Η πνευματική ισχύς εν τη ενώσει και η ευθύνη μας

Πρέπει επιτέλους να παύσουμε να θεωρούμε πως εμείς είμεθα το κέντρο του κόσμου, διότι δεν είμεθα επ’ ουδενί. Πρέπει να συστρατευθούμε όχι σε κλειστές ομηγύρεις και ιερατεία όπου θα θρέψουν αναιδώς τον οιονδήποτε εγωισμό μας, αλλά σε έναν ανένδοτο πνευματικό αγώνα, ενάντια στην φθορά και την διαφθορά της κοιμώμενης βαθιά ανθρώπινης φύσης και υπόστασης.

  • Γράφει ο Πάνος Χατζηγεωργιάδης

Τούτο το κείμενο, συντάσσεται έπειτα από καιρό και με το βάρος της ενσυναίσθησης του υποφαινόμενου για τα πρόσωπα και τα πράγματα αυτού του τόπου. Ουδείς παραβιάζει ανοιχτές θύρες όταν διαπιστώνει τον οφθαλμοφανέστατο πλέον παραγκωνισμό του πνεύματος, έναντι της ύλης. Ο καταναλωτισμός της εποχής μας, δρα (όταν τούτος ξεπερνά ως τάση τις εντελώς βιοτικές ανάγκες και μετεξελίσσεται σε μάστιγα και έμμονη ιδέα ατομική και κοινωνική), μόνον ως τροχοπέδη προς πνευματική ανάπτυξη του σύγχρονου ανθρώπου.

Η υπερβολική χρήση των νέων τεχνολογιών, η λάθος χρήση της μορφωτικής ατραπού η οποία οδηγεί στο χειρότερο είδος αμορφωσιάς, ως καθίσταται αναμφίβολα η αμορφωσιά των πτυχιούχων, άκρως εξειδικευμένων, οι οποίοι δεν δύνανται σε έστω και μία παραγωγική σκέψη, έξω από τις ειδικότητές των να προβούν, ο αδύνατον να καταστεί διαχειρίσιμος (άρα και επιβλαβής) τεράστιος όγκος των πληροφοριών (οι περισσότερες επουσιώδεις και κενού νοήματος), μα συνάμα και οι σύγχρονοι ρυθμοί της ζωής μας, αδυνατίζουν την πνευματική υπόσταση του ανθρώπου σε τέτοιο βαθμό, ώστε σχεδόν αυτό το ίδιο το πνεύμα και συνάμα η κριτική σκέψη, να καθίσταται υπό εξαφάνιση και να αποτελεί κτήμα μόνον συγκεκριμένων, περιορισμένων σε αριθμό  ανθρώπων. Βαδίζουμε εν ολίγοις (εάν δε έχουμε φτάσει ήδη εκεί) σε μία ελιτοποίηση πνευματική και έναν κόσμο (τους περισσότερους) εις το σκότος της βαθύτατης αμορφωσιάς ο οποίος δεν αισθάνεται (και τούτο είναι ακριβώς το επικίνδυνο σημείο) ουδεμία ανάγκη πνευματική κι ανάμεσα σε αυτά τα δύο ολοένα και περισσότερο διαχωρισμένα είδη της ανθρωπότητας, ένα τεράστιο και αγεφύρωτο κενό.

Πάντοτε ο υποφαινόμενος, πίστεψε στο πλάτεμα της γνώσης. Της γνώσης της ουσιαστικής, όπου οδηγεί την ανθρώπινη φύση προς ένα ανώτερο εγώ, το οποίον πάντοτε ο υποφαινόμενος επίστεψε  επίσης,  πως βρίσκεται λιγότερο ή περισσότερο εντός του κάθε ανθρώπου, κυρίως εν ύπνω και εκ των συνθηκών της ζωής, είτε αφυπνίζεται είτε παραμένει στην κατάσταση αυτή. Η αλλαγή των προτύπων μιας κοινωνίας, η οποία παρατηρείται εντονότατα ιδιαίτερα τις τελευταίες αυτές δεκαετίες, η μετεξέλιξη της ανθρώπινης υπόστασης ολοένα και πιο εμφατικώς σε καταναλωτικού όντος, το οποίον ζει, εργάζεται, αμείβεται και καταναλώνει, δίχως ποτέ να εννοήσει και πόσο μάλλον να απασχοληθεί με τα πνευματικά ζητήματα του δώρου της ζωής, είναι και το κλειδί της σημερινής μας κρίσης των αξιών, του πολιτισμού, της ενσυναίσθησης, της συναντίληψης που οι δυσκολίες της ζωής, κάποτε είχαν επιβάλει στον άνθρωπο.

Θα περίμενε δε κανείς, έπειτα από τόσα χρόνια αξιακής κρίσης η οποία κατέληξε και σε υλική τέτοια, οι άνθρωποι να αναπτύξουν περισσότερη αλληλεγγύη αναμεταξύ των, νέα κοινωνικά οράματα και γιατί όχι και εθνικά οράματα, τέλος πάντων οράματα ενωτικά, να γεννηθούν και ο κόσμος να συστρατευθεί, προκειμένου να αντιπαλέψει ό,τι συμβαίνει γύρω του, για το οποίον δυστυχώς ή ευτυχώς δεν είναι άμοιρος ευθυνών ούτε ο ίδιος.

