Αγαπητοί προφεσόροι, οι Τούρκοι μας χρωστάνε

Και προφανώς με τους Τούρκους δεν έχουμε τίποτε να μοιράσουμε. Το Αιγαίο είναι τρεις χιλιάδες χρόνια ελληνικό, όσα και η Κύπρος.  Αντίθετα, εκείνοι είναι που πρέπει να προβούν σε «υποχωρήσεις», δηλαδή να ξεκουμπιστούν από την  Κύπρο.

by Times Newsroom

Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.

Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.
Κι είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κι οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.

Κ. Καβάφης, «Ας φρόντιζαν»

  • του Γιώργου Καραμπελιά από το ardin-rixi.gr

Ο ελληνικός λαός, στις εκλογές του 2019 και πολύ περισσότερο σε εκείνες του 2023, επισφράγισε την αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ, ως ιδεολογικού και πολιτικού πυρήνα του εθνομηδενισμού. Κόμμα που είχε συσπειρώσει το μεγαλύτερο μέρος του μηδενιστικού apparat της ύστερης μεταπολίτευσης, από τον Αντώνη Λιάκο και τη Μαρία Ρεπούση, έως τον Δημήτρη Χριστόπουλο και τον  Κωνσταντίνο Τσουκαλά: από τον καθηγητή Σημίτη και τον ΓΑΠ, μετακόμισαν ή, στην καλύτερη περίπτωση, «γοητεύτηκαν», από τον ΣΥΡΙΖΑ – και παρεμπιπτόντως την εξουσία.

Ο «χώρος», όμως, κατά την πρώτη μνημονιακή περίοδο μέχρι το δημοψήφισμα του 2015, είχε διασπαστεί, καθώς η κυβέρνησή ΣΥΡΙΖΑ περιλάμβανε και μια ισχυρή «λαϊκιστική» και/ή ρωσική και αντιευρωπαϊκή συνιστώσα, από τον Βαρουφάκη και τον Λαφαζάνη μέχρι τον Πάνο Καμμένο και τους ΑΝΕΛ.

Έτσι, μέρος  του σημιτικού χώρου  θα εγκαταλείψει και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βανιζέλου, που συνεργαζόταν με τον «εθνικιστή» και «αντιμνημονιακό» Σαμαρά, και θα στραφεί προς τη ΔΗΜΑΡ και το μνημονιακό, και εξίσου μηδενιστικό με τον ΣΥΡΙΖΑ, Ποτάμι.

Και μόνο μετά το δημοψήφισμα του 2015 και την εκπαραθύρωση των Βαρουφάκη, Λαφαζάνη, θα αρχίσουν και πάλι αρκετοί να επανακάμπτουν στον ΣΥΡΙΖΑ ενώ, με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, οι Χριστόπουλος, Τσιτσελίκης, Μητσός, Ηρακλείδης, Κοππά και σύσσωμο το ΕΛΙΑΜΕΠ θα αναφωνήσουν αφερίμ.

Κάποιοι, μετά το ναυάγιο Μεϊμαράκη, θα πλησιάσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ως τον εκσυγχρονιστή πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας· παρότι θα τους απογοητεύσει, τουλάχιστον εν μέρει, με την αντίθεσή του στη σύναψη της συμφωνίας των Πρεσπών και κυρίως, μετά το 2019, με την «εθνικιστική» του πολιτική στον Έβρο και στο Ανατολικό Αιγαίο, ή με την «επιθετική» του ομιλία στο αμερικανικό Κογκρέσο, το 2022.

Αρκετοί θα παραμένουν, έτσι χολωμένοι, γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ, ή σε «κύκλους» ανάλογους με εκείνους του Ευάγγελου Βενιζέλου, περιμένοντας την ευκαιρία να ανακάμψουν. Άλλωστε, το ΒΗΜΑ, τα ΝΕΑ και ιστοσελίδες όπως το in.gr, τηρώντας τη σημιτική παράδοση του «Συγκροτήματος», και λιγότερο η «Καθημερινή», θα τους παρηγορούν, αποζημιώνοντάς τους με τη συστηματική  φιλοξενία των «αναλύσεών» τους –παρότι σχεδόν κανείς δεν τις διάβαζε–, κρατώντας τους εν εγρηγόρσει  για ώρα ανάγκης.

