- Γράφει ο Νίκος Τσούλιας
Τα βιβλία του Ντοστογιέφσκι είναι βαθιά ανθρωπιστικά. Είναι ψυχογραφήματα – μελέτες στις συμπεριφορές και στους χαρακτήρες των ανθρώπων. Ο κλασικός Ρώσος συγγραφέας καταφέρνει με έναν μοναδικό τρόπο να εκφράζει τη λογική και τα συμφέροντα των διαφορετικών ηρώων του, που συγκρούονται μεταξύ τους.
Δημιουργεί μια πλοκή, που δεν ανεβάζει μόνο το επίπεδο του διαλόγου αλλά και που δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να πολλαπλασιάσει τις οπτικές γωνίες με τις οποίες προσεγγίζει τα ζητήματα της ζωής. Στους «Ταπεινούς και καταφρονεμένους» θα δούμε μία βαθιά ανθρώπινη ιστορία. Θα δούμε τη σύγκρουση μεταξύ των ευγενών και πλούσιων και των ταπεινών ανθρώπων με φόντο τον έρωτα και τα οικονομικά συμφέροντα. Οι συγκρούσεις των χαρακτήρων δεν έχει μόνο ταξικά χαρακτηριστικά. Αφορούν και τον στενό οικογενειακό κύκλο – τη σχέση γονέων και παιδιών.
Ο Ντοστογιέφσκι είναι πιστός στα θρησκευτικά του συναισθήματα, στη μεταφυσική, στον χριστιανισμό. Αλλά βάζει την πίστη να δοκιμάζεται μέσα στις κοινωνίες, που δεν υπηρετούν τις ουμανιστικές αρετές. Θεωρεί πως μόνο οι ταπεινοί άνθρωποι μπορούν να βρουν τα φωτεινά μονοπάτια της ζωής μέσα από τη δυστυχία, μέσα από τον πόνο! Και αυτό συνιστά μία ρηξικέλευθη αντίληψη για το Δυτικό κόσμο. «Ο πόνος εξαγνίζει τα πάντα».
Άραγε η δοκιμασία των κατατρεγμένων της ζωής με τις εξορίες τις φυλακές και τις κακουχίες, που δημιουργούν τον καμβά των μυθιστορημάτων του και που αντανακλούν το κυρίαρχο κοινωνικό μοτίβο, δίνει τη δυνατότητα για να αναδυθεί η βαθύτερη ουσία των ανθρώπων;
Ο ίδιος ως συγγραφέας και ως ένας από τους ήρωες του μυθιστορήματός του, μας δίνει το περίγραμμα της λογοτεχνικής του αφήγησης. «Τούτη ήταν μία αξιοθρήνητη ιστορία, μία από εκείνες τις σκοτεινές και θλιβερές ιστορίες, που κάτω από τον γκρίζο ουρανό της Πετρούπολης, ξετυλίγονται συχνά αδιόρατα και μυστικά μισοσκότεινες και απόκρυφες γωνιές της μεγάλης πόλης μέσα στον ασταμάτητο αναβρασμό της ζωής της, στον απεριόριστο εγωισμό, στα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, στην κόλαση μιας αφύσικης και εξωπραγματικής ζωής».
Η Νατάσα, η ηρωίδα, ερωτεύεται τον γιο ενός Πρίγκιπα, ο Βάνια ερωτεύεται τη Νατάσα. Όχι δεν πρόκειται για ερωτικό τρίγωνο με τη σημερινή εκδοχή. Η Νατάσα θυσιάζει τον έρωτά της για να ζήσει την ευτυχία του το είδωλο της και ο Βάνια θυσιάζει τον έρωτά του για να ταιριάξει στην επιθυμία της Νατάσας.
Και από κοντά το δράμα των γονιών της Νατάσας, που ενώ διατρέχονται από μία ηθική αντίληψη για τη ζωή, ο πρίγκιπας καταφέρνει μέσα από τις δικαστικές δικολαβίες και τα τερτίπια του να τους εξωθήσει στα άκρα. Θα βρούμε κι άλλα πρόσωπα σε αυτή την ιστορία, πρόσωπα του περιθωρίου σε συνθήκες εξαθλίωσης, που παλεύουν να επιβιώσουν χωρίς να νοιάζονται για τίποτα άλλο. Δεν τους ενδιαφέρουν τα χρήματα. Η δική τους ευτυχία και οι όποιες ανθρώπινες σχέσεις βρίσκονται μόνο στον αγώνα για επιβίωση. Είναι μια εποχή, που κυριαρχεί το χρήμα και η εξουσία, η διαφθορά και η παρακμή, η φτώχεια και η απόγνωση. Η περιγραφή του βιβλίου είναι ενδεικτική.
«Αν μπορούσε να γίνει (πράγμα άλλωστε που από την ανθρώπινη φύση δεν μπορεί να γίνει ποτέ), αν μπορούσε λοιπόν να γίνει, ώστε καθένας από εμάς να αποκαλύψει όλες τις απόκρυφες σκέψεις του, αλλά έτσι ώστε να μη φοβηθεί να περιγράψει όχι μόνο αυτό που φοβάται να πει, και δεν θα το πει με κανένα τρόπο σε ανθρώπους, όχι μόνο αυτό που φοβάται να του πει στους καλύτερους φίλους του, αλλά ακόμα και εκείνο που φοβάται ορισμένες φορές να ομολογήσει στον εαυτό του, θα υψωνόταν στον κόσμο τότε μια τέτοια δυσωδία που όλοι μας θα ψοφούσαμε.
Να γιατί είναι τόσο ωραίες, εν παρενθέσει, οι κοσμικότητες μας και ο καθωσπρεπισμός μας. Όλα αυτά έχουν ένα βαθύ νόημα, δεν θα ‘λεγα ηθικό, αλλά προστατευτικό, προσαρμοστικό, πράγμα που είναι φυσικά πιο καλό, γιατί ηθικότητα στην ουσία είναι η ίδια η προσαρμογή, δηλαδή εφευρέθηκε μόνο και μόνο για να βολευτούν τα πράγματα».
Η εχθρότητα και το μίσος φωλιάζει εκεί που φώτιζε η αγάπη. Μα μέσα από αυτή την αντινομία αναδεικνύεται το μεγαλείο της συγχώρεσης και είναι τότε που η αγάπη γίνεται ακόμα πιο δυνατή. Γιατί μόνο η αγάπη μπορεί να σώσει τον άνθρωπο. Στην κρίσιμη συνάντηση του πατέρα με την παραστρατημένη (αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο από μια επιλογή αγάπης που δεν είχε ευόδωση) Νατάσα, ο πατέρας της καταθέτει την ψυχή του:
«Τι κι αν είμαστε ταπεινωμένοι, τι κι αν είμαστε καταφρονεμένοι. Είμαστε και πάλι μαζί. Τι κι αν θριαμβεύουν τώρα αυτοί οι εγωιστές, οι αλαζόνες που μας ταπείνωσαν και μας καταφρόνεσαν. Τι αν μας λιθοβολούν. Εμείς δεν φοβόμαστε. Μη φοβάσαι, Νατάσα… Θα προχωρήσουμε χέρι – χέρι και εγώ θα τους πω: αυτή είναι η ακριβή μου που εξευτελίζεται και ταπεινώσατε, μα που αγαπώ και που ευλογώ στους αιώνας των αιώνων».