Κι όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο άνθρωπος προσπαθώντας να επιβιώσει, καθίσταται λιγότερο αξιακά φορτισμένος, δεν ενδιαφέρεται για τον συνάνθρωπό του επί της ουσίας, η αλληλεγγύη πηγαίνει περίπατο και κρατιέται μοναχά δια τους τύπους και γενικώς συμβαίνει ο άνθρωπος να συρρικνώνεται μοναχά στο ατομικό του εγώ, το οποίο αποτελεί και τον μοναδικό λόγο ύπαρξης της ζωής του, τον μοναδικό σκοπό και αυτοσκοπό της έμβιας διαδρομής του από αυτόν τον κόσμο.

Θα έλεγε κανείς, παρατηρώντας την ανθρωπότητα από ψηλά, πως το ένστικτο της αυτοσυντηρήσεως επικρατεί παντού και πάντα όσο οι συνθήκες δυσκολεύουν. Τούτο το φαινόμενο, θα τολμούσε να πει κάποιος αντικειμενικός παρατηρητής της ανθρωπότητος, πως είναι μοναδικό στην ανθρώπινη γνωστή μας ιστορία και οφείλεται ως ανεφέρθη σε μεγάλο βαθμό στην εγκατάλειψη κάθε είδους ιδεώδους, την περιθωριοποίηση του πνευματικού κόσμου και των πνευματικών ταγών των λαών και τον παραγκωνισμό τους από τους πολλούς, ως μη ενδιαφέροντες ή για να μην είμαι εντελώς αφοριστικός ως μη ενδιαφέροντες για τους περισσότερους.

Ποιος λοιπόν ο ρόλος ο πνευματικός και ο κοινωνικός των ανθρώπων του πνεύματος, μέσα σε μια κοινωνία η οποία στην μεγάλη της πλειοψηφία, έχει πλέον απολέσει κάθε αισθητήριο για την πνευματική της ανάπτυξη, έχει θέσει τις πνευματικές της ανάγκες πολύ κοντά εις το ναδίρ, έχει αποδιώξει από το συνειδητό της σκεπτικό κάθε έννοια πνευματικότητας, εξέλιξης πνευματικής, ανάγκης τέτοιας;

Θα έλεγα πως ο ρόλος όλων όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους πνευματικούς ανθρώπους, περιορίζεται σε έναν άχαρο ρόλο, αν όχι απλώς σε μία αντιστροφή συμπεριφεριολογική αντίστοιχη και όσοι δεν θεωρούνται άνθρωποι πνευματικοί, ήτοι σε μια εγωπάθεια, σε έναν ναρκισσισμό, σε έναν διαρκή εσωτερικό μονόλογο δίχως να υπάρχει το ενδιαφέρον για τους πολλούς, σε μια ανάδειξη μόνον προσωπική διαμέσου της πνευματικής ατραπού, σε μια κενολογία αφόρητη και εν ολίγοις σε έναν φαύλο κύκλο, ο οποίος αντί να γεφυρώνει το πολιτισμικό κενό αναμεταξύ ανθρώπων του πνεύματος και ανθρώπων που δεν τους αφορά και τόσο αυτό το πνεύμα, μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, δεκαετία με την δεκαετία, αιώνα με τον αιώνα.

Μέσα από αυτό το κείμενο, που δεν είναι παρά μια σειρά από διαπιστώσεις πολλάκις θιγμένες και από πολλούς άλλους, ο υποφαινόμενος προσπαθεί να καταδείξει τον ρόλο των πνευματικών μας ανθρώπων σε σχέση με την σημερινή βαλτώδη κατάσταση, την ευθύνη των ανθρώπων του πνεύματος έναντι των άλλων, την κατανόηση του κοινωνικού τους ρόλου, πέρα από εκείνη την μόνιμη δικαιολογία όσων γράφουν περί “εσωτερικής ανάγκης”.

Πρέπει επιτέλους να παύσουμε να θεωρούμε πως εμείς είμεθα το κέντρο του κόσμου, διότι δεν είμεθα επ’ ουδενί. Πρέπει να συστρατευθούμε όχι σε κλειστές ομηγύρεις και ιερατεία όπου θα θρέψουν αναιδώς τον οιονδήποτε εγωισμό μας, αλλά σε έναν ανένδοτο πνευματικό αγώνα, ενάντια στην φθορά και την διαφθορά της κοιμώμενης βαθιά ανθρώπινης φύσης και υπόστασης. Πρέπει να σταματήσουμε να βλέπουμε την τέχνη και την γραφίδα ως τρόπο προσωπικής ανάδειξης, ως μέσον φιλαυτίας, ως τρόπο να καταστούμε αναγνωρίσιμοι.  Όσοι δε εκ των οποίων προσποιούνται τους πνευματικούς ανθρώπους, σκέπτονται τοιουτοτρόπως, ας τους βεβαιώσω πως εδιάλεξαν τον χειρότερο και δυσκολότερο δρόμο ώστε να επιτύχουν, (καταπώς ορίζεται σήμερα η επιτυχία) σε αυτήν την ζωή.