Άρκεσαν έτσι οι σεισμοί στην Τουρκία, η ύφεση στα ελληνοτουρκικά και προπαντός οι δύο λεξούλες του Κυριάκου Μητσοτάκη περί υποχωρήσεων, στην περιβόητη πλέον συνέντευξη στον Σκάι, στις 13 Ιουλίου, για να νιώσουν και πάλι να φουντώνει ο υπνώττων πόθος τους για ελληνοτουρκική φιλία, ακόμα και για… ζεϊμπέκικα, παρότι οπαδοί των σύγχρονων χορών. Ιδιαίτερα, δε, μετά τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ και τα ισχνά εκλογικά τρόπαια του ΠΑΣΟΚ, παρατηρείται μια διαδικασία ταχύτατης εγκατάλειψης του πρώτου και προσέγγισης προς το νέο γκουβέρνο· άλλωστε, δεν διαφαίνεται στον άμεσο ορίζοντα η πιθανότητα κάποιου εναλλακτικού κυβερνητικού πόλου.

Επανέρχονται λοιπόν πλησίστιοι, καθιερώνοντας σε ιδεολογικό και οργανωτικό πόλο το ΕΛΙΑΜΕΠ, που σταδιακώς απορροφά μεγάλο μέρος του «χώρου» – ως οιονεί ιδεολογικό κόμμα. Ενδεικτικά, σε πρόσφατη ανάλυσή τους, στα πλαίσια των εκδόσεων του ΕΛΙΑΜΕΠ, οι Ηρακλείδης, Τσιτσελίκης, Τσίκας και Στεργίου υποστηρίζουν:

«Η επικρατούσα στάση και στις δύο πλευρές του Αιγαίου είναι ότι η «δική μας πλευρά» είναι σωστή, δίκαιη και συμμορφούμενη με το διεθνές δίκαιο και η άλλη είναι αδιάλλακτη και επιθετική. Αυτή η γραμμή έχει οδηγήσει σε απόλυτο αδιέξοδο. Η «εθνική ορθότητα» επιβάλλει προκαθορισμένες απόψεις που απορρίπτουν και δαιμονοποιούν κάθε εναλλακτική άποψη. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η φαινομενική επίκληση «εθνικών δικαιωμάτων» από την πλευρά των αυτοαποκαλούμενων υπερασπιστών της «εθνικής αλήθειας» μόνο αρνητικές συνέπειες μπορεί να έχει»[1].

Άραγε, οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Σκάι,, στις 13/07/2023, μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους, παίρνουν σοβαρά υπόψιν τις απόψεις του κ Τσιτσελίκη, του ΚΕΜΟ, ή αποτελούν «απλώς» στάχτη στα μάτια των υπερατλαντικών και των Τευτόνων «συμμάχων» μας, όπως ισχυρίζονται κάποιοι άπιστοι Θωμάδες;

Στην ίδια κατεύθυνση, ο γνωστός δημοσιογράφος Μιχάλης  Μητσός επιμελήθηκε στα ΝΕΑ του Σαββατοκύριακου (22/23 Ιουλίου) φάκελο για τα ελληνοτουρκικά, υπό τον εύγλωττο τίτλο  «ποιες και πόσες “υποχωρήσεις”» (sic). Στον φάκελο   παρουσιάζονται οι συμβολές του Π.Κ. Ιωακειμίδη, του Γαβριήλ Σακελλαρίδη, του στελέχους του ΕΛΙΑΜΕΠ, καθ., Παναγιώτη Τσάκωνα, της γενικής διευθύντριας του ΕΛΙΑΜΕΠ, καθ. Μαρίας Γαβουνέλη, του διαβόητου Ηρακλή Μήλα, του καθ. Χαράλαμπου Ταρδανίδη και τέλος της Μαριλένας Κοππά, πρώην ευρωβουλευτού του ΠΑΣΟΚ και νυν οπαδού της συγχώνευσης ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως πάντοτε, «αντικειμενικοί» οι οπαδοί των «συναινέσεων» και του «διαλόγου»!  Στους συγγραφείς του φακέλου δεν περιλαμβάνεται ούτε ένας από τους διεθνολόγους, έστω και από τους πιο μετριοπαθείς, που, με δεδομένη την τουρκική επεκτατικότητα, θεωρούν αυταπάτες τις όποιες υψηλές προσδοκίες για ελληνοτουρκική συνεννόηση. Αντίθετα, όλοι οι συνυπογράφοντες υπερθεματίζουν για την ανάγκη υποχωρήσεων εκ μέρους της Ελλάδας. Μάλιστα, ορισμένοι εξ αυτών επικρίνουν τις δηλώσεις του πρωθυπουργού! Όμως όχι όπως θα μπορούσαμε να φανταστούμε, επειδή διαφωνούν με την ουσία των όποιων υποχωρήσεων, αλλά αντίθετα διότι η εξαγγελία τους δυσχεραίνει την υλοποίηση τους.

