”.» (Σημ. Μ. Σιγούρου, 1939).

[6] «Εἰς τοὺς ἀρχαίους Ἀττικοὺς τάφους τό ὄνομα ἀποθανούσης ἐγγάμου γυναικὸς συνοδεύεται μόνον μὲ τὸ ὄνομα τοῦ συζύγου καὶ τοῦ δήμου· τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς ἀναφέρεται μόνον ὅταν πρόκειται περὶ ἀγάμου, ὁ δὲ τόπος τῆς γεννήσεως, ὅταν ἡ ἀποθανοῦσα ἦτο μέτοικος. Ὁ περίεργος ὅμως δὲν ἠρκέοθη μόνον νὰ γράγῃ τὰ ὀνόματα τοῦ ἀνδρός, τοῦ πατρός, τῆς μητρός, ἐπὶ τῆς ἐπιτυμβίου στήλης, ἀλλ’ ἐπρόσθεσε καὶ ὅτι ὅλοι ἦσαν χρηστοί, ὥστε ἔθαψε μαζί μὲ τὴν νεκρὰν καὶ τοὺς ἐπιζῶντας.» (Σημ. Ε. Δαυΐδ, 1940).

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com