Οι καιροί μας, είναι πολύ δύσκολοι πνευματικά. Βρισκόμαστε εμπρός στην απαρχές ενός νέου Μεσαίωνα, ενός υπερτεχνολογικού Μεσαίωνα ο οποίος δεν θα θυμίζει σε τίποτε τον Μεσαίωνα που πέρασε, θα είναι ένας εφιάλτης δίχως προηγούμενο, καταφωτισμένος από τους τεχνητούς λαμπτήρες, ενός υπερτεχνολογικού πολιτισμού, ο οποίος ως έμμεση συνέπειά του θα έχει σαφώς την αποστέρηση κάθε πνευματικότητας, την αποστέρηση της ίδιας την ανάγκης για κάθε πνευματική αναζήτηση.

Θα πρόκειται περί ενός εφιάλτη, που άλλον τέτοιον δεν θα έχει βιώσει ποτέ ξανά ο κόσμος. Με τούτο το κείμενο δοκιμιακού χαρακτήρα δε, ας σημειωθεί εντόνως, πως δεν επιχειρείται κανενός είδους δαιμονοποίηση του τεχνολογικού πολιτισμού, όμως όπως και σε κάθε τι, πέρα από το μέτρο στην χρήση του, οφείλουμε και προσοχή στον ίδιο τον τρόπο της χρήσης του ώστε να μην καταστεί το ίδιο αυτό υπέροχο κατασκεύασμα και επίτευγμα του ανθρώπου, η θηλιά, η οποία θα πνίξει την ίδια την ανθρωπότητα.

Αν συνεχίσουμε με αυτόν τον ρυθμό, το να απαντούμε θετικά στα καλέσματα των σύγχρονων σειρήνων τις οποίες εμείς δημιουργήσαμε, τότε το σκαρί της ανθρωπότητας θα συνθλιβεί το δίχως άλλο, επάνω στα βράχια της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, του καταναλωτισμού   και της φιλαυτίας, οι οποίες σήμερα λυμαίνονται ως αξίες την ψυχή, το μυαλό, την συμπεριφορά της ανθρωπότητας και έχουν αποδιώξει από μέσα μας, κάθε αρετή.

Θα έλεγε δε κανείς καταληκτικά πως δεν μας λείπει ένας νέος διαφωτισμός, μια νέα πίστη στις ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά μια νέα αναγέννηση. Μια ζωή περισσότερο κατά φύσιν παρά την σημερινή παρά φύσιν τέτοια. Μια νέα βάπτιση στα καθαρά νερά της αρχαίας των ημών προγόνων κοσμοθέασης, στα καθαρά ύδατα μιας νοερής Κασταλίας πηγής.

Αυτή η αναβάπτιση, αυτό το νέο “ένδον σκάπτε” του Αυρηλίου, αυτό το ανασκάλεμα των προτεραιοτήτων μέσα μας και το περισσότερο ημών των ανθρώπων του πνεύματος, έργο δύσκολο μα αναγκαίο κάθε στιγμή της ανθρώπινης ύπαρξης, θα μας σώσει από τα χειρότερα που έρχονται. Και έρχονται διότι εμείς τα επικαλούμεθα κάθε φορά, θρέφοντας βάναυσα την φυγόπονο φύση μας με την ευκολία, με την ρηχότητα, με την ανουσιότητα.

Σημ. Ακροτελεύτια

Η μελέτη μου περί του Φιλολογικού Συλλόγου του ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, με οδήγησε στο συμπέρασμα του πως ο εν λόγω σύλλογος αποτέλεσε το ζητούμενο μιας ολάκερης κοινωνίας, το πώς αγκάλιασε    και συστράτευσε τις ωραίες, άξιες λόγου πνευματικές δυνάμεις και τις έθεσε στην διάθεση του λαού. Το πώς ένας σύλλογος “σαν από καιρό ζητούμενος” κατήντησε μια   και μόνον λέξη. Η λέξη αυτή ήταν,   ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ.

Αυτό χρειάζεται και η σημερινή μας εποχή, έναν πνευματικό πόλο έλξεως των σκεπτόμενων ανθρώπων και όσων συναισθάνονται την κοινωνική αυτών ευθύνη, προς ανάταση του λαού μας.

Δεν είναι το λοιπόν ετούτο δω, ένα απλό δοκίμιο πολυδιαπιστωμένων συμπερασμάτων για το πνευματικό μας τέλμα, είναι ένα κάλεσμα, μια έκκλησις προς το Πανελλήνιον κοινόν, ώστε οι πνευματικοί άνθρωποι και ο λαός μας να συμπορευθούν, να πιστέψουν ξανά στις πνευματικές, πολιτιστικές δυνάμεις του, οι οποίες και βρίσκονται σε αδράνεια εδώ και πάρα πολύ καιρό. Πάρα πολύ, για μια χώρα οδηγήτρα των πνευματικών πραγμάτων, ως η Ελλάδα ΜΑΣ.

ΕΜΠΡΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ !

Για επικοινωνία [email protected]

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com