Γράφει ο Παναγιώτης Τσάκωνας: «…ήταν άκαιρη και αχρείαστη η αναφορά του Πρωθυπουργού σε “υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις”  απευθυνόμενος σε μια κοινή γνώμη, μεγάλο μέρος της οποίας, και με τη βοήθεια ορισμένων “μονίμως  ανησυχούντων”, έχει μάθει να σκέπτεται με όρους αποκλειστικών δικαιωμάτων…». Υπερθεματίζοντας, ο Χαράλαμπος Ταρδανίδης («Χρειάζεται συναίνεση για τη διευθέτηση;»), σημειώνει πως όλα πρέπει να γίνουν μακριά από το φως της  δημοσιότητας και χωρίς την οποιαδήποτε συναίνεση, γιατί διαφορετικά θα στραβώσει το κλήμα. Ενώ και η Μαριλένα Κοππά, στην ίδια κατεύθυνση, υπογραμμίζει, πως «είναι απορίας άξιο γιατί ο Πρωθυπουργός βιάστηκε… ενώ γνωρίζει τις αντιδράσεις… Έτσι περισσότερο ως μήνυμα προς τους συμμάχους ακούγεται πάρα ως προετοιμασία της κοινής γνώμης».    Τέλος, ο ταχύτατα επανεισαχθείς, ως δια μαγείας, στο πολιτικό προσκήνιο, Γαβριήλ Σακελλαρίδης, αφού χαρακτηρίζει πολύ διστακτική την κυβέρνηση («Ισορροπία ανάμεσα στην συνέπεια και τον εθνολαϊκισμό»), καλεί ήδη την αξιωματική αντιπολίτευση να «αναμετρηθεί με τον πήχη της δημαγωγίας και του εθνολαϊκισμού και να επιδείξει υπευθυνότητα και συνέπεια με το κυβερνητικό της παρελθόν» (βλέπε Πρέσπες).

Κοινός τόπος για την εθνομηδενιστική πτέρυγα διανοουμένων, δημοσιογράφων και πολιτικών είναι πως θεωρούν την αντίσταση της Ελλάδας κατά την περίοδο 2019-2022 ως μια «κακή στιγμή» που υποχρέωσε και επέτρεψε στην Ελλάδα να αντισταθεί – καθώς η Ελλάδα είχε συμμάχους από τις ΗΠΑ και τον Μακρόν μέχρι την Αίγυπτο το Ισραήλ και τα Εμιράτα, ενώ ο Ερντογάν οδηγήθηκε σε ένα καθόλου «συναινετικό» κρεσέντο επιθετικότητας.

Και αποτέλεσε μια «κακή στιγμή»  διότι υποδαύλισε «αρνητικά» αντιστασιακά και «εθνολαϊκιστικά» αντανακλαστικά στους Έλληνες, που είχαν εκπαιδευτεί από τις ηγεσίες τους επί χρόνια στους τεμενάδες και τα σχέδια Ανάν –στη δεκαετία του 2000 γύρω από τον Σημίτη και τον ΓΑΠ, στη δεκαετία του 2010 γύρω από τον «αντιμνημονιακό» ΣΥΡΙΖΑ και το «μνημονιακό» Ποτάμι. Είναι καιρός λοιπόν να επιστρέψουν στο μαντρί ενός ενδοτικού «εκσυγχρονισμού».

