9. [Αναισχυντίας] Αναισχυντία – Αναίσχυντος / Αδιάντροπος Αν κάπου την υπόληψη για την αισχροκερδία[1], περιφρονείς κατάφατσα, αυτό ’ναι αναισχυντία. Πάντοτε ο αναίσχυντος …
Tag:
Αναίσχυντος
-
-
6. [Απονοίας[1]] Ξεδιαντροπιά – Ξεδιάντροπος / Αναίσχυντος Ξεδιαντροπιά πάει να πει αισχρά έργα και λόγια, αφού ο ξεδιάντροπος τολμά σαν τα λαμόγια[2], …