Σε τουλάχιστον πέντε ανέρχονται οι άνθρωποι οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους και περίπου 1.000 σπίτια καταστράφηκαν από τον ισχυρό σεισμό των 6,9 βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε στο βόρειο τμήμα της Παπούας Νέας Γουινέας χθες Κυριακή, 24/3.

Όπως δήλωσε ο Κρίστοφερε Ταμάρι, επικεφαλής της αστυνομίας της επαρχίας Ανατολική Σεπίκ ο απολογισμός των νεκρών ενδέχεται να είναι «πιο αυξημένος».

Ο κυβερνήτης της επαρχίας Άλαν Μπερντ έκανε λόγο για «περίπου 1.000 σπίτια που χάθηκαν», ενώ πρόσθεσε ότι οι υπηρεσίες διάσωσης ακόμη «μετρούν τις επιπτώσεις» των σεισμών που «προκάλεσαν ζημιές» σχεδόν σε όλη την επαρχία.

Δεκάδες χωριά που βρίσκονται στις όχθες του ποταμού Σεπίκ είχαν πληγεί από σοβαρές πλημμύρες προτού σημειωθεί ο σεισμός νωρίς χθες το πρωί.

Φωτογραφίες που ελήφθησαν μετά τον σεισμό δείχνουν ξύλινα σπίτια να υποχωρούν κάτω από τη λάσπη, η οποία έχει φτάσει περίπου στο μισό μέτρο.

Οι σεισμοί είναι συχνοί στην Παπούα Νέα Γουινέα, η οποία βρίσκεται στην κορυφή του σεισμικού «δακτυλίου της φωτιάς», ένα τόξο μεγάλης τεκτονικής δραστηριότητας που εκτείνεται σε όλη τη νοτιοανατολική Ασία και στη λεκάνη του Ειρηνικού Ωκεανού.

Παρότι σπανίως προκαλούν σημαντικές ζημιές στα αραιοκατοικημένα οροπέδια της ζούγκλας, οι σεισμοί μπορεί να προκαλέσουν καταστροφικές κατολισθήσεις.

Η πλειονότητα των εννέα εκατομμυρίων κατοίκων της νησιωτικής χώρας ζει εκτός των μεγάλων πόλεων, όπου η μορφολογία του εδάφους και η έλλειψη ασφαλτοστρωμένων δρόμων μπορεί να δυσχεραίνουν σε μεγάλο βαθμό τις προσπάθειες έρευνας και διάσωσης.