Τα δε βασικά τους επιχειρήματα συναριθμούνται στο εξής ένα: «η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να παραμένει άκαμπτη στις θέσεις της και δεδομένου ότι η Τουρκία είναι ισχυρότερη θα πρέπει να προβούμε σε υποχωρήσεις για να βρούμε την ησυχία μας». Την ίδια «ανάλυση» πραγματοποιούν οι ίδιοι κύκλοι ήδη πριν από τη μεταπολίτευση. Και τα αποτελέσματα τα γνωρίζουμε: Η εισβολή στην Κύπρο, το γκριζάρισμα του Αιγαίου, η εγκατάλειψη κάθε αμυντικού και αγωνιστικού ήθους, τα Ίμια, το Σχέδιο Ανάν, η άρση του βέτο για την είσοδο της Τουρκίας στην ΕΕ –να βάλουμε τον λύκο στο μαντρί–, η εγκατάλειψη της Κύπρου που συνεχίζεται, η μεταναστευτική πλημμυρίδα το 2015.

Όμως οι Έλληνες δεν απέπεμψαν από την πολιτική εξουσία τον ΓΑΠ  αρχικώς και εν συνεχεία τον Σύριζα –εξαφανίζοντας και τα όποια «συναινετικά» γκρουπούσκουλα  της μνημονιακής περιόδου– για να τους ξαναδούν να επανέρχονται με νέο προσωπείο.

Γιατί γνωρίζουμε ότι, ακριβώς επειδή  είμαστε μικροί, πρέπει να είμαστε άτεγκτοι και ανυποχώρητοι, έχουμε εξαντλήσει προ πολλού τα οποιαδήποτε περιθώρια  υποχωρήσεων. Αντίθετα, αν  είμαστε πιο μεγάλοι, αν δεν διακινδυνεύαμε την ίδια την υπόστασή μας, πολύ πιο εύκολα θα μπορούσαμε να προβούμε ακόμα και σε συμβιβασμούς με οποιονδήποτε αντίπαλο.

Η υποχώρηση σήμερα, σε οποιοδήποτε σημείο, απέναντι στη νεο-οθωμανική Τουρκία θα επιταχύνει την κατάρρευση. Το λαϊκό αίσθημα δεν είναι εθνολαϊκισμός, όπως το συκοφαντούν όσοι δεν έχουν μάθει τίποτε από την ιστορία, αλλά αντίθετα συνιστά ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας.

Και προφανώς με τους Τούρκους δεν έχουμε τίποτε να μοιράσουμε. Το Αιγαίο είναι τρεις χιλιάδες χρόνια ελληνικό, όσα και η Κύπρος.  Αντίθετα, εκείνοι είναι που πρέπει να προβούν σε «υποχωρήσεις», δηλαδή να ξεκουμπιστούν από την  Κύπρο. Γι’ αυτό άλλωστε και όλους τους οπαδούς της «συνεννόησης», περισσότερο από όλα. τους διαολίζει η Κύπρος, γιατί υπενθυμίζει πως η σημερινή Τουρκία, και όχι εκείνη των Σουλτάνων ή του Κεμάλ, έχει εισβάλει στη μεγαλόνησο και την κατέχει. Εδώ, σήμερα.  Γι’ αυτό, όπως σωστά το είχε διακρίνει ο Διονύσης Σαββόπουλος, «είναι η Κύπρος που οι εμπόροι τη μισούνε».

Και μια και σε αυτό μου το κείμενο αρχίζω με ένα ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη, και επειδή κάποιους, από όσους σκιαγράφησα παραπάνω, τους γνωρίζω εδώ και πολλές δεκαετίες, λέω να θέσω ως επίλογο ένα ποίημα του Βολφ Μπίρμαν, που το μετέβαλε σε τραγούδι ο Θάνος Μικρούτσικος. Τότε, στη δεκαετία του 70, όταν κατά δεκάδες χιλιάδες διαδηλώναμε για την Κύπρο.

Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους,
τους Ευρωπαίους, τους προφεσόρους…
υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες,

 δούλοι παχιοί,
τους έχω βαρεθεί…

Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,…,

 Σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.

Βολφ Μπίρμαν/Θάνος Μικρούτσικος


[1] ELIAMEP | Policy Paper #139/2023, Andreas STERGIOU,Theodoros TSIKAS, Konstantinos TSITSELIKIS, Alexis HERACLIDES: «Towards a different approach to Greek-Turkish relations: the logic of mutual benefit with emphasis on the environmental dimension